23.4 C
Greece
21 Μαΐου, 2024
ΟΙ ΣΤΗΛΕΣ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΝΑ

“Στην πΈνα”: “Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΘΥΣΙΑΣ: Νάουσα, Άνοιξη 1822” (μέρος β΄). Γράφει η Δήμητρα Παπαναστασοπούλου

Στην πΈνα”  ✒️✒️

“Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΘΥΣΙΑΣ: Νάουσα, Άνοιξη 1822” 

(μέρος β΄)

Γράφει η Δήμητρα Παπαναστασοπούλου

***

Ο πανύψηλος μπαρουτοκαπνισμένος και φουστανελοφόρος αρχιστράτηγος Τάσος Καρατάσος τραβήχτηκε θυμωμένος με τον Γάτσο και τους άντρες τους προς τη Θεσσαλία, με σκοπό να συνεχίσουν τον αγώνα στη Ρούμελη, δίπλα στους εκεί οπλαρχηγούς. Ο Λουμπούτ πασάς, καταφέρνοντας να πνίξει κυριολεκτικά στο αίμα την επανάσταση, δεν τους άφησε κανένα περιθώριο να αναδιοργανωθούν και να συνεχίσουν τον πόλεμο με τους Τούρκους ούτε στη Βέροια ούτε στις γύρω περιοχές, μετά το κακό που είχε γίνει.

   Καλπάζοντας ώρες πολλές, με τα άλογα ν’ αφρίζουν, αποφάσισαν να στρατοπεδεύσουν, να ξεκουραστούν και να περάσουν τη νύχτα τους μέσα στο δάσος, καλά κρυμμένοι από περίεργα μάτια. Χωρίστηκαν σε μικρές ομάδες με μικρή απόσταση μεταξύ τους, ώστε σε περίπτωση κινδύνου να μπορούν να βοηθηθούν.

Ο Καρατάσος τραβήχτηκε παράμερα και ξάπλωσε στο χώμα. Έκλεισε τα μάτια του κι αναλογίστηκε τι είχε συμβεί, ψάχνοντας για λάθη στρατηγικής και λανθασμένες αποφάσεις, ζώντας ξανά στιγμή τη στιγμή όσα μεσολάβησαν.

Οι ραγιάδες, όπως ο ίδιος, είχαν πάρει τη μεγάλη απόφαση πριν έναν χρόνο ακριβώς: να διώξουν τον Τούρκο δυνάστη από πάνω τους και να φέρουν την ελευθερία στον τυραννισμένο για αιώνες τόπο τους. Ο Καρατάσος τους πολεμούσε εδώ και τριάντα χρόνια πάνω στα βουνά, προστατεύοντας συγχρόνως και τους φιλήσυχους Τούρκους από τους Κονιάρηδες, τους κλέφτες, κερδίζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο τη συμπάθειά τους και γλυτώνοντας τα αντίποινα από τις Αρχές.

   Το μοναστήρι της Παναγίας της Κουκουμητριώτισσας ήταν σκεπασμένο ακόμη από τα χιόνια όταν συγκεντρώθηκαν για τελευταία φορά στον φιλόξενο χώρο του όλοι οι οπλαρχηγοί της δυτικής Μακεδονίας. Ο ηγούμενος Γεράσιμος δεν περνούσε τον καιρό του μόνο με προσευχές. Είχε μετατρέψει το μοναστήρι σε κέντρο του ξεσηκωμού. Πριν φύγουν, συμφώνησαν όλοι να συγκεντρώσουν όπλα, πολεμοφόδια και τρόφιμα- να είναι έτοιμοι. Σε κανέναν δεν άρεσε η σιωπή από την πλευρά του πρίγκιπα Υψηλάντη. Και να που, αντί για την αναμενόμενη γραφή, είχαν έρθει φιρμάνια από τον Τούρκο αρχιστράτηγο της Σαλονίκης, από το αιμοβόρο τέρας που άκουγε στο όνομα Μεχμέτ Εμίν Πασάς. Κανείς τους δεν αναφερόταν σ’ αυτόν με το κανονικό του όνομα. Είχαν διαλέξει ένα πιο ταιριαστό, τον αποκαλούσαν Λουμπούτ, δηλαδή Ροπαλοφόρο.

 

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.

   Αρκετοί οπλαρχηγοί δέχτηκαν το κάλεσμα και πήγαν. Όσοι, όμως, είχαν καταγωγή γύρω από τη Βέροια, αποφάσισαν να μην εμφανισθούν. Τα νέα που άκουσαν δεν τους άρεσαν. Ο Λουμπούτ είχε βγάλει διάταγμα «περί αφοπλισμού των ραγιάδων Βεροίας και Ναούσης και παραδόσεως των όπλων ίνα χρησιμοποιηθούν παρά του στρατού» κι έστειλε δώδεκα σεϊβάνηδες να τα μαζέψουν. Δηλαδή, με κάποιο τρόπο είχε μάθει ότι ετοιμάζονταν για πόλεμο.

   Αυτό το γεγονός τους οδήγησε σε πιο δραστικές κινήσεις. Την Κυριακή της Ορθοδοξίας, δύο μήνες νωρίτερα, είχαν πάει όλοι στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου της Νάουσας, είχαν παρακολουθήσει την δοξολογία και είχαν κοινωνήσει στο τέλος. Μετά κήρυξαν την επανάσταση, ορίζοντας αυτόν, τον γέρο-Καρατάσο, αρχιστράτηγο. Είχαν τυφλή εμπιστοσύνη στην στρατηγική του ικανότητα, την ανυπολόγιστη εμπειρία, αλλά και την καλή του την καρδιά, τη «μπέσα» και την φυσική του ευγένεια.

   Εκείνος αμέσως έκανε κατανομή των δυνάμεών τους, διαιρώντας τες σε τρεις φάλαγγες. Μία ανέλαβε ο ίδιος, βάζοντας υπαρχηγό τον δευτερότοκο γιο του, τον Τσάμη. Την δεύτερη την ανέθεσε στον πιστό από χρόνια συνεργάτη του Αγγελή Γάτσο που καταγόταν από την Έδεσσα, με υπαρχηγό τον αδελφό του Πέτρο. Στην τρίτη και τελευταία όρισε αρχηγό και Φρούραρχο της Νάουσας τον πρωτότοκό του Γιαννάκη Καρατάσο.

   Έτσι ξεκίνησαν να καταλάβουν τη Βέροια με τον Αγγελή Γάτσο, τον Σιούγκαρα και τον Ραμαντάνη, με μια δύναμη χιλίων οχτακοσίων ανδρών περίπου. Φθάνοντας σε κάποια απόσταση ασφαλείας, ο γέρο-Καρατάσος έστειλε τον Πέτρο Γάτσο με διακόσια παλικάρια να διακόψουν τη συγκοινωνία μεταξύ Βέροιας και Γιαννιτσών και να τοποθετήσουν φυλάκια, περιφρουρώντας όλες τις διόδους και εξόδους της πόλης.

   Με τα αετίσια μάτια του σάρωσε τον τόπο και διάλεξε από μέσα του τα περάσματα που πήρε για να εισέλθει στη Βέροια. Σκοπός του να προλάβει την τούρκικη στρατιωτική ενίσχυση που ερχόταν από τη Σαλονίκη, σύμφωνα με τις πληροφορίες του. Ο κρύος Μαρτιάτικος αέρας φούσκωνε τη φουστανέλα του, έπαιρνε τα γκρίζα μακριά του μαλλιά από την πλάτη του και τα ανέμιζε, όμως εκείνος έμοιαζε με βράχο.

   Ένα νεώτερο ομοίωμά του τον πλησίασε, ο δευτερότοκος γιος του Δημήτρης, που όλοι αποκαλούν Τσάμη. Ψηλός και λεπτός, με δασιά καλογραμμένα φρύδια και μάτια σαν κάρβουνα, μια ελληνική μακριά μύτη με ανοιχτά ρουθούνια και μεγάλα μουστάκια, ήταν αδύνατο να ξεχωρίσεις ποιος από τους δύο ήταν, αν είχε πέσει το σκοτάδι και στέκονταν σε κάποια απόσταση.

   «Οι άντρες είναι έτοιμοι, πατέρα. Όποτε δώσεις το σύνθημα ξεκινάμε» είπε με βροντερή και σταθερή φωνή.

   Ο αρχιστράτηγος Τάσος Καρατάσος ένευσε χαμογελώντας αδιόρατα. Ήταν περήφανος για τούτον τον γιο που τον συνόδευε από τα δεκαπέντε του χρόνια σ’ όλες τις μικρές και τις μεγάλες μάχες. Ο Μεγαλοδύναμος τού είχε χαρίσει τέσσερις, μα τούτος εδώ, ο δεύτερος, ήταν το κρυφό του καμάρι. Αφού ανήγγειλε ότι όλοι ήταν έτοιμοι, έτσι θα ήταν. Στράφηκε σοβαρός και αυστηρός να τον κοιτάξει στα μάτια.

   «Φεύγουμε ορέ. Πες στον Αγγελή να ξεκινήσουν από εκείνο το μονοπάτι. Ορμήνεψε και τον αδελφό σου τον Κωσταντή να πάει μαζί του».

   Άπλωσε το χέρι κι έδειξε ένα μονοπάτι στ’ αριστερά τους. Ύστερα έβαλε τα δάχτυλα στο στόμα και σφύριξε μ’ έναν συγκεκριμένο τρόπο. Το επόμενο δευτερόλεπτο εμφανίστηκε ένα μεγαλόσωμο γκρίζο άλογο. Ο πενηνταοχτάχρονος αρχιστράτηγος έδωσε ένα σάλτο που θα τον ζήλευε κάθε νέος και βρέθηκε καβάλα, χαϊδεύοντας το άλογο και στρώνοντάς του τη χαίτη απαλά.

   Ο Δημήτρης έγινε καπνός φωνάζοντας συνθήματα. Ο στρατός με τον αρχηγό του να προπορεύεται και να δείχνει τον δρόμο ξεκίνησε. Μια ώρα αργότερα μπήκαν στην έρημη πόλη, πέρασαν από τον γύφτικο μαχαλά και προχώρησαν προς την αγορά. Ο Καρατάσος γυρόφερνε πάνω στο άλογο σαν θηρίο στο κλουβί. Στα μάτια του καθρεφτίζονταν όλες οι αστραπές μιας καταιγίδας. Συνειδητοποίησε αμέσως ότι είχε πέσει σε παγίδα, κι έψαχνε τρόπο να ξεφύγει.

   Πυροβολισμοί άρχισαν να πέφτουν πίσω από τα κλειστά πατζούρια των σπιτιών. Ο γερο-Τάσος διέταξε ψύχραιμα «πυρ» και ο μαχαλάς έγινε παρανάλωμα. Συγχρόνως, έδωσε το σύνθημα και μετακινήθηκαν προς την Μπαρμπούτα, την εβραϊκή συνοικία της πόλης. Από εκεί, οχυρωμένοι καλά στην πλευρά της συνοικίας που στηρίζεται πάνω στα παλιά τείχη, έδωσαν μια πεισματική μάχη για πάνω από δύο ώρες. Πολλοί άντρες τραυματίστηκαν, ενώ τον Τάσο τον έκαιγε μόνο ένα πράγμα:

   «Ποιος δαίμονας μαρτύρησε ότι θα μπω στην πόλη σήμερα

   Ένα παλικάρι πήγε  τρεχάτο κοντά του.

   «Καπετάνιε, έρχονται πολλοί Τούρκοι από τη Σαλονίκη, χιλιάδες λένε!»

   Ο Καρατάσος ανέκφραστος έδωσε το σύνθημα ν’ αποχωρήσουν όλοι και να πάρουν τον δρόμο για τη Νάουσα. Μόνον εκείνος και διακόσιοι σαράντα άντρες θα στρατοπέδευαν στο αγαπημένο του μοναστήρι της Παναγίας της Κουκουμητριώτισσας.

   Ο ηγούμενος τους δέχτηκε βιαστικά και οι καλόγεροι περιποιήθηκαν τις πληγές των χτυπημένων. Ο Τάσος έμεινε ώρα πολλή γονατισμένος μπροστά στο εικόνισμα της Παναγίας και μετά βγήκε έξω. Αφησε τα μάτια και την ψυχή του να χαρούν το τοπίο που περιβάλλει το μοναστήρι. Πόσες και πόσες φορές δεν πέρασε από εδώ! Κι όμως, δεν χόρταινε να βλέπει τους δύο κατάφυτους λόφους που περιβάλλουν το μοναστήρι, το ειδυλλιακό, ήρεμο περιβάλλον και την ανυπέρβλητη πανοραμική θέα.

   Ο ηγούμενος τον πλησίασε φέρνοντάς του ένα μικρό ποτήρι με αγίασμα, που τρέχει αβίαστα κάτω από το καθολικό της εκκλησίας του μοναστηριού.

   «Πιες το, τέκνο μου, η Παναγιά μαζί μας» του είπε ήρεμα.

   Ο Καρατάσος το κατέβασε μονορούφι, έσκυψε και φίλησε το χέρι του ηγούμενου και ύστερα ησυχασμένος ξάπλωσε κοντά στους άντρες του κατάχαμα.

Βρείτε εδώ το 1ο μέρος: “Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΘΥΣΙΑΣ: Νάουσα, Άνοιξη 1822” (μέρος α΄)

***

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΕΔΩ:  Δήμητρα Παπαναστασοπούλου

.…………………..

Γίνετε μέλος της ομάδας μας “Βιβλίων Ορίζοντες” στο facebook πατώντας το παρακάτω σύνδεσμο

Βιβλίων Ορίζοντες

Επιμέλεια άρθρου : Καλλιόπη Γιακουμή

Please follow and like us:
error678
fb-share-icon
Tweet 124
fb-share-icon20

Related posts

Η ΜΟΙΡΑΙΑ ΣΧΕΣΗ ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΤΟΥ ΛΕΟΝΤΟΣ ΤΟΛΣΤΟΙ

Μεγακλής

Η αληθινή ιστορία του «Πεταλούδα», που έγινε βιβλίο και θρυλική ταινία

Καλλιόπη Γιακουμή

“Στην πΈνα”: Η ΛΑΙΔΗ ΛΩ ‘Η “ΜΑΥΡΟΣ ΚΥΚΝΟΣ”.. Γράφει η Μαργαρίτα Αρβανίτη

Καλλιόπη Γιακουμή

Αφήστε Ένα Σχόλιο