14.2 C
Greece
10 Μαΐου, 2024
ΣΟΦΙΑΣ ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

“Σοφίας ΔΙΑΛΟΓΟΙ”

“Σοφίας ΔΙΑΛΟΓΟΙ”

“Ξέρω να κάνω αγκαλιές σε ότι με πλήγωσε!”

Α.  Κορινθίου

.

Ο καλλιτέχνης εκφράζεται μέσα από τα έργα του. Πραγματικός καλλιτέχνης, είσαι όταν παίρνεις κάτι ολότελα δικό σου και το κάνεις να ανήκει σε όλον τον κόσμο. Το κάθε έργο, είναι μια συνέντευξη του καλλιτέχνη με τον εαυτό του. Κάθε συνέντευξη που παίρνει ένας τρίτος από έναν καλλιτέχνη, έχει πάντα κάτι το παραφραστικό και το επιτηδευμένο. Ο μόνος τρόπος να παρουσιάσεις κάτι αληθινό, είναι να δημιουργήσεις μαζί με τον καλλιτέχνη μια νέα αλήθεια, ένα νέο έργο. Ο διάλογος είναι μια εξαιρετική μορφή λογοτεχνίας για να φτάσεις στην αλήθεια, όπως πολύ καλά γνώριζαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι. Χρειάζομαι έναν ρομαντικό καλλιτέχνη για να “βαδίσει” μαζί μου σ’ αυτό το εγχείρημα.

.

“Σοφίας ΔΙΑΛΟΓΟΙ”, με την Αναστασία Κορινθίου  

Ποιος καταλληλότερος από την Αναστασία Κορινθίου, η οποία στηρίζει την περήφανη μετόπη του ναού της, στους ισχυρούς κίονες της ιστορίας της.

Η γάτα του σπιτιού κι εγώ κοιταζόμαστε από τις απέναντι γωνιές του σαλονιού. Εγώ καθισμένη με τα πόδια πάνω στον καναπέ, το laptop ανοιχτό στα γόνατα μου -σα δικαιολογία. Η γάτα στημένη στη μπερζέρα-θρόνο της, σαν αρχαίο αιγυπτιακό αγαλματίδιο, να παρακολουθεί την επικράτεια της. Αν και προσπαθεί επιμελώς να το κρύψει πίσω από το ηγεμονικό της ύφος, δε δυσκολεύομαι να διακρίνω στα μάτια της -στο χρώμα του κεχριμπαριού- μια βαθιά μελαγχολία. Την ίδια μελαγχολία που έχει απλώσει το χάδι της, πάνω από τη δική μου διάθεση.

Ο άνδρας μου κι ο μικρός μου γιός, πήγανε στον κινηματογράφο να δουν τη μεταφορά στην μεγάλη οθόνη ενός έργου του Terry Pratchett, “το Χρώμα της Μαγείας” αν δεν  απατώμαι. Με παρακάλεσαν να πάω μαζί τους, όμως δεν είμαι μεγάλος λάτρης των ταινιών φαντασίας. Οι ψεύτικοι κόσμοι είναι για μένα φτωχοί σε αληθινά συναισθήματα. Χαιρέτησα τ’ αγόρια μ’ ένα φιλί στον καθένα και μια συγνώμη, και τους άφησα να φύγουν.

Φυσικά, δεν έλειπαν πάνω ένα τέταρτο και το είχα ήδη μετανιώσει. Τελικά, καλύτερα δυο ώρες περασμένες ανάμεσα σε μάγους και σε δράκους, σκέφτηκα, παρά εδώ μόνη με τη γάτα, χωρίς τους άνδρες του σπιτιού να μου αποσπάνε γλυκά την προσοχή κάθε πέντε λεπτά, με τα «που» και τα «πως» τους. Καλά λέει ο Πάριος πως «δε γεμίζει μ’ έναν άνθρωπο ένα σπίτι». Το ίδιο φαίνεται να σκέφτεται τώρα και η γάτα, που έχει πλέον καταλάβει, πως οι δυο πιο αφοσιωμένοι της υπήκοοι, θα αργήσουν να επιστρέψουν.

«Δεν είσαι μόνη», της απευθύνω μια βουβή παρηγοριά βλέποντας τα μάτια της ν’ ανοιγοκλείνουν, ενώ ετοιμάζεται ν’ αποσυρθεί απογοητευμένη στα ιδιαίτερα της ψυχής της.

«Ούτε κι εσύ, κι όμως είσαι». Η αινιγματική απάντηση της ακούγεται απρόσμενα, σα μια φωνή μέσα στο μυαλό μου.

Οι μοναξιές μας είναι σα δυο σβησμένα φαναράκια που όσο και να τα φέρεις κοντά μεταξύ τους, ακόμα κι αν ακουμπήσουν, χωρίς σπίθα, δε θ’ ανάψουν.

Τελικά η γάτα δεν είναι απλά πολύ όμορφη, είναι και ρομαντική. Κι έχει δίκιο. Το παραδέχομαι με την πνευματική σιωπή μου -παραδίδοντας της αμαχητί- του μονολόγου τη σκυτάλη.

«Μπορείς να τους περιμένεις να γυρίσουν, μετρώντας μια- μια τις χάντρες των αναστεναγμών σου, σ’ ένα χρόνο που διαστέλλεται συνεχώς ανάμεσα στο τώρα και το τότε, ή άμα το θες, είσαι ελεύθερη να μ’ ακολουθήσεις στο μυστικό μονοπάτι των ονείρων, όπου θα ζήσεις τις αναμνήσεις του αύριο και τ’ ανεκπλήρωτα του χθες».

Αποδέχομαι με ευχαρίστηση την πρόσκληση της και βυθίζομαι χωρίς καθυστέρηση στο υπνωτικό της βλέμμα.

Μια ελαφριά αίσθηση της πτώσης μέσα από ένα φωτεινό αιθέρα, και βρίσκομαι ξαφνικά βουτηγμένη στο ετερόκλητο πλήθος μιας αναχρονιστικής –θα έπρεπε μάλλον να πω εξω-χρονιστικής-  μεσαιωνικής οδού.

Δεν ξέρω γιατί περίμενα να περάσω την ψηλή καγκελωτή πύλη του πράσινου λαβύρινθου ενός αριστοκρατικού κήπου της Αγγλικής εξοχής, γιατί περίμενα να συναντήσω στο τέλος της διαδρομής κάποιον, να με περιμένει καθισμένος σ’ ένα μαρμάρινο παγκάκι μπροστά από ένα αρχαίο σιντριβάνι. Πιθανόν γιατί η μελαγχολική μου διάθεση, μου είχε φέρει στο νου τα έργα του Καζούο Ισιγκούρο και της Τζέιν Όστεν. Ξέχασα όμως προς στιγμήν, πως το όνειρο αυτό δεν είναι δικό μου, αλλά της γάτας κι η γάτα αποφάσισε να με φέρει σ’ ένα δικό της κόσμο.

Ωστόσο το σκηνικό γύρω μου, δεν είναι εντελώς ξένο στην Βρετανική πραγματικότητα. Μοιάζει πολύ με τη “Διαγώνιο Αλέα” του Χάρι Πότερ. Φαίνεται πως τελικά μάλλον κατάφερα ν’ αποφύγω τους δράκους, όχι όμως και τους μάγους. Η γάτα κινείται με την άνεση του είδους της στα στενά δρομάκια, συνωστισμένα από κάθε λογής πλάσματα εξωτικά και ξωτικά, αδιαφορώντας επιδεικτικά για τη δυσκολία μου να την ακολουθήσω. Ευτυχώς φτάνουμε στον προορισμό μας πριν  χαθεί πίσω από κάποιο φαρδύ πολύχρωμο μανδύα και βρεθώ παγιδευμένη σε κάποιο αφιλόξενο αδιέξοδο στενάκι.

Τότε μόνο η προσοχή μου την εγκαταλείπει για να σταθεί στη πρόσοψη του βιβλιοπωλείου μπροστά μου. Η βιτρίνα του μου θυμίζει πως υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που αντιμετωπίζουν τα βιβλία σα σπάνιους θησαυρούς. Το εσωτερικό του ενισχύει αυτή την εντύπωση, καθώς φαντάζει σα τη βιβλιοθήκη και το εργαστήριο ενός σοφού αλχημιστή στη μυθική Βαγδάτη.

Άπειροι δερματόδετοι τόμοι, αμέτρητα περίεργα αντικείμενα και κάμποσες φιάλες με χρωματιστά υγρά -κάποια πολύ ανήσυχα- και ουδείς μαγαζάτορας. Μονάχα μια πελάτισσα που ακούγοντας το καμπανάκι της εισόδου να χτυπά, γυρίζει να με κοιτάξει. Το κωνικό καπέλο θα μπορούσε να με ξεγελάσει, όχι όμως τα φτερά, ούτε το χαμόγελο στα μάτια. Φωνάζω δυνατά, πιο πολύ από χαρά, παρά από έκπληξη -στα όνειρα όλα είναι δυνατά- «Αναστασία, Αναστασία Κορινθίου!»

«Σοφία! Κι εγώ χαίρομαι που σε βλέπω, έλα να δεις το καινούργιο μου ραβδί. Είμαι σίγουρη πως θα σου αρέσει».

«Μετά χαράς», απαντώ και κατευθύνομαι προς το μέρος της και τον πάγκο με το πολύτιμο αντικείμενο ακουμπισμένο σαν κειμήλιο, πάνω στο μπλε βελούδο. Την συγχαίρω με ενθουσιασμό για την επιλογή της, αν και η συγκατάθεση μου βασίζεται αποκλειστικά σε αισθητικά κριτήρια, αφού οι γνώσεις μου στα μαγικά ραβδιά σταματάνε στις κουτάλες που χρησιμοποιώ στη μαγειρική.

Δεν αργούμε να τσουγκρίσουμε τα φτερωτά μας “mug” καθισμένες στα ξύλινα σκαμνιά του πολύ φημισμένου “Angel’s Heart” –(καρδιά αγγέλου). Με δυσκολία συγκρατώ την περιέργεια μου, μέχρι ν’ απομακρυνθεί ο σερβιτόρος με το πράσινο γιλέκο και το πράσινο ημίψηλο. Δε μπορώ να κρατηθώ άλλο και της κάνω την ερώτηση που με τόσο κόπο φύλαγα ανέκφραστη από τη στιγμή που την αντίκρισα στο μαγαζί των θαυμάτων:

«Πες μου τώρα Αναστασία, πως βρέθηκες εσύ εδώ;»

«Α, μα είναι πολύ απλό Σοφία μου, απλώς ακολούθησα τη γάτα».

Σ.Δ.: Αν δια μαγείας μπορούσες να ξαναζήσεις μια σκηνή της ζωής σου, θα επέλεγες μια στιγμή από το παρελθόν σου ή θα κρατούσες αυτή τη δυνατότητα για μια μελλοντική ευκαιρία;

Α.Κ.: Θα διάλεγα μια στιγμή στην αγκαλιά της μάνας μου που ένιωθα ανίκητη

Σ.Δ.: Αντιλήφθηκες πως δεν ήσουν πια παιδί όταν άλλαξε ο τρόπος που έβλεπες τον κόσμο ή όταν άλλαξε ο τρόπος που ο κόσμος σε έβλεπε;

Α.Κ.: Έπαψα να είμαι παιδί σαν πέθανε ο πατέρας μου!!

 

Σ.Δ.: Αυτή η άποψη της Τζέιν Όστεν: «αν σ’ αγαπούσα λιγότερο, θα μπορούσα να μιλώ γι’ αυτό περισσότερο» σε βρίσκει σύμφωνη;

Α.Κ.: Μμμμ θα το άλλαζα σε …θα έγραφα για αυτό περισσότερο!

 

Σ.Δ.: Προτιμάς να γεύεσαι κάτι ωραίο μέχρι να το συνηθίσεις ή να μείνεις με την όμορφη ανάμνηση της μίας και μόνης φοράς;

Α.Κ.: Μα ….εθίζομαι εύκολα!

Σ.Δ.: Αν ήσουνα λιμάνι, η ευτυχία σου θα ήταν μεγαλύτερη δίνοντας ελπίδα σ’ αυτούς που φεύγουν ή προσφέροντας καταφύγιο σ’ αυτούς που έρχονται;

Α.Κ.: Θα ήμουν μώλος, όχι λιμάνι…

 

Σ.Δ.:  Όταν το παρελθόν σε κοιτάζει στα μάτια, εσύ του κλείνεις το μάτι ή γυρίζεις το βλέμμα σου αλλού;

Α.Κ.: Μμμμ πρόβλημα…ΔΕΝ ξέρω να κλείνω το μάτι μου. Ξέρω όμως να κάνω αγκαλιές σε ότι με πλήγωσε!

 

Σ.Δ.: Ποιο σε τρομάζει περισσότερο: το παρελθόν σου ή το μέλλον σου;

Α.Κ.: Κανένα από τα δύο. Το ΤΩΡΑ μου με τρομάζει, γιατί αυτό θα μου ορίσει το αύριο και θα γίνει όμορφη ή άσχημη ανάμνηση στο χθες μου!

Σ.Δ.: Πιο φιλί σου μένει αξέχαστο, το πρώτο ή το τελευταίο;

Α.Κ.: Το πρώτο που δεν θα γίνει ποτέ τελευταίο!

 

Σ.Δ.: Πιστεύεις πως για να μείνει στην ιστορία μια γυναίκα πρέπει να έχει το τραγικό τέλος της Ιωάννας της Λωραίνης ή της Κλεοπάτρας;

Α.Κ.: Πιστεύω πως οι γυναίκες δεν μένουν στην ιστορία , γράφουν ιστορία που δεν διαβάζει ποτέ κανείς.

 

Σ.Δ.: Ένας γνωστός μου είπε πως οι άνδρες έχουν χαθεί σ’ έναν κόσμο που δεν είναι ο δικός τους. Εσύ τι πιστεύεις;

Α.Κ.: Που είναι αυτός ο κόσμος να τους….σώσουμε αυτές που θέλουμε σωτηρία στην μοναξιά μας;

 

Σ.Δ.: Ποιους ανθρώπους συγχωρείς πιο εύκολα, αυτούς που προδίδουν τα ιδανικά τους ή αυτούς που ακολουθούν τα ιδανικά των άλλων;

Α.Κ.: Να τους συγχωρήσω εγώ, γιατί; Αυτοί να συγχωρέσουν τον εαυτό τους!

 

Σ.Δ.: Ποιος πιστεύεις πως υποφέρει πιο πολύ από την προδοσία, ο προδότης ή ο προδομένος;

Α.Κ.: Η ίδια η προδοσία που όφειλε να είναι αλήθεια!

Σ.Δ.: Όταν φεύγεις, κλείνεις την πόρτα ή κλείνεις τα μάτια;

Α.Κ.: Κλείνω την πόρτα και ανοίγω διάπλατα τα μάτια στο νέο …φως!

 

Σ.Δ.: Είσαι από τους ανθρώπους που λένε, αύριο θα είναι μια άλλη μέρα ή απ’ αυτούς που λένε απόψε έρχεται άλλη μια νύχτα;

Α.Κ.: Είμαι μία Σκάρλετ….Αύριο θα είναι μια άλλη μέρα πολύ καλύτερη!!!

 

Σ.Δ.: Είσαι από τους ανθρώπους που πιστεύουν πως αύριο θα είναι πολύ αργά, ή απ’ αυτούς που θεωρούν πως σήμερα είναι ακόμη νωρίς;

Α.Κ.: Τίποτα από τα δύο….Σήμερα είναι πολύ αργά και αύριο πολύ νωρίς!

 

Σ.Δ.: Υπάρχει κάτι στον κόσμο πιο βαρύ από μια βέρα;

Α.Κ.: Η στιγμή που την….βγάζεις.

 

Σ.Δ.: Θα θυσίαζες ένα παιδί σου για τη σωτηρία μιας ολόκληρης γενιάς.

Α.Κ.: Ποτέ δεν ήμουν fun του Αβραάμ!

Σ.Δ.: Οι ρίζες μας είναι στη γη ή στο γένος;

Α.Κ.: Είναι σε αόρατες κλωστές που μας δένουν με το ….σύμπαν !

 

Σ.Δ.: Ο ιπποτισμός, ευγένεια ή πολυτέλεια;

Α.Κ.: Ανάγκη για να υπάρχουν δεσποσύνες!

 

Σ.Δ.: Όταν θυμώνουμε, τα λόγια ξεπερνάνε τη σκέψη μας ή η αλήθεια την ευπρέπεια;

Α.Κ.: Ξεπερνούν τα όρια μας και κάθε παραβίαση συνόρων είναι πόλεμος!

 

Σ.Δ.: Στη ταινία μιας σχέσης, η απιστία γράφει τους τίτλους τέλους, ή τους ακολουθεί;

Α.Κ.: Η απιστία δεν γράφει, σβήνει!

Σ.Δ.: Αν η Αναστασία του σήμερα, συναντούσε την Αναστασία του χθες, τι θα της έλεγε για την Αναστασία του αύριο;

Α.Κ.: Μη τους πιστεύεις…Υπάρχει η χώρα του Ποτέ Ποτέ!

 

Σ.Δ.: Ανάμεσα στον πατέρα και τον γιο, πιστεύεις πως υπάρχει θέση για άλλον άνδρα στη ζωή των γυναικών;

Α.Κ.: Μμμμ….αυτός που κρύβει μέσα της, μέσα σε τόσους αντρικούς ρόλους;

 

Σ.Δ.: Απ’ όλες τις λέξεις της ελληνικής γλώσσας, ποια σ’ έχει πονέσει πιο πολύ;

Α.Κ.: Το ΘΥΜΗΣΟΥ

 

Σ.Δ.: Πόσο έχεις μετανιώσει από τα “ναι” που είπες ενώ εννοούσες “όχι”, και πόσα από τα “όχι” όταν εννοούσες “ναι”;

Α.Κ.: Όταν λέω κάτι το εννοώ!!!

 

Σ.Δ.: Αν το σεξ ήταν απαγορευμένο, ο έρωτας θα ήταν πιο δυνατός;

Α.Κ.: Δεν ξέρω, εγώ κάνω έρωτα

 

Σ.Δ.: Πόσο εύκολο είναι για την καρδιά σου να συγχωρέσει τα λάθη του μυαλού σου, και πόσο εύκολο για το μυαλό σου να συγχωρέσει τα λάθη της καρδιάς σου;

Α.Κ.: Κοίτα…αυτά τα δύο ακόμη σε κόντρα βρίσκονται, οπότε……

Σ.Δ.: Αν ξαναζούσες τη ζωή σου από την αρχή, θα ήθελες να γνωρίζεις τη έγινε στην προηγούμενη, για να μπορέσεις να τα ξαναζήσεις ή για να μπορέσεις να τ’ αποφύγεις;

Α.Κ.: Θα τα ξαναζούσα όλα από την αρχή!!!Ζωή χωρίς λάθη….ανία και πλήξη.

 

Σ.Δ.: Θα υπήρχε κάποιο επιχείρημα που θα σε έπειθε να γράψεις ανώνυμα ένα βιβλίο για κάποιον άλλο συγγραφέα;

Α.Κ.: Ναι…Αν ήταν να εκφράσει έναν δυνατό και απαγορευμένο έρωτα!!!

 

Σ.Δ.: Αν γυριζόταν μια ταινία για τη ζωή σου, θα ήθελες να παίξει τον ρόλο σου η κόρη σου;

Α.Κ.: Όχι γιατί η κόρη μου θέλω να είναι πρωταγωνίστρια στην ζωή της

 

Σ.Δ.: Τι πιστεύεις γι’ αυτή τη δήλωση του Σασά Γκιτρύ: «Οι ενάρετες γυναίκες είναι απαρηγόρητες για τα αμαρτήματα που δεν τις βαραίνουν».

Α.Κ.: Απαρηγόρητες και αμαρτωλές που ΔΕΝ τα τόλμησαν θα συμπλήρωνα

Σ.Δ.: Αν με κάποιο μαγικά τρόπο ήξερες εκ των προτέρων πως το βιβλίο που γράφεις θα γνωρίσει μεγάλη επιτυχία, θα σε βοηθούσε να το ολοκληρώσεις γρηγορότερα ή θα σε δυσκόλευε να το τελειώσεις;

Α.Κ.: Θα του φερόμουν σαν μία καλή μαμά που δεν κάνει διακρίσεις στα παιδιά της…

 

Σ.Δ.: Αν έπεφτες σ’ ένα σκοτεινό πηγάδι, ο πρώτος φόβος σου θα ήταν να έχει πάτο ή να μην έχει;

Α.Κ.: Θα ήταν αυτά που θα απαντούσε η ηχώ μου στην κραυγή αγωνίας μου!

Ερωτήσεις και απαντήσεις ακολουθούν η μια την άλλη -όπως και οι μπίρες- και τα χαμόγελα δεν αργούν να μετατραπούν σε γέλια. Η ευφορία διώχνει τη μελαγχολία που είχα νιώσει από τη ψυχή μου όπως η μέρα φωτίζει το κοιμισμένο δωμάτιο όταν ανοίγεις διάπλατα τα παντζούρια. Μια ευφορία που τη χρωστάω περισσότερο στη μεταδοτικότητα της θετικής ενέργειας της Αναστασίας, παρά στου οινοπνεύματος τη ζάλη. Εύχομαι η ευεργετική της αύρα, σε αντίθεση με τη μέθη μιας μπίρας φαντασίας, να μη παραμείνει στη χώρα των ονείρων και να την πάρω μαζί μου στον πραγματικό μου κόσμο.

«Ευχαριστώ», της λέω, «μου έφτιαξες το κέφι! Πιστεύω πως επέλεξες το σωστό ραβδί».

«Θα σου πω ένα μυστικό, Σοφία. Το ραβδί και τα φτερά είναι κυρίως για ντεκόρ.  Η αληθινή μαγεία βρίσκεται στην καρδιά, στη μνήμη της αγάπης που μας δόθηκε.  Η ενέργεια της είναι αυτή που μας ανυψώνει, εμάς και τους άλλους γύρω μας. Αρκεί μόνο να μην την αφήσουμε να στερέψει.

Σοφία Δερέ

Επιμέλεια και σύνταξη Σοφία Δερέ

Τρεις λέξεις θα αρκούσαν, για να μας συστήσουν την Σοφία.

Μακεδονίτισσα, Λέων, καλλιτέχνης. Οι άνθρωποι όμως, δεν είναι μόνο μια λάμψη σαν τον ήλιο, έχουν και μια διαδρομή. Μια πορεία αναζήτησης του δικού τους ουρανού, από τις ξεθωριασμένες σελίδες του χθες, ως τις λευκές σελίδες του αύριο. Ένα μοναδικό βιβλίο που σπανίως διαβάζεις από την αρχή, αλλά που πάντα αξίζει να το ξεφυλλίσεις ως τη σελίδα του σήμερα. Ας διαβάσουμε λοιπόν μαζί, λίγες σελίδες από το βιβλίο της Σοφίας.

Η Σοφία γεννήθηκε στους πρόποδες του Κορύλοβου, τη χρονιά που η μεγάλη σκιά σκέπασε την Ελλάδα. Το σπίτι της ,ένας ναός της τάξης και της ηθικής, όπου δέσποζε η ηγεμονική μορφή του πατέρα. Ένας πατέρας αλύγιστος, ασυμβίβαστος, μα ταυτόχρονα μια αστείρευτη πηγή προσφοράς και ανιδιοτέλειας. Το χέρι πάντα απλωμένο και ανοιχτό για προσφορά σε όλους, μα πάντα σηκωμένο και βαρύ συνόδευε την αυστηρότητα στον δρόμο για την τιμωρία. Στη σκιά του μια μητέρα ασπίδα, μια μητέρα χάδι, μια μητέρα θυσία. Το χέρι της πάντα σφιγμένο από εσωστρέφεια και συχνά πυκνά από φόβο.

Από τους γονείς της η Σοφία, κληρονόμησε υπερηφάνεια και δοτικότητα κι απ’ τα παιδικά της χρόνια -ανάμεσα στους τέσσερις τοίχους των αυστηρών αρχών-, την ανάγκη για επανάσταση, για ανεξαρτησία, για ελευθερία.

Μεγάλωσε νωρίς, παντρεύτηκε νωρίς, έγινε η ίδια μάνα ενώ ήταν ακόμα παιδί.. Άφησε την κοιμισμένη αγκαλιά της επαρχιακής της πόλης, για να δοκιμάσει τις δυνάμεις της στη μόνη αρένα όπου όλα μπορούν να συμβούν. Εκεί που η καρδιά της χώρας χτυπά, στην Αθήνα των χιλιάδων προσώπων. Έφυγε μακριά και ποτέ δε ξαναγύρισε.

Αντιμετώπισε τον κόσμο όλο σε μια ηλικία, που τα άλλα κορίτσια ζεσταίνονται ακόμα κάτω απ’ τα γαλακτερά τους παπλώματα. Η Σοφία έκανε χίλιες δουλειές, γνώρισε χίλιους ανθρώπους, όμως τον ακρογωνιαίο λίθο της δικής της εστίας, του δικού της πεπρωμένου, της δικής της αποστολής, δεν τον άφησε να πέσει χάμω, κάτω από τα αυξανόμενα βάρη της ανθρώπινης καθημερινότητας. Ήθελε να μάθει για να ξέρει το γιατί, ήθελε να πάθει για να ξέρει το πώς, ήθελε να δοκιμάσει πολλά για να μη μετανιώσει. Δούλεψε για τους άλλους και δούλεψε για τον εαυτό της. Πούλησε, οργάνωσε, διεύθυνε και ίδρυσε. Ποτέ δεν ακολούθησε, ποτέ δεν συμβιβάστηκε, ποτέ δεν κουράστηκε.

Από την αίθουσα συσκέψεων μιας πολυεθνικής, στην αίθουσα με τους καθρέφτες του δικού της οίκου μόδας, η Σοφία πάνω απ’ όλα δημιούργησε.

Από μια ζωή τόσο γεμάτη, η Σοφία πήρε πολλά και έδωσε ακόμα περισσότερα, όπως το ποτάμι κατεβαίνει από το βουνό συλλέγοντας αργά και υπομονετικά το νερό για να γίνει μια μέρα θάλασσα.

Η θάλασσα Σοφία είναι πλέον έτοιμη να προσφέρει τον εσωτερικό της πλούτο σε όσους θα θελήσουν να διαβάσουν για έναν κόσμο ολόκληρο πίσω από τον αφρό των κυμάτων.

Ετοιμαστείτε -όσοι τολμηροί-, για ένα μεγάλο ταξίδι στις σελίδες της Σοφίας.

Στέφανος Παπαδόπουλος

Συγγραφέας

Please follow and like us:
error678
fb-share-icon
Tweet 124
fb-share-icon20

Related posts

Κώστας Κρομμύδας: “Η ζωή μάς χαρίστηκε για να την απολαύσουμε μαζί με άλλους ανθρώπους. Να χαρούμε τις στιγμές μαζί τους. Είναι ευλογία να περιβάλλεσαι από τους αγαπημένους σου.”

Καλλιόπη Γιακουμή

Οι συγγραφείς της συλλογής διηγημάτων “ΝΙΩΘΩ” μας μιλάνε για το πως εμπνεύστηκαν τα κείμενα τους

Καλλιόπη Γιακουμή

“Σοφίας ΔΙΑΛΟΓΟΙ”

Καλλιόπη Γιακουμή

Αφήστε Ένα Σχόλιο