11.1 C
Greece
29 Απριλίου, 2024
MORE ΟΙ ΣΤΗΛΕΣ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΝΑ

Στην “πΈνα” :  “ΟΔΟΣ ΦΙΛΕΛΛΗΝΩΝ ” γράφει ο Τόλης Αναγνωστόπουλος

Στην  “πΈνα”    ✒️✒️

“ΟΔΟΣ ΦΙΛΕΛΛΗΝΩΝ ” 

Γράφει ο Τόλης Αναγνωστόπουλος

***

«Ξέρεις τι θα θέλαμε τελικά γειτονόπουλο; Ένα πιάτο με σούσι και το cheese cake με καραμελωμένα αμύγδαλα από το χλιδάτο γιαπωνέζικο εστιατόριο στη γωνία Φιλελλήνων με Όθωνος»

Ο Λεωνίδας δεν έκρυψε την έκπληξή του. Ο τύπος που του μιλούσε ήταν απροσδιορίστου ηλικίας, μελαμψός με  μούσι μέχρι το στέρνο και ρούχα φθαρμένα και βρώμικα. Δίπλα του ο άλλος, ένας λιμοκοντόρος το ίδιο αξύριστος σαν το Ροβινσώνα Κρούσο, έδειχνε να συμφωνεί αφού κουνούσε καταφατικά το κεφάλι σε ότι έλεγε ο φίλος του:

«Ναι, ναι σούσι και από το άλλο το κέικ  το πώς το είπαμε; Πήξαμε στο κουλούρι Θεσσαλονίκης και στις αδιάκριτες ερωτήσεις τους».

Δεν του είχαν ξαναμιλήσει εκτός από την πρώτη φορά που τον είδαν να παλεύει με τις κούτες και τις κουβέρτες και προσφέρθηκαν να του δώσουν  πρακτικές οδηγίες για την αρχιτεκτονική και τη λειτουργικότητα του νέου του «σπιτιού» όπως οι ίδιοι το αποκαλούσαν.

«Αλλά τολμάμε να το ζητήσουμε; Θα μας πάρουν με τις πέτρες» συνέχισε ο Ροβινσώνας.

Δεν του είχαν πει ούτε τα ονόματά τους. Φαίνονταν μονίμως κουρασμένοι, ήταν ολιγόλογοι και δεν ήθελαν πολλά-πολλά με κανένα. Την ερώτηση την είχε κάνει μέρες πριν: «Θέλετε κάτι γείτονες;»

Ήταν άνεργος και προσφάτως άστεγος. Ανήκε στη  γενιά των νεοαστέγων που προσπαθούσαν να βρουν μέρος  εγκατάστασης χωρίς να θίγουν τις παλιές καραβάνες που είχαν κατοχυρώσει τα «φιλέτα». Μετά από αρκετές διανυκτερεύσεις σε διάφορα σημεία του Κέντρου κατέληξε στην Πλατεία Συντάγματος, στη γωνία Φιλελλήνων και Όθωνος. Προτίμησε την ασφάλεια από την ηρεμία που μπορεί να έβρισκε σε άλλους χώρους. Μπορεί κάθε τρεις και λίγο να γίνονταν συγκεντρώσεις και συλλαλητήρια αλλά τουλάχιστο ένιωθε πιο ασφαλής. Με μόνη «προίκα» ένα κοστούμι  μέσα σε μια θήκη, κάποια προσωπικά αντικείμενα, ένα γλαστράκι με το αγαπημένο του λουλούδι την Περνέτα. και ένα ποδήλατο, η μετακόμισή του αποδείχτηκε πιο εύκολη από την κατασκευή του νέου καταλύματός του. Εκτός από τις πρώτες μέρες που δε μπορούσε να πνίξει το κλάμα του, η προσαρμογή του έγινε ομαλά.

Οι γονείς του δεν ήξεραν τίποτα. Τους είπε πως θα μεταναστεύσει στη Γερμανία. Κάθε μήνα τους έστελνε ένα γράμμα από μια φανταστική διεύθυνση του Μονάχου.

Skimmia japonica 'Rubella' (Δ17 cm Ύ35 cm) – Χονδρική πώληση φυτών FlorAccess

 Με τη Μάνια τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα. Της ζήτησε να διακόψουν τη  σχέση τους παρόλο που την αγαπούσε πολύ. Επικαλέστηκε ψυχολογικά προβλήματα μετά την απόλυσή του από την τράπεζα. Δε την έπεισε και έτσι επινόησε την ύπαρξη γκόμενας που μάλιστα τον είχε σπιτώσει. Απομακρύνθηκε πληγωμένη από τη συμπεριφορά του. Δεν της άξιζε. Όπως άλλωστε δεν της ταίριαζε ένας φουκαράς άνεργος άνδρας.

Η οικογένειά του, μικροαστική τσακισμένη από μνημόνια και φόρους περίμενε βοήθεια από αυτόν που ήταν το καμάρι τους. Πέρασε στο Οικονομικό της Νομικής και έκανε μεταπτυχιακά στα Χρηματοοικονομικά. Ξεκίνησε από αντικριστής σε χρηματιστηριακή όταν ακόμα ο Γενικός Δείκτης φλέρταρε με τιμές σταθερά πάνω από τις 2.500 μονάδες. Εκεί γνώρισε και τη Μάνια. Δούλευαν αντικριστά ο ένας από τον άλλο και παρά την ένταση της δουλειάς τα βλέμματά τους μόνιμα συναντιόνταν. Στην πορεία άρχισαν να συναντιόνται και οι δυο τους εκτός δουλειάς παραμένοντας αντικριστά, αλλά αυτή τη φορά η ένταση αφορούσε τον έρωτά τους και μόνο. Η Μάνια αν και προερχόταν από πλούσια οικογένεια ήταν από τις πιο απλές κοπέλες  που είχε γνωρίσει. Δε χρησιμοποιούσε  μακιγιάζ για να τονίσει τη φυσική της ομορφιά ενώ συνέχιζε να κινείται στην Αθήνα με ένα ποδήλατο αφήνοντας στο πάρκινγκ το σπορ αμάξι της. Έδεσαν τόσο πολύ μεταξύ τους που ζορίστηκαν όταν ο Λεωνίδας μεταπήδησε στον τραπεζικό χώρο κάνοντας καριέρα στον χρηματοοικονομικό σχεδιασμό και τη διαχείριση αμοιβαίων κεφαλαίων. Με τα χρήματα που έβγαλε αγόρασε με δάνειο ένα δυάρι στο Λυκαβηττό με θέα όλη την Αθήνα αν και σπάνια είχε την ευκαιρία να την απολαύσει. Τον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο του τον αφιέρωνε στη Μάνια η οποία αρκετές φορές έμενε μαζί του. Κάποιες Κυριακές πήγαινε και στους γονείς του για φαγητό,  για να μην παραπονιούνται, όπου άφηνε και διακριτικά ένα φάκελο στη μάνα του με χρήματα. Αυτή ως αντιστάθμισμα τον «βομβάρδιζε» με φιλιά αλλά και με δεκάδες τάπερ γιατί όπως του έλεγε: «Δουλεύεις πολύ αγόρι μου, μη τρως και όλα τα ανθυγιεινά έξω».  Ο πατέρας του που ήταν περήφανος, ιδέα δεν είχε για τις μυστικές τους συνδιαλλαγές, καθώς αν το μάθαινε θα μάλωνε και τους δυο και ιδιαίτερα τη γυναίκα του που ο γιατρός μετά την τελευταία στεφανιογραφία της είχε συστήσει να μη κουράζεται καθόλου.

Όταν έβγαινε έξω με τη Μάνια προτιμούσε την Καρύτση, το Βοτανικό και το Σύνταγμα ειδικότερα όταν υπήρχαν δράσεις για να αλλάξει αυτή η πόλη. Όλες τις διαδρομές τις έκαναν με τα ποδήλατα. Το δικό του που ήταν δώρο της Μάνιας το είχε ερωτευτεί. Κυκλοφορούσε μονίμως με αυτό, είχε πάθει εξάρτηση.

7 Ιδέες για έξοδο με το κορίτσι σου χωρίς να ξοδέψεις ευρώ! - The-Man.gr

Στη Φιλελλήνων μετά το ξενύχτι  συνέχιζαν  με τη Μάνια για εσπρέσσο και κουλούρι. Εκεί ο Λεωνίδας κοίταζε προς το κτίριο της τράπεζας όπου στεγάζονταν τα κεντρικά γραφεία.

 «Από εδώ παίρνουν όλες τις σημαντικές αποφάσεις» της έλεγε.

 Από εκεί πήραν την απόφαση να τον αναβαθμίσουν σε υποδιευθυντή καταστήματος.

Έγινε γρήγορα αγαπητός στον κόσμο, στους συναδέλφους του και ιδιαίτερα  στον διευθυντή του καταστήματος που συχνά του έκλεινε το μάτι. Στην αρχή νόμισε ότι είχε κάποιο τικ αλλά από τη στιγμή που το έκανε μόνο σε αυτόν δεν ίσχυε κάτι τέτοιο. Του έδειξε εμπιστοσύνη αναθέτοντάς του  την επίβλεψη και την ευθύνη κλεισίματος των ταμείων. Όλα του πήγαιναν ρολόι στη δουλειά και στα αισθηματικά όπως εξάλλου προέβλεπαν και τα ζώδια που μελετούσε καθημερινά η Μάνια. Αν και δεν πίστευε σε αυτά ο Λεωνίδας παραξενευόταν από την ευστοχία των προβλέψεων ανάλογα με την περιστροφή των πλανητών γύρω από τον ήλιο.

Συνέχιζε να κυκλοφορεί με το ποδήλατο αν και ζοριζόταν με το κοστούμι. Με τα χρήματα που έβγαζε ήταν σίγουρος πως σε λίγα χρόνια θα ξεχρέωνε το δάνειο.

 Κάτι πρέπει να συνέβη με την πορεία των πλανητών, με τα άστρα, με την τύχη του γενικότερα. Τα πάντα γύρισαν τούμπα μέσα σε μια μέρα. Ή νύχτα καλύτερα. Μέχρι τα μεσάνυχτα προσπαθούσε αυτός και οι ταμίες να συμφωνήσουν το ταμείο. Έφυγε σαν άλλος Χορν βλέποντας παντού νούμερα και κορδέλες από κομπιουτεράκια. Περπάτησε στο κέντρο και έφτασε μέχρι τα κεντρικά στη Φιλελλήνων. Αύριο θα συζητούσαν τη δική τους περίπτωση. Το έλλειμμα ήταν πολύ μεγάλο ο διευθυντής με το τικ άφαντος και αυτός ακάλυπτος. Πήρε το ποδήλατο και έκανε βόλτες μέχρι το πρωί. Η Ε.Δ.Ε. έγινε γρήγορα δεδομένης της σοβαρότητας του προβλήματος. Ο Περιφερειακός Διευθυντής έστειλε γρήγορα την ετυμηγορία της επιτροπής στη Φιλελλήνων. Απολύθηκε με μόνο στοιχείο ότι ο διευθυντής του έκλεινε συνέχεια το μάτι. Και χωρίς αποζημίωση.

«Αδικία ρε Μάνια, τόσα χρόνια δούλεψα για αυτούς και με πέταξαν στο δρόμο. Ούτε τις 28.000 της αποζημίωσης δε μου έδωσαν» της είπε.

Μάζεψε τα μπογαλάκια του από το Λυκαβηττό και εγκαταστάθηκε στη Φιλελλήνων δίπλα στους κατηγόρους του και μαζί με τύπους που του θύμιζαν ότι η ζωή του είχε ναυαγήσει: Το Ροβινσώνα και τον Παρασκευά όπως τους ονόμαζε, αφού ποτέ δεν του είπαν τα ονόματά τους. Και είχαν και ακριβά διατροφικά γούστα.

Μια Ζωή την Έχουμε :: Ελληνική ταινία με τους Δημήτρη Χορν και Βασίλη Αυλωνίτη | Ταινίες Ελληνικού Κινηματογράφου Classic Greek Cinema

Δεν το έβαλε κάτω. Έπιασε φιλία με το σεκιουριτά της τράπεζας που τον έμπαζε μέσα για να πλυθεί και να ξυριστεί ακόμα και το Σάββατο που ήταν ανοιχτά. Μετά πήγαινε έξω έβαζε το κοστούμι του, έπαιρνε το ποδήλατο και έτρεχε να δώσει βιογραφικά. Εκτός από την κρίση είχε να αντιμετωπίσει και τη «σκιά» που υπήρχε γύρω από το όνομά του. Χωρίς συστατικές επιστολές, χωρίς κάποιο γνωστό να βάζει πλάτη για αυτόν, απλά «κατάπινε» άσκοπα χιλιόμετρα με το ποδήλατο.

Πήγαινε για μπάνιο στην «Κλίμακα» στο Βοτανικό και για φαγητό στα συσσίτια των Αδελφών της «Μητέρας Τερέζας» στον Κολωνό και στα «Helping Hands» στη Σοφοκλέους που δε ζητούσαν δικαιολογητικά. Προσπαθούσε κάθε μέρα να επιβιώσει, πράγμα που διέφερε πολύ από το να ζει απλώς. Ακόμα και το λουλούδι του μαραινόταν μέρα με τη μέρα.

 Ώσπου μια μέρα οι γείτονές του τον ενημέρωσαν ότι μια κοπέλα είχε αφήσει πάνω στο  ποδήλατό του ένα σημείωμα. Έτρεξε να το διαβάσει. Κατάλαβε το γραφικό χαρακτήρα της Μάνιας: « Εάν θέλεις κάτι πολύ, ψάχνεις να το βρεις. Σε περιμένω μόλις νιώσεις έτοιμος. Σε αγαπώ».

Το πρόσωπό του φωτίστηκε. Άρχισε να  σκέφτεται τη ζωή του πάλι μαζί της. Δεν τον είχε ξεχάσει. Τη σκέψη του διέκοψε μια κυρία που τον κοιτούσε. Κρατούσε μια Κυριακάτικη εφημερίδα.

 «Χρειάζεστε κάτι κύριε; Λίγο φαγητό, ρούχα, κουβέρτες; Μήπως ένα ξυραφάκι να ξυριστείτε;».

«Μου δίνετε την εφημερίδα σας;» τη ρώτησε.

Την άνοιξε στη σελίδα με τα ζώδια. Για τον Κριό οι επόμενες ημέρες ήταν ευνοϊκές για σημαντικές αποφάσεις και ρίσκα. Κάτω από τα ζώδια υπήρχε μια καταχώρηση για δράση για την Αθήνα. Το Σάββατο το πρωί θα γινόταν ποδηλατοδρομία στα πλαίσια του εορτασμού της ημέρας χωρίς αυτοκίνητο. Θα περνούσε από τη Φιλελλήνων. 

 Κοίταξε το λουλούδι του που είχε αρχίσει να ανθίζει πάλι. Χαμογέλασε. Ο Θεός ή οι διαδρομές των πλανητών όπως θα έλεγε και η Μάνια είχαν αλλάξει γνώμη για την πορεία του.

Η Κυριακή ήταν μια διαφορετική μέρα. Στο αεροπλάνο για Γερμανία το ζευγάρι στα πίσω καθίσματα ήταν ζωηρό σε βαθμό που η όμορφη αεροσυνοδός να τους εγκαλεί στην τάξη ουκ ολίγες φορές. Κανείς από τους δύο  δε χόρταινε τον άλλο. Ούτε ο Λεωνίδας ούτε η Μάνια.

Ακόμη πιο μακριά | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Λίγες ημέρες μετά θα έστελνε στους γονείς του  μια κάρτα, αυτή τη φορά με αληθινή διεύθυνση από το Μόναχο.

Στην Αθήνα στα κεντρικά της Φιλελλήνων μελετούσαν τις κάμερες για την περίεργη ληστεία των 28.070 ευρώ πρωί-πρωί πριν καν ανοίξει η τράπεζα. Μόνο ο ρακένδυτος και μουσάτος άστεγος φάνηκε να πηγαίνει προς το μπάνιο. Μετά από λίγο από πού έρχεται ο καλοντυμένος νεαρός που απειλεί τον ταμία κανείς δεν καταλαβαίνει. Φεύγει και χάνεται με τα χιλιάδες ποδήλατα που περνούσαν εκείνη την ώρα από έξω κάνοντας τους αστυνομικούς που είχαν σπεύσει να ψάχνουν ψύλλους στα άχυρα.

Λίγα μέτρα πιο κάτω στην Όθωνος  η εικόνα δύο άστεγων που τρώνε σούσι και cheese cake κάνει το γύρο του κόσμου στα κανάλια κάνοντας τους δανειστές μας να απορούν για τα χρήματα που αποδεσμεύουν για αυτή τη χώρα.

Κουβέντα πάντως δεν τους παίρνει κανένα εγχώριο ή ξένο λαγωνικό της δημοσιογραφίας.

Τσακώνονται μεταξύ τους για τη μοιρασιά από την οικοσκευή του διπλανού άστεγου που τους έχει εγκαταλείψει. Μήλον της έριδος το ποδήλατο. Φωνάζουν δυνατά για το ποιος θα το πάρει. Μόνο τότε καταφέρνουν να ακούσουν οι δημοσιογράφοι πώς αποκαλεί ο ένας τον άλλο: Παρασκευά και Ροβινσώνα, σα να είναι ναυαγοί στο κέντρο της Αθήνας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΕΔΩ:  Τόλης Αναγνωστόπουλος

***

Γίνετε μέλος της ομάδας μας “Βιβλίων Ορίζοντες” στο facebook πατώντας το παρακάτω σύνδεσμο

Βιβλίων Ορίζοντες

Επιμέλεια άρθρου : Καλλιόπη Γιακουμή

Please follow and like us:
error678
fb-share-icon
Tweet 124
fb-share-icon20

Related posts

7+1 δυνατά μυθιστορήματα στα οποία βασίζονται νέες ταινίες και σειρές

Καλλιόπη Γιακουμή

ΑΝΡΕΑΣ ΚΑΡΚΑΒΙΤΣΑΣ: Έλληνας! σου λέει ο άλλος. Δεν είναι παίξε γέλασε. Έχουμε τα κακά μας, δε λέω. Πήραμε δρόμο στραβό σαν το κακοκυβερνημένο πλεούμενο. Μα δεν είμαστε και ντιπ για πέταμα. Και να είμαστε για πέταμα, πάλι δε θα χαθούμε. Θέλουμε δε θέλουμε, θα ζήσουμε. Θα ζήσουμε και θα θεριέψουμε και θα δοξαστούμε, όπως και πρώτα.

Μεγακλής

10 λόγοι που κάνουν το ελληνικό θερινό σινεμά ακαταμάχητο κάθε καλοκαίρι !

Καλλιόπη Γιακουμή

Αφήστε Ένα Σχόλιο