Οι περισσότεροι ξέρετε τον Τζ. Ρ.Ρ. Τόλκιν και πολλοί από σας θα είδαν στην τηλεόραση ή τον κινηματογράφο κάποιο από τα βιβλία του. Το να συστήσουμε τον συγγραφέα που χάρισε στην ανθρωπότητα τις περιπέτειες του «Χόμπιτ» αλλά και την τριλογία του «Άρχοντα του Δαχτυλιδιών» μόνο υπερβολή μοιάζει! Θα σας πούμε μόνο όσα μπορέσαμε να συγκεντρώσουμε για την ζωή και το έργο του..
Ο φιλόλογος-γλωσσολόγος και διαπρεπής ακαδημαϊκός έγραψε το «Χόμπιτ» το 1937 ως παραμύθι για τη νυχτερινή ψυχαγωγία των παιδιών του, γράφοντας παράλληλα λογοτεχνική ιστορία -αν και εν αγνοία του-, καθώς από τις συγγραφικές περιπέτειες του «Άρχοντα» (ξεκίνησαν το 1954) θα γεννιόταν ένα τελείως ιδιότυπο λογοτεχνικό σύμπαν, με τη δική του ζωή και την κατάδική του γλώσσα!
Ο δομημένος μέχρι και την πιο μικρή λεπτομέρεια κόσμος της Μέσης Γης και οι περίπλοκες γλωσσικές διάλεκτοι που σκαρφίστηκε ο Τόλκιν για να αφηγηθεί τις ιστορίες της δημοφιλέστατης παρέας του τον κατατάσσουν σε έναν από τους κορυφαίους συγγραφείς του φανταστικού της νεότερης γενιάς, καθώς από τη λαοφιλία των βιβλίων του θα αναγεννιόταν το είδος της φανταστικής λογοτεχνίας!
Ο πλουραλισμός των πλασμάτων στο σύμπαν του Τόλκιν, οι πολιτικές συνδηλώσεις που ενέχουν και ο κρυμμένος τρόπος με τον οποίο μίλησε για μια σειρά καυτών θεμάτων της ανθρωπότητας φανερώνουν το ακαδημαϊκό του περιβάλλον, καθώς μιλάμε για λαμπρό λόγιο στοχαστή με λογοτεχνικές αναζητήσεις: ο Τόλκιν πέρασε χρόνια ολόκληρα εφαρμόζοντας τις γλωσσολογικές και φιλολογικές του γνώσεις για να χτίσει προσεκτικά τις γλώσσες, την ιστορία, τους λαούς και τη γεωγραφία της Μέσης Γης! Η συμπαγής μυθολογία του βασίστηκε πράγματι στην τεράστια γνώση του γύρω από την πρώιμη ευρωπαϊκή ιστορία και την κουλτούρα της Βόρειας Ευρώπης.
Ο Τζ. Ρ.Ρ. Τόλκιν έζησε εξάλλου μια άκρως μυθιστορηματική ζωή: πολέμησε στον Α’ Παγκόσμιο, πήρε μέρος στον Β’ Παγκόσμιο και έζησε από πρώτο χέρι τη φρίκη του αιματοκυλίσματος, που άφησε το στίγμα της στα βιβλία του.
Πολύ πριν από τις υπερεπιτυχημένες ταινίες λοιπόν της τριλογίας του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», η καλπάζουσα φαντασία, τα δημιουργήματα και οι χαρακτήρες του Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν είχαν γοητεύσει εκατομμύρια αναγνώστες σε ολόκληρο τον κόσμο. Ας δούμε γιατί…
Πρώτα χρόνια
Ο Βρετανός Τζον Ρόναλντ Ρούελ Τόλκιν γεννιέται στις 3 Ιανουαρίου 1892 στο Bloemfontein της Νότιας Αφρικής.
Λίγους μήνες αφότου γεννήθηκε, έπεσε θύμα απαγωγής. Η οικογένειά του κατοικούσε στη Νότια Αφρική κι ένας από τους μαύρους υπηρέτες του σπιτιού γοητεύτηκε τόσο από το χαριτωμένο νεογέννητο, που θέλησε να το πάρει μαζί του για να το δείξει στην οικογένειά του. Το επέστρεψε στους δικούς του την επόμενη μέρα, αλλά μία νύχτα ήταν αρκετή για να τρελαθεί η μητέρα του από την ανησυχία..
Σύντομα θα βρεθεί στην Αγγλία: 3 χρόνια μετά τη γέννησή του πεθαίνει ο πατέρας του και η μητέρα παίρνει λίγο αργότερα τον 4χρονο Ρόναλντ (όπως τον έλεγαν οι γονείς του) και τον αδελφό του και επιστρέφουν στα πάτρια εδάφη, στο Μπέρμινχαμ, καθώς δεν είχαν πια τρόπο να ζήσουν.
Η τραγωδία δεν εγκατέλειψε ωστόσο τη φαμίλια και το 1904 αφήνει την τελευταία της πνοή και η μητέρα: τα δυο αδέλφια στέλνονται σε συγγενείς, σε ανάδοχες οικογένειες, μέχρι που καθολικός ιερέας αναλαμβάνει πλήρως την κηδεμονία τους και τα παιδιά επιστρέφουν στο Μπέρμιγχαμ.
Διαπρέποντας στις σχολικές του επιδόσεις, το συνεσταλμένο αγόρι παίρνει το πρώτο του πτυχίο στη γλωσσολογία από το Exeter College, με ειδίκευση στις αγγλοσαξονικές και γερμανικές γλώσσες, αλλά και την κλασική λογοτεχνία. Κατόπιν κατατάχθηκε ως υπολοχαγός στον βρετανικό στρατό και πήρε μέρος στις αιματοβαμμένες μάχες του Α’ Παγκοσμίου, ξεκλέβοντας χρόνο στα χαρακώματα για να επιδίδεται στο αγαπημένο του χόμπι, τη συγγραφή.
Ο Τόλκιν γνώρισε από κοντά τη φρίκη του πολέμου, παίρνοντας μέρος σε πολλές μάχες του Μεγάλου Πολέμου με βαριές απώλειες, αν και ο ίδιος τη γλίτωσε. Αργότερα, εξαιτίας σοβαρής ασθένειας, θα επιστρέψει στην Αγγλία και θα απαλλαγεί από τα στρατιωτικά του καθήκοντα. Πριν αποστρατευθεί βέβαια παντρεύτηκε την Edith Bratt το 1916, με την οποία θα αποκτούσαν τέσσερα παιδιά…
Λούθιεν και Μπέρεν..
Ο Τόλκιν γνώρισε τον έρωτα της ζωής του σε ηλικία 16 ετών.
Την έλεγαν Έντιθ Μπρατ, ήταν 19 χρονών και ανταποκρίθηκε αμέσως στον νεαρό Τόλκιν.
Το καλοκαίρι του 1909 τους έμεινε αξέχαστο, καθώς περνούσαν κάθε λεπτό μαζί. Συνήθιζαν να πηγαίνουν για τσάι σε όσα μαγαζιά είχαν μπαλκόνι και πετούσαν κύβους ζάχαρης στους περαστικούς. Προσπαθούσαν πάντα να πετύχουν τη μέση του καπέλου τους. Αν οι ζάχαρες τελείωναν, απλά συνέχιζαν στο επόμενο τραπέζι.
Όμως, σύντομα εμφανίστηκε ένα εμπόδιο στο δρόμο τους.
Οι γονείς του Τόλκιν είχαν πεθάνει και κηδεμόνας του ήταν ο καθολικός ιερέας Φράνσις Εξέβιερ Μόργκαν, που απαγόρευσε στον νεαρό να ξαναδεί την προτεστάντισσα Έντιθ.
Πέρα από τη διαφορετική θρησκεία, ο Μόργκαν ανησυχούσε ότι οι σπουδές του Τόλκιν θα χαραμίζονταν, αν είχε μυαλό μόνο για έρωτες.
Γι’ αυτό μέχρι ο Τόλκιν να κλείσει τα 21 του χρόνια και να τελειώσει τις σπουδές του, δεν θα έβλεπε ξανά και δεν θα είχε καμία επικοινωνία με την Έντιθ.
Ο Τόλκιν υπάκουσε, καθώς λάτρευε τον ιερέα που του είχε φερθεί σαν πατέρας. Αν και ήταν εξαιρετικά δύσκολο να απομακρυνθεί απ’ την αγαπημένη του, έκανε υπομονή και για τρία χρόνια δεν αντάλλαξε ούτε κουβέντα με την Έντιθ.
Άντεξε μέχρι και τα 21α γενέθλιά του.
Τότε της έστειλε ένα γράμμα όπου της ζητούσε να τον παντρευτεί. Η Έντιθ του απάντησε ότι ήταν αρραβωνιασμένη, αλλά πρόθυμη να διαλύσει τον αρραβώνα για να μείνει μαζί του.
Ο μόνος λόγος που είχε δεχτεί την πρόταση άλλου, του είπε, ήταν επειδή νόμιζε ότι την είχε ξεχάσει.
Στις 8 Ιανουαρίου του 1913, την επισκέφτηκε και μετά από λίγες ώρες συζήτησης, ανακοίνωσαν τους αρραβώνες τους.
Παντρεύτηκαν τρία χρόνια αργότερα, τον Μάρτιο του 1916.
Σε γράμμα του, ο Τόλκιν σχολίασε ότι αν και οι γυναίκες ήταν λιγότερο ρομαντικές απ’ τους άντρες και έψαχναν την οικονομική ασφάλεια, ήταν περήφανος που η Έντιθ επέλεξε να παντρευτεί έναν άντρα χωρίς χρήματα και χωρίς δουλειά, που ήταν αρκετά πιθανό ότι θα πέθαινε στον πόλεμο.
Ο πόλεμος αυτός ήταν ασφαλώς ο Ά Παγκόσμιος.
Ο Τόλκιν καθυστέρησε να καταταχτεί, αλλά αναγκάστηκε μετά από δύο χρόνια λόγω της κοινωνικής κατακραυγής. Υπηρέτησε ως ανθυπολοχαγός στη μάχη του Σομμ το 1916, όπου έχασε τους περισσότερους παιδικούς και νεανικούς του φίλους.
Ο ίδιος στάθηκε τυχερός, όταν αρρώστησε από τις ψείρες που κυκλοφορούσαν στο στρατόπεδο και στάλθηκε μακριά από το πεδίο της μάχης. Δεν βρέθηκε στο μέτωπο ξανά μέχρι και το τέλος του πολέμου και μάλιστα για ένα διάστημα έμενε μαζί με τη σύζυγό του.
Ένα πρωί πήγαν μαζί ένα περίπατο στο δάσος και βρήκαν ένα ξέφωτο.
Η Έντιθ άρχισε ξαφνικα να χορεύει και ο Τόλκιν περιέγραψε τη στιγμή σε επιστολή του: “Εκείνες τις μέρες τα μαλλιά της ήταν κατάμαυρα, το δέρμα της αψεγάδιαστο και τα μάτια της έλαμπαν περισσότερο από ποτέ. Και τραγουδούσε και χόρευε”.
Από εκείνο τον περίπατο εμπνεύστηκε μία από τις διασημότερες ιστορίες του, τον έρωτα του θνητού Μπέρεν και της αθάνατης Λούθιεν. Η απόγονος της Λούθιεν, Άργουεν, είναι χαρακτήρας του “Άρχοντα των “Δαχτυλιδιών” και ερωτεύεται και αυτή τον θνητό Άραγκορν.
Αν και δεν αποκάλεσε ποτέ τη σύζυγό του με αυτό το όνομα, ο Τόλκιν ζήτησε στην ταφόπλακα τους, κάτω από το όνομα της Έντιθ, να γραφτεί το “Λούθιεν” και κάτω από το δικό του, το “Μπέρεν”.
Καριέρα ως ακαδημαϊκός και συγγραφέας
Μετά τον πόλεμο ο Τόλκιν επέστρεψε στα πανεπιστημιακά έδρανα για να συνεχίσει τις σπουδές του στη γλωσσολογία. Αφού αποφοιτήσει και από το Πανεπιστήμιο του Λιντς το 1920, λίγα χρόνια αργότερα θα βρεθεί στη φημισμένη Οξφόρδη ως διδακτικό προσωπικό, όντας πια καθηγητής φιλολογίας και γλωσσολογίας, πριν γίνει ένα από τα εκλεκτότερα μέλη του περίφημου βρετανικού πανεπιστημίου!
Την ίδια εποχή οι λογοτεχνικές του αναζητήσεις έγιναν πια το Νο 1 μέλημά του, με τον ίδιο να ιδρύει τον γνωστό λογοτεχνικό κύκλο της Αγγλίας «The Inklings», μέλη του οποίου ήταν οι συγγραφείς του φανταστικού Owen Barfield και C.S. Lewis (του «Χρονικού της Νάρνια»). Και ήταν ακριβώς στην Οξφόρδη, την ώρα που βαθμολογούσε ένα γραπτό, όταν έγραψε αυθόρμητα τη λέξη που θα άλλαζε τη λογοτεχνία του φανταστικού: το «χόμπιτ» εμφανίστηκε στο περιθώριο της πανεπιστημιακής εργασίας που διόρθωνε!
Το πολυβραβευμένο μυθιστόρημα «Το Χόμπιτ» κυκλοφόρησε το 1937 για να διηγηθεί τις περιπέτειες του τοσοδούλη Βilbo Baggins, χαρακτηριζόμενο αρχικά ως παιδικό βιβλίο, παρά το γεγονός ότι ο λόγιος συγγραφέας του αρνιόταν πάντα σθεναρά τον χαρακτηρισμό, αναφέροντας ότι ποτέ δεν το έγραψε για παιδιά (παρά το γεγονός ότι ξεκίνησε σαν παραμύθι για τα παιδιά του). Ο ίδιος ο Τόλκιν φιλοτέχνησε περισσότερα από 100 σχέδια για να συνοδεύσει τη διήγηση.
Παρά την πολύ καλή πορεία του βιβλίου εισπρακτικά, ο κύριος καθηγητής επέστρεψε σύντομα στα πανεπιστημιακά του καθήκοντα, εκδίδοντας γλωσσολογικά και φιλολογικά δοκίμια. Πάντα ωστόσο ξέκλεβε χρόνο από τις ακαδημαϊκές του υποχρεώσεις για να αναπτύξει τη δουλειά που θα τον έκανε γνωστό στα πέρατα της οικουμένης.
Το πρώτο μέρος του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», η «Συντροφιά του Δαχτυλιδιού», κυκλοφόρησε το 1954 εμπνευσμένη από τους αρχαίους θρύλους της Βόρειας Ευρώπης. Διέθετε χάρτες, δική της γλώσσα και παραδόσεις, ένα πλήρες φανταστικό λογοτεχνικό σύμπαν δηλαδή που όμοιό του σπάνια ξανασυνάντησε ο κόσμος της γραφής!
Οι «Δύο Πύργοι» και «Η Επιστροφή του Βασιλιά» κυκλοφόρησαν το 1955 για να ολοκληρωθεί η τριλογία, φέρνοντας το παγκόσμιο κοινό σε επαφή με ξωτικά, γκόμπλιν, μάγους, νάνους, δέντρα που μιλάνε και όλων των λογιών τα φανταστικά πλάσματα που συναντάμε στον κόσμο του Τόλκιν.
Παρά το γεγονός ότι ούτε από τον «Άρχοντα» έλειψαν οι πικρόχολες κριτικές και τα δηκτικά σχόλια, το παγκόσμιο κύμα των αναγνωστών έκανε την τριλογία μπεστ-σέλερ στα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου, με το πράγμα να παίρνει κατόπιν τη μορφή μανίας: οι θαυμαστές του Τόλκιν έφτιαξαν λογοτεχνικές λέσχες για την ανάλυση των βιβλίων, μάθαιναν τις μυθιστορηματικές του γλώσσες και επιδόθηκαν σε όλων των ειδών τις υπερβολές για να τιμήσουν τον συγγραφέα.
Ο Τόλκιν αποσύρθηκε από τα ακαδημαϊκά του καθήκοντα, τη βασική του ενασχόληση στη ζωή, το 1959, εκδίδοντας κατόπιν μια πραγματεία αλλά και μια ποιητική συλλογή («Το φύλλο και το δέντρο»), για να κλείσει τον εκδοτικό του κύκλο με ένα ακόμα μυθιστόρημα του φανταστικού, τον «Σιδερά του Μεγάλου Δασοχωριού».
Η παντοτινή του σύντροφος πέθανε το 1971 και δύο χρόνια αργότερα την ακολούθησε και ο Τζον Τόλκιν, ο οποίος έφυγε από τη ζωή στις 2 Σεπτεμβρίου 1973, σε ηλικία 81 ετών.
«Ο βλάκας με την κόκκινη μούρη»
Το 1938, ο γερμανικός εκδοτικός οίκος “Rütten & Loening Verlag” ήθελε να εκδόσει το “Χόμπιτ” στη Γερμανία, αλλά πριν το κάνει αυτό, έπρεπε να σιγουρευτεί ότι ο Τόλκιν ανήκε στην άρια φυλή. Έντιθ και Τζον Τόλκιν
Του έστειλαν ένα γράμμα ρωτώντας τον ακριβώς αυτό και ο Τόλκιν, που χαρακτήριζε τη θεωρία περί ανώτερης φυλής ως κακοήθη και αντιεπιστημονική, έγινε έξω φρενών.
Έστειλε δύο διαφορετικές απαντήσεις στον εκδότη του, μία πιο ήπια και μία πιο υβριστική και του είπε να στείλει όποια ήθελε.
Ο εκδότης του έστειλε την πρώτη και η “εξαγριωμένη” επιστολή έμεινε πίσω.
Ο Τόλκιν είχε αποκαλέσει τον Χίτλερ “ο βλάκας με την κόκκινη μούρη”.
Κληρονομιά
Τόσο η τριλογία του «Άρχοντα» όσο και το «Χόμπιτ» περιλαμβάνονται στα δημοφιλέστερα λογοτεχνήματα του κόσμου, έχοντας ήδη πουλήσει δεκάδες εκατομμύρια αντίτυπα. Ο σκηνοθέτης Πίτερ Τζάκσον μετέφερε στον κινηματογράφο την ανάρπαστη τριλογία με εντυπωσιακό τρόπο, ενώ πλέον διανύουμε την εποχή της κινηματογραφικής μεταφοράς του «Χόμπιτ», το οποίο θα γίνει κι αυτό κινηματογραφική τριλογία.
Μετά τον θάνατο του Τόλκιν, ο γιος του, Κρίστοφερ, αποφάσισε να εκδώσει μια σειρά από έργα που είχε αφήσει ο φοβερός συγγραφέας ημιτελή, τόσο λογοτεχνικά κείμενα του φανταστικού, όσο και ποιήματα, διηγήματα και πανεπιστημιακές μελέτες.
Από τα ανέκδοτα λογοτεχνικά του έργα που κυκλοφόρησαν μεταθανάτια ξεχωρίζουν τα «Σιλμαρίλλιον», «Ατέλειωτες Ιστορίες» και «Τα παιδιά του Χούριν”.
Οι Beatles και ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών
Στην 76η απονομή των Όσκαρ, στις 29 Φεβρουαρίου του 2004, η τρίτη ταινία του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών κέρδισε και τα 11 Όσκαρ για τα οποία ήταν υποψήφια.
Ανάμεσα στο κοινό βρισκόταν και ο Πολ Μακάρτνεϊ που έσπευσε να συγχαρεί τον σκηνοθέτη της τριλογίας, Πίτερ Τζάκσον και του αποκάλυψε ότι στα νιάτα του, είχε θελήσει κι αυτός να γυρίσει μία τέτοια ταινία.
Ήταν ιδέα του Τζον Λένον, ο οποίος ήθελε να υποδυθεί το Γκόλουμ, ενώ ο Πολ θα έπαιζε τον Φρόντο, ο Ρίνγκο Σταρ τον Σαμ και ο Τζορτζ Χάρισον τον Γκάνταλφ.
Δυστυχώς για τα “Σκαθάρια”, ο Τόλκιν είχε ακόμα τα δικαιώματα και δεν τους έδωσε ποτέ την άδεια να γυρίσουν την ταινία.
Ο λόγος, πολλοί πιστεύουν, ήταν η απέχθεια του Τόλκιν για τη «φασαρία». Το 1953 μετακόμισε σε μία περιοχή της Οξφόρδης που πίστευε ότι θα ήταν ήσυχη, αλλά για κακή του τύχη, διαψεύστηκε.
Η κίνηση από τα αυτοκίνητα στο δρόμο, οι γείτονες, τα σκυλιά, τα ραδιόφωνα τρέλαιναν τον ίδιο και την άρρωστη γυναίκα του. Αλλά πιο ενοχλητικοί απ’ όλους ήταν κάποιοι νεαροί γείτονες, οι οποίοι θύμιζαν στον Τόλκιν τους Beatles:
“Σε ένα σπίτι λίγο πιο δίπλα, έμεναν ορισμένοι νεαροί άνδρες που προσπαθούσαν να γίνουν σαν το συγκρότημα Beatles. Τις ημέρες που επέλεγαν να εξασκηθούν, η φασαρία ήταν απερίγραπτη.”
Γίνετε μέλος της ομάδας μας “Βιβλίων Ορίζοντες” στο facebook πατώντας το παρακάτω σύνδεσμο
Επιμέλεια άρθρου Καλλιόπη Γιακουμή
Πηγές: Newsbeast, Μηχανή του χρόνου, βικιπαίδεια