Χανς Κρίστιαν Άντερσεν: Ο παραμυθάς που αγαπήσαμε..
Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν υπήρξε ο πρώτος Δανός συγγραφέας που κατάφερε να αναδειχθεί από την χαμηλή τάξη χωρίς να ανήκει σε πλούσια ή έστω αστική οικογένεια και κέρδισε τεράστια φήμη ως μυθιστοριογράφος, δραματουργός, ποιητής αλλά κυρίως ως συγγραφέας παραμυθιών με τεράστια συμβολή στην παγκόσμια λογοτεχνία.
Γεννήθηκε στις 2 Απριλίου του 1805 στο Odense της Δανίας. Ο πατέρας του ήταν τσαγκάρης και η μητέρα του κέρδιζε κάποια χρήματα πλένοντας ρούχα για διάφορες οικογένειες, ενώ ο ίδιος ήταν μοναχοπαίδι. Οι γονείς του τον πρόσεχαν και θέλησαν να του καλλιεργήσουν έντονα την φαντασία του.
Δυστυχώς, ο πατέρας του πέθανε σε νεαρή ηλικία και ο μικρός Χανς έμεινε μόνος με τη μητέρα του προσπαθώντας να βγάλουν τα προς το ζην. Η ανατροφή όμως από τους γονείς του δεν ταίριαζε καθόλου με τα επαγγέλματα του τσαγκάρη και του ράφτη που αρχικά σκέφτηκε να ακολουθήσει για να βοηθήσει στα οικογενειακά βάρη.
Ενώ είχε ήδη ξεκινήσει να μαθαίνει την τέχνη της ραπτικής, κατάφερε να πείσει την μητέρα του να τον αφήσει να δοκιμάσει την τύχη του στην Κοπεγχάγη. Όταν μάλιστα εκείνη τον ρώτησε με ποιο στόχο θα πήγαινε στην πόλη ο Άντερσεν απάντησε ¨Θα γίνω διάσημος! Πρώτα υποφέρεις σκληρά και έπειτα έρχεται η αναγνώριση¨.
Για τρία χρόνια ο συγγραφέας ζούσε σε μία από τις πιο υποβαθμισμένες περιοχές της Κοπεγχάγης. Προσπάθησε να γίνει τραγουδιστής, χορευτής, έδωσε μάλιστα και εξετάσεις για να γίνει ηθοποιός καθώς λάτρευε το θέατρο και κατάφερνε να αποστηθίζει ολόκληρες σκηνές από τα έργα που έβλεπε αλλά το παρουσιαστικό του δεν τον βοηθούσε να τα καταφέρει.
Έτσι επικεντρώθηκε στην ποίηση και το γράψιμο και τελικά σε ηλικία 17 ετών κατάφερε να βρει έναν κυβερνητικό αξιωματούχο ο οποίος τον πήρε υπό την προστασία του και φρόντισε να του δώσει μια ευκαιρία να μορφωθεί κανονίζοντας να λάβει μία υποτροφία. Ωστόσο, ο Άντερσεν ήταν ένας μέτριος φοιτητής με αποτέλεσμα να μην καταφέρει ποτέ να μορφωθεί ουσιαστικά. Δεν κατάφερε ποτέ να μάθει να γράφει στα δανικά με αποτέλεσμα το στυλ γραφής του να παραμείνει προσκολλημένο στην ομιλουμένη γλώσσα κάτι βέβαια που έκανε τα κείμενά του να ακούγονται φρέσκα ακόμα και στις μέρες μας σε σύγκριση με έργα άλλων συγγραφέων εκείνης της εποχής.
Αφού ξόδεψε 7 χρόνια στο σχολείο κυρίως υπό την επίβλεψη του διευθυντή που μάλλον μισούσε, γιόρτασε το πέρασμα του από τις πανεπιστημιακές εξετάσεις γράφοντας το πρώτο του αφήγημα. Η ιστορία του σημείωσε μεγάλη επιτυχία και σύντομα ακολούθησε μια συλλογή ποιημάτων. Η καριέρα του ως συγγραφέας είχε ήδη ξεκινήσει αφήνοντας πίσω του τα δύσκολα χρόνια που είχε περάσει.
Το 1835 το πρώτο μυθιστόρημα του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν με τίτλο The Improvisatoren, ήταν γεγονός, ενώ εκείνη την περίοδο εξέδωσε και την πρώτη του έκδοση από παραμύθια η οποία δεν έκανε την επιτυχία που θα συναντούσε λίγο αργότερα ο συγγραφέας.
Το μυθιστόρημά του Improvisatoren, στηριζόταν όπως και οι περισσότερες νουβέλες του στα προσωπικά του βιώματα σημειώνοντας επιτυχία όxi μόνο στη Δανία αλλά τόσο στην Αγγλία όσο και στην Γερμανία. Μάλιστα, έγραψε και άλλα πέντε μυθιστορήματα αλλά ήταν προφανές ότι αυτό το είδος δεν ήταν εκείνο που θα τον ξεχώριζε. Πολλά από τα ποιήματα που έγραψε ωστόσο, αποτελούν ακόμα και σήμερα ένα μέρος της λαϊκής δανικής λογοτεχνίας κάνοντάς τα, τα αμέσως πιο σημαντικά γραπτά του ύστερα από τα παραμύθια, τα ταξιδιωτικά βιβλία και την αυτοβιογραφία του.
Ο δια βίου εργένης Άντερσεν συχνά αναστάτωνε τη ζωή του με ερωτικά ειδύλλια, μεταξύ των οποίων και εκείνο με την τραγουδίστρια Jenny Lind, ενώ τον περισσότερο καιρό ζούσε φιλοξενούμενος στα σπίτια πλουσίων της Δανίας. Κατάφερε να ταξιδέψει σε πολλές χώρες της Ευρώπης και να γίνει φίλος με μερικούς ιδιαίτερα γνωστούς Ευρωπαίους. Κάπως έτσι γνωρίστηκε και με τον Άγγλο συγγραφέα Κάρολο Ντίκενς.
Η ενασχόλησή του με τα παραμύθια ξεκίνησε με τον συγγραφέα να επαναλαμβάνει τις ιστορίες που του είχαν διηγηθεί ως παιδί τόσο η γιαγιά του αλλά και άλλοι. Σύντομα, θα ξεκινούσε να γράφει τις δικές του ιστορίες, οι περισσότερες εκ των οποίων είναι εντελώς πρωτότυπες όταν τις μετέφερε στο χαρτί.
Η πρώτη του συλλογή με παραμύθια γράφτηκε τη διετία 1835-1837 περιλαμβάνοντας 19 ιστορίες με τον τίτλο ‘Παραμύθια για Παιδιά’. Το 1845 ο τίτλος άλλαξε σε ‘New fairy Tales’ και οι τέσσερις σειρές που κυκλοφόρησαν με αυτό τον τίτλο περιελάμβαναν 22 πρωτότυπες ιστορίες οι οποίες αποτέλεσαν και τις πιο σημαντικές του συγγραφέα. Τα χρόνια που ακολούθησαν ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν κυκλοφόρησε μεγάλο αριθμό παραμυθιών. Η τελευταία του ιστορία εμφανίστηκε το 1872, ενώ ανάμεσα στα πιο γνωστά του παραμύθια μπορεί να βρει κάποιος ‘Το Ασχημόπαπο’, ‘Η Βασιλοπούλα και το ρεβίθι’, ‘Η Μικρή Γοργόνα’, ‘Η Τοσοδούλα’, ΄Το κοριτσάκι με τα σπίρτα΄, ‘Το μολυβένιο στρατιωτάκι’ και πολλά ακόμα.
Στην αρχή ο Άντερσεν δεν ένιωθε περήφανος για την ενασχόλησή του με τα παραμύθια και αφού συνομίλησε με φίλους αλλά και Δανούς κριτικούς σκέφτηκε να τα παρατήσει. Ευτυχώς για εμάς αυτό δεν συνέβη καθώς αργότερα κατάλαβε ότι τα παραμύθια και οι ιστορίες του θα μπορούσαν να αποτελούν κομμάτια της παγκόσμιας ποίησης, της ποίησης δηλαδή που υπάρχει σε κάθε πολιτισμό.
Άρχισε να βλέπει τα παραμύθια ως την ποίηση του μέλλοντος, συνδυάζοντας την λαϊκή τέχνη και τη λογοτεχνία με στοιχεία τραγικά αλλά και κωμικά όπως ακριβώς συμβαίνει και στην πραγματική ζωή. Οι ιστορίες του αποκάλυπταν έναν πλούσιο φανταστικό κόσμο και ενώ τα παιδιά μπορούν να απολαύσουν τα περισσότερα από αυτά οι πιο καλογραμμένες και ενδιαφέρουσες ιστορίες του διαβάζονται εξίσου εύκολα και ευχάριστα και από ενήλικους αναγνώστες.
Εκείνο που ξεχωρίζει τα παραμύθια του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν και μέχρι σήμερα τα φέρνει πρώτα στις προτιμήσεις τόσο των γονιών όσο και των παιδιών είναι τα διαφορετικά νοήματα που μπορεί κανείς να αποκομίσει διαβάζοντας τα κάτι που μόνο μεγάλοι λογοτέχνες μπορούν να επιτύχουν. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 125 γλώσσες ενώ τα παραμύθια του ‘Ο γιος του μπαλωματή’ που αποτελεί την ιστορία της ζωής του και ‘Η ιστορία της μητέρας’ έχουν μεταφραστεί σε όλες τις γλώσσες του κόσμου.
Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν άφησε την τελευταία του πνοή στις 4 Αυγούστου του 1875 στην Κοπεγχάγη αφήνοντας έναν ασύλληπτο λογοτεχνικό θησαυρό πίσω του για να ταξιδεύει τόσο τους μικρούς αλλά και τους μεγαλύτερους θαυμαστές του.
Οι απορρίψεις
Το 1819 εγκαταστάθηκε στην Κοπεγχάγη, όπου σκόπευε να ακολουθήσει καριέρα στο θέατρο ως τραγουδιστής, χορευτής και ηθοποιός.
Αλλά οι απογοητεύσεις έρχονταν η μία μετά την άλλη.
Παρουσίασε μία δική του χορογραφία στη διάσημη μπαλαρίνα Άννα Σολ.
Η εντύπωση που της έκανε ήταν τόσο αρνητική, που τον έδιωξε με τις κλωτσιές από το στούντιό της. Ο διευθυντής του βασιλικού θεάτρου τον συμβούλευσε να επιστρέψει στην Οντένσε και να ασχοληθεί με κάποια άλλη τέχνη, γιατί στο θέατρο δεν είχε μέλλον.
Το σπίτι που γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Άντερσεν … |
Ο Άντερσεν, ξεροκέφαλος και επίμονος, δεν εγκατέλειψε την προσπάθεια και επισκέφτηκε απρόσκλητος τον διευθυντή της βασιλικής χορωδίας.
Ο διευθυντής δειπνούσε με στενούς του φίλους και ο Άντερσεν, δίχως ντροπή και δισταγμό, άρχισε να τραγουδά και να απαγγέλλει Σέξπιρ μπροστά τους. Το θάρρος του εντυπωσίασε το συνθέτη Βέις, που αποφάσισε να τον εκπαιδεύσει. Δυστυχώς μέσα σε ένα χρόνο, η φωνή του Άντερσεν άρχισε να εξασθενεί και για ακόμα μία φορά, του πρότειναν να επιστρέψει στην Όντενσε.
Ο «αμόρφωτος» συγγραφέας…
Μετά από πολλές απορρίψεις, ο Άντερσεν αποφάσισε να ασχοληθεί με το θέατρο όχι ως ηθοποιός, αλλά ως συγγραφέας.
Το 1821 έγραψε μία τραγωδία, αλλά το κείμενο ήταν τόσο ανορθόγραφο που όσοι το διάβασαν θεώρησαν ότι ο Άντερσεν τους κορόιδευε. Ο μοναδικός που αντέδρασε θετικά ήταν ο αξιωματικός του ναυτικού και μετέπειτα μεταφραστής του Σέξπιρ, Πίτερ Φρέντερικ Γουφ.
Χανς Κρίστιαν Άντερσεν … |
Ο αξιωματικός αντιλήφθηκε την αξία του Άντερσεν ως συγγραφέα και έπεισε το βασιλικό θέατρο να τον προσλάβει, αφού όμως ολοκλήρωνε τη σχολική του εκπαίδευση.
Έτσι, ο Άντερσεν επέστρεψε στο σχολείο σε ηλικία 17 ετών.
Τα πρώτα χρόνια ο ενθουσιασμός του ξεπερνούσε το άγχος του, αλλά καθώς οι εξετάσεις δυσκόλευαν, ο Άντερσεν άρχισε να παραλύει.
Φοβόταν μην απογοητεύσει τους μέντορές του στο θέατρο και περιέγραφε τα συναισθήματά του στο ημερολόγιό του: «Τι θα γίνει με εμένα; Ποια θα είναι η κατάληξή μου; Η δυνατή φαντασία μου θα με οδηγήσει στο άσυλο των τρελών και η οργή μου θα γίνει η αυτοκτονία μου. Πριν, αυτά τα δύο στοιχεία θα με έκαναν μεγάλο συγγραφέα! Ω Θεέ μου!»
Με πολλή προσπάθεια και κούραση, ο Άντερσεν κατάφερε να πάρει πανεπιστημιακό πτυχίο στη φιλοσοφία και τη φιλολογία το 1829.
Μέσα στα επόμενα χρόνια, κυκλοφόρησαν σύντομες ιστορίες του που δέχτηκαν πολύ καλές κριτικές και έτσι σταδιακά, ξεκίνησε η ένδοξη πορεία του προς την παγκόσμια αναγνώριση.
Το 1833 το όνομα του Άντερσεν έφτασε στην αυλή του βασιλιά Φρειδερίκου Στ’, που δέχτηκε να χρηματοδοτήσει τα ταξίδια του συγγραφέα στην Ευρώπη, βάσει τον οποίων θα συνέθετε ταξιδιωτικά ημερολόγια.
Ο Άντερσεν είχε βρει επιτέλους το ταλέντο του.
Οι ερωτικές απογοητεύσεις και η σεξουαλική αποχή..
Όλοι οι βιογράφοι του Άντερσεν συμφωνούν ότι ο συγγραφέας δεν είχε ποτέ σεξουαλική επαφή στη ζωή του.
Αυτό όμως δεν σήμαινε ότι δεν ένιωθε σεξουαλική επιθυμία.
Ο Άντερσεν έγραφε στο ημερολόγιό του κάθε φορά που αυνανιζόταν και τις ημέρες που η εμπειρία ήταν ιδιαίτερα ευχάριστη, σημείωνε ένα σταυρό δίπλα στην ημερομηνία.
Αρνούνταν όμως πεισματικά να συνευρεθεί με γυναίκα που δεν ήταν ερωτευμένος και δυστυχώς, όσες είχε κυνηγήσει, δεν ανταπέδιδαν τα συναισθήματά του.
Ο παιδικός του έρωτας ήταν η Ρίμποργκ Βόιτ, αδελφή ενός συμμαθητή του Άντερσεν.
Η πανέμορφη έφηβη απέρριψε τον έρωτα του Άντερσεν και του ανακοίνωσε ότι ήταν ήδη αρραβωνιασμένη.
Ο συγγραφέας ένιωσε απόγνωση να τον κατακλύζει και γέμισε σελίδες στο ημερολόγιό του με τον ψυχικό του πόνο.
Το 1833 ερωτεύτηκε την Λουίζ, την κόρη του μέντορά του στο θέατρο, Γιόνας Κόλιν.
Για ακόμα μία φορά όμως, η κοπέλα αρνήθηκε τον Άντερσεν και επέλεξε να αρραβωνιαστεί με άλλο άντρα.
Ορισμένοι βιογράφοι υποστηρίζουν ότι ο Άντερσεν έτρεφε ρομαντικά συναισθήματα και για τον αδελφό της Λουίζ, Έντβαρντ. Δεν έχει αποδειχτεί όμως ότι ήταν αμφιφυλόφιλος.
Ο συγγραφέας είχε ζήσει πολύ καιρό με την οικογένεια Κόλιν και διατήρησε στενές σχέσεις μαζί τους μέχρι και το θάνατό του.
Το 1837 ο 32χρονος Άντερσεν ερωτεύτηκε τη 16χρονη Σόφι Όρστεντ, κόρη του διάσημου επιστήμονα Χανς Κρίστιαν Όρστεντ, που συνέβαλε στην ανακάλυψη του ηλεκτρομαγνητισμού.
Η κοπέλα ανήκε σε πολύ ψηλότερη κοινωνική θέση απ’ τον Άντερσεν και δεν υπήρχαν πραγματικές πιθανότητες να δεχτεί την πρόταση γάμου που της έκανε. Σε επιστολή, της έγραφε: «Τώρα δεν θα παντρευτώ ποτέ! Δεν υπάρχουν άλλα κορίτσια για εμένα. Κάθε μέρα γίνομαι όλο και πιο εργένης. Μέχρι χθες ήμουν ανάμεσα στους νεαρούς, τώρα ξαφνικά γέρασα. Αχ Σόφι μου, αν ήξερες πόσο χαρούμενη θα σε έκανα, αρκεί να είχα τα χρήματα».
Τζένι Λιντ … |
Ο τελευταίος μεγάλος έρωτας της ζωής του ήταν η σουηδή σοπράνο Τζένι Λιντ. Γνωρίστηκαν το 1843 στη Κοπεγχάγη και ο Άντερσεν μαγεύτηκε από τη φωνή και την ευαισθησία της. Συναντήθηκαν συχνά σε διάφορα ταξίδια τους και ανέπτυξαν πολύ στενή σχέση, που δυστυχώς όμως δεν είχε αίσιο τέλος. Το 1846, σε ένα πρωτοχρονιάτικο πάρτι, η Λιντ τον αποκαλούσε συνεχώς «αδελφό» της και ο Άντερσεν αντιλήφθηκε ότι δεν συμμεριζόταν τον έρωτά του.
Παρ’ όλα αυτά της έκανε πρόταση γάμου, την οποία έγραψε σε επιστολή, γιατί ντρεπόταν να της μιλήσει.
Ο Άντερσεν βίωσε την απόρριψη για ακόμα μία φορά.
Στα ταξίδια του στην Ιταλία, ο συγγραφέας ένιωθε να δέχεται επίθεση από τις αισθησιακές γυναίκες που έβλεπε στους δρόμους, πολλές από τις οποίες προσέφεραν τις σεξουαλικές τους υπηρεσίες. Μία μέρα, μπήκε σε πειρασμό να δεχτεί την πρόταση μία πανέμορφης πόρνης, αλλά τελικά δεν υπέκυψε και έγραψε στο ημερολόγιό του: «Με ερέθισε, αλλά αντιστάθηκα στον πειρασμό! Αν είμαι ακόμα αθώος όταν γυρίσω στην πατρίδα, θα παραμείνω αθώος!»
Ο μεγάλος παραμυθάς πίστευε στον ανεκπλήρωτο, ρομαντικό έρωτα μέχρι το τέλος της ζωής του.
Επισκέφθηκε και την Ελλάδα τον Μάρτιο του 1841. Στο οδοιπορικό του «Το Παζάρι ενός ποιητή», περιγράφει τις εμπειρίες του από την παραμονή του στην Αθήνα.
Επισκέφθηκε το Θησείο, το Φάληρο, τον Κολωνό και σχεδόν καθημερινά την Ακρόπολη. Επίσης, τόλμησε να φθάσει στα χωριά των Μεσογείων και στην Πεντέλη, περιοχές που έκρυβαν κινδύνους εξαιτίας των λήσταρχων της εποχής.
Την άνοιξη του 1872 και ενώ τα παραμύθια του τον είχαν κάνει διάσημο στη χώρα του, ο Άντερσεν έπεσε από το κρεβάτι του και χτύπησε σοβαρά.
Δεν ξανάγινε ποτέ τελείως καλά και στις 4 Αυγούστου του 1875 πέθανε, σε ηλικία 70 ετών.
Αποφθέγματα
- -“Το να ζεις μόνο δεν είναι αρκετό, είπε η πεταλούδα. Πρέπει να έχεις λιακάδα, ελευθερία και ένα μικρό λουλούδι”
- -“Να είσαι χρήσιμος στον κόσμο, είναι ο μόνος τρόπος να είσαι ευτυχισμένος”
- -“Η ζωή είναι μια ωραία μελωδία. Μόνο οι στίχοι είναι λίγο μπερδεμένοι”
- -“Οτιδήποτε βλέπεις, μπορεί να γίνει ένα παραμύθι και μπορείς να βγάλεις μια ιστορία από οτιδήποτε αγγίξεις”
- -“Αλλά μια γοργόνα δεν έχει δάκρυα, γι’ αυτό υποφέρει πολύ περισσότερο”
Τα καινούρια ρούχα του αυτοκράτορα
Η ιπτάμενη κασέλα
Το κινέζικο αηδόνι
Το ασχημόπαπο
Το κορίτσι με τα σπίρτα
Ο μολυβένιος στρατιώτης
Η πριγκίπισσα και ο χοιροβοσκός
Η βοσκοπούλα και ο καπνοδοχοκαθαριστής
Η μικρή γοργόνα
Γιάννης ο κουτός
Ο στρατιώτης και το τσακμάκι
Ο Μεγάλος Κλάους και ο Μικρός Κλάους
Η βασίλισσα του χιονιού
Ο Γέρος με την άμμο
Τα λουλούδια της μικρής Άιντα
Το αγόρι που δε φοβόταν
Το έλατο
Η πριγκίπισσα και το μπιζέλι
Ο κηπουρός και τα αφεντικά του
Το γαϊδουράγκαθο
Γίνετε μέλος της ομάδας μας “Βιβλίων Ορίζοντες” στο facebook πατώντας το παρακάτω σύνδεσμο
Επιμέλεια άρθρου Καλλιόπη Γιακουμή