Η άποψη της Καλλιόπης Γιακουμή για το βιβλίο
.
Ο Κωνσταντίνος Κέλλης είναι ένας “κακός” άνθρωπος.
Ένας κακός άνθρωπος που έχει ανακαλύψει το μυστικό για να τυραννάει τους άλλους, τους πρωταγωνιστές του, όσο και τους αναγνώστες. Δεν επιχειρεί απλά να μας τρομάξει, όπως θα έκανε ένα σκανδαλιάρικο παιδί έτοιμο να ορμήσει από την κρυψώνα του φωνάζοντας δυνατά, ενώ κουνάει τα χέρια πέρα δώθε. Δεν του αρκεί να μας κόψει την αναπνοή και μετά να μας αφοπλίσει με το αθώο χαμόγελο του. Αυτό που θέλει ο Κωνσταντίνος Κέλλης, είναι να παραμείνουμε με κομμένη την ανάσα, να ψάχνουμε απεγνωσμένα να βρούμε λίγο αέρα κι αυτός να κλείνει τα παράθυρα το ένα μετά το άλλο. Οι ήρωες του δεν ζουν απλά τον φόβο, ζουν μέσα στον φόβο κι εμείς μαζί τους. Δεν είναι ένας συγγραφέας που γράφει θρίλερ, όπου οι πρωταγωνιστές πέφτουν θύματα των αλλεπάλληλων χτυπημάτων μιας δυσμενής μοίρας και απρόβλεπτων καταστάσεων που δημιουργούν το άγχος και μας κρατούν σε αγωνία. Το άγχος του πέφτει λίγο του Κωνσταντίνου Κέλλη, γελάει με την αγωνία μας. Ξέρει πως το κακό έχει σκοπό, έχει σχέδιο, δεν αφήνει τίποτα στην τύχη, έρχεται για να μείνει. Γι’ αυτό ο ίδιος, του έχει ετοιμάσει ένα μεγάλο σπίτι, έναν σκοτεινό λαβύρινθο όπου παγιδεύει τους άμοιρους χαρακτήρες που γεννάει η πένα του, οδηγώντας τους με μαθηματική ακρίβεια στην τρέλα και βυθίζοντας όλους εμάς σε μια βαθιά απόγνωση.
Στα θρίλερ υπάρχει πάντα η ελπίδα πως θα ξημερώσει ένα καινούργιο αύριο. Στη “σκιά στο σπίτι” κυριαρχεί μόνο το σκοτάδι των σπασμένων ονείρων του χτες. Ο συγγραφέας ξέρει πολύ καλά τι κάνει, εξ άλλου δεν είχε ποτέ την πρόθεση απλά να μας τρομάξει. Αυτό που ήθελε εξ αρχής ήταν να μας τρομοκρατήσει, και το καταφέρνει περίφημα.
Ποιο είναι όμως το μυστικό του; Τι είναι αυτό που ξεχωρίζει τα θρίλερ, ακόμα και τα θρίλερ μυστηρίου, από ένα μυθιστόρημα όπου ο τρόμος δεν περιορίζεται στα αισθήματα, αλλά γίνεται καθεστώς;
Ένα καλό θρίλερ μπορεί να σου προκαλέσει ανατριχίλες, να σε λούσει στον κρύο ιδρώτα, να σε βυθίσει στη πολυθρόνα όπου κάθεσαι μέχρι να γίνεις ένα με αυτήν. Να σε κάνει να θέλεις ν’ ανοίξεις το στόμα σου για να φωνάξεις, αλλά η κομμένη σου ανάσα να παράγει μόνο σιωπή, να θέλεις να πας να κοιμηθείς αλλά να παρατάς γρήγορα τη σκέψη να κλείσεις το φως.
Ένα καλό θρίλερ τα καταφέρνει όλα αυτά, όμως κάποια στιγμή αποκοιμάσαι στην πολυθρόνα και την επόμενη μέρα οι έντονες συγκινήσεις ξεχνιούνται γρήγορα, όπως ο χθεσινός εφιάλτης ξεθωριάζει στις πρώτες ακτίνες του πρωινού φωτός. Ένα καλό θρίλερ εισβάλει βίαια στη ζωή σου και την κάνει άνω κάτω, όμως όσο απότομα μπήκε, τόσο γρήγορα βγαίνει από τη ζωή σού, αναπόφευκτα και ανεπιστρεπτί.
“Η σκιά στο σπίτι” όμως δεν είναι ένα απλό θρίλερ, δεν ψάχνει για το εφήμερο, δε χρησιμοποιεί «jump scare» σε κάθε απρόσκλητη στροφή του σεναρίου, δε καταφεύγει σε φθηνά εφέ για να σε αποκόψει από τον δικό σου κόσμο της συνηθισμένης, ασφαλούς πραγματικότητας. Δεν παίζει με το φως, δεν το λιγοστεύει σιγά σιγά ή απότομα μέχρι να σε καταπιεί τελείως και να σε αφήσει ολομόναχο με τον εκκωφαντικό χτύπο της καρδιάς σου. Δεν σε βυθίζει στο σκοτάδι, στην αταβιστική πηγή του τρόμου που φωλιάζει μέσα σε κάθε άνθρωπο από την εποχή τον σπηλαίων. Εν ολίγης δεν έχει ανάγκη από τα εύκολα, πολυφορεμένα κόλπα που τόσο συχνά βρίσκουν τη θέση τους στις κινηματογραφικές ταινίες του είδους. Ο Κωνσταντίνος Κέλλης δεν έχει ανάγκη από τέτοια τεχνάσματα, δεν ασχολείται με τη νυχιά, το δάγκωμα, τη μαχαιριά. Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι η πληγή, είναι η αιμορραγία. Μια πληγή που παραμένει ανοιχτή, που δεν επουλώνεται, που συνεχίζει να λεκιάζει με μαύρο αίμα έναν άχρηστο επίδεσμο. Ο Κωνσταντίνος Κέλλης δεν σε ξεγελάει με φανταχτερά πυροτεχνήματα. Κρατάει τις υποσχέσεις του, σε ρίχνει βαθιά στο κέντρο του πεδίου της μάχης και δε γνωρίζεις αν θα σε βγάλει ποτέ από κει.
Τι είναι όμως αυτό που κάποιες φόρες σε κάνει να αποστρέψεις τα μάτια σου από τις σελίδες του βιβλίου ή και να το κλείσεις –για μια στιγμή μόνο- στη μέση μιας παραγράφου, όχι από αφόρητη πλήξη αλλά για να επιτρέψεις στην καρδιά σου να ξαναβρεί έναν πιο ήσυχο ρυθμό;
Τι είναι αυτό που σε τραβάει, που σε αναγκάζει να το ξανανοίξεις, έστω κι αν μετά το κρατάς σε μια απόσταση, με τα χέρια τεντωμένα, σαν κάτι επικίνδυνο, σαν ένα φίδι που σε έχει υπνωτίσει αλλά φοβάσαι μη σε δαγκώσει;
Ένα φίδι που τελικά σε δάγκωσε και το δηλητήριο του δεν έπαψε να επιδρά μέσα σου ακόμα και μετά το γύρισμα της τελευταίας σελίδας.
Διαβάζοντας τη “σκιά στο σπίτι” περνάς, χωρίς να το καταλάβεις από τη χλομή πλευρά του κόσμου. Το χρώμα εγκαταλείπει σιγά σιγά το δέρμα σου και δεν ξαναγυρίζει. Αρχίζεις να ρίχνεις κλεφτές ματιές προς τα πίσω, όπου κι αν βρίσκεσαι και πάντα έχεις την εντύπωση πως κάτι έχεις δει. Κάτι απροσδιόριστο, κάτι άυλο εκεί πίσω που καραδοκεί˙ μια σκιά, μια ιδέα, μια ενόχληση. Μια απειλή που δεν εκφράζεται αλλά που ταυτόχρονα σε αφήνει να τη μαντέψεις, να την αισθανθείς.
Μια απειλή που δεν λέει το όνομα της μα που γνωρίζει καλά το δικό σού…
Ο Κωνσταντίνος Κέλλης δε βιάζεται, έχει τον χρόνο, απολαμβάνει την προσμονή. Ο Κωνσταντίνος Κέλλης είναι ένας υπομονετικός θηρευτής. Κι εσύ ο ανυποψίαστος αναγνώστης, δεν αργείς να καταλάβεις ότι έχεις πιαστεί σε έναν ιστό από τον οποίον δεν μπορείς να ξεφύγεις. Έναν ιστό πλεγμένο από μια αόρατη αράχνη. Είδες φως, είδες την πόρτα ανοιχτή και μπήκες σε ένα παλιό αρχοντικό. Το φως όμως ήταν ένα φως χωρίς θέρμη, χωρίς ζωή και τώρα που θέλεις να φύγεις, δε βρίσκεις πια την έξοδο. Το μόνο που σου απομένει να κάνεις είναι να γυρίσεις τη σελίδα, το βιβλίο δε μπορείς πια να το κλείσεις. Κάτι σε έχει γοητεύσει, κάτι σ’ έχει μαγέψει, κάτι σε τραβάει όλο πιο μέσα, όλο πιο βαθιά. Το βιβλίο έγινε ο κόσμος σου, κι εσύ ένας απ’ τους άτυχους πρωταγωνιστές του.
Η οικογένεια που βασανίζεται στη “σκιά στο σπίτι”, γίνεται η δική σου οικογένεια. Τον Στράτο, τον γλαφυρό υπάλληλο της ύδρευσης, τον γνωρίζεις καλά, μένει στο διπλανό διαμέρισμα. Η Αντωνία η κομμώτρια είναι και η δική σου κομμώτρια, είναι η καλύτερη σου φίλη. Ο Μιχάλης, ο όμορφος, προστατευτικός αστυνομικός σε είχε γοητεύσει κι εσένα όταν ήσουν νεότερη. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι -οι δικοί σου άνθρωποι- δεν θέλεις να πάθουν κακό. Δεν μπορείς να τους εγκαταλείψεις, πρέπει να είσαι εκεί κοντά τους, ακόμα κι αν δεν νιώθεις ικανή να τους προστατεύσεις. Το μόνο που σου μένει να κάνεις είναι να μην τους αφήσεις μόνους.
Εγώ έζησα την εμπειρία, ή για να το θέσω πιο σωστά, επέζησα της εμπειρίας. Αφού είχα ακουμπήσει το βιβλίο πάνω στο τραπέζι, στο χρώμα της σκιάς , τότε μόνο κατάλαβα, τότε μόνο μου φανερώθηκε το μυστικό. Ένιωσα την επίπονη συντέλεια ενός χωρισμού, όπως όταν αποχαιρετάς οικεία πρόσωπα που φεύγουν για μια ξένη ήπειρο και νιώθεις μέσα σου πως ποτέ δε θα τα ξαναδείς. Δεν ήξερα αν έπρεπε να ευχαριστήσω τον Συγγραφέα για τους ανθρώπους που μου είχε γνωρίσει, που με είχαν συντροφεύσει, που είχα τόσο αγαπήσει ή να τον μισήσω για όλα τα δεινά που υποφέραμε εγώ κι αυτοί στα χέρια του, για αυτήν την ατέρμονη σχιζοφρένεια στην οποία με είχε εγκλωβίσει. Εγώ η ίδια ήθελα απελπισμένα να τελειώσει η ιστορία για να ησυχάσουν επιτέλους οι αγαπημένοι μου ήρωες που τόσο είχαν μαρτυρήσει. Από την άλλη γιατί έπρεπε να τους αποχωριστώ τόσο νωρίς; Δε θα μπορούσα να μοιραστώ τη ζωή τους για λίγο παραπάνω; Το μίσος υπερίσχυσε εν τέλη, πάνω από όλα γιατί τους πήρε από κοντά μου, όταν έβαλε την ύστατη τελεία στο μυθιστόρημα του.
Όχι, η “σκιά στο σπίτι” δεν είναι ένα απλό θρίλερ, δεν είναι ένα απλό μυθιστόρημα τρόμου, είναι μια ιστορία αγάπης και μίσους, μια ιστορία του χρόνου που σου δίνει και σου παίρνει, μια ιστορία ζωής και θανάτου. Μια ιστορία που θα κουβαλάω για πολύ καιρό ακόμα μέσα μου.
Τελικά, κύριε Κέλλη, δε θα σας συγχωρέσω για όλα αυτά που κάνατε στους δικούς μου ανθρώπους. Θα διαβάσω όμως το επόμενο σας έργο, όσο κι αν με τρομάζει η ιδέα, γιατί μέσα στην απόγνωση μου υπάρχει ακόμα μια ανεπαίσθητη σπίθα, μια αμυδρή ελπίδα πως οι άνθρωποι που τόσο αγάπησα θα επιστρέψουν.
Σύνοψη από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
«Όλα τα παλιά σπίτια κουβαλούν αναμνήσεις. Τελευταίες ανάσες. Παίζουν κρυφτό ανάμεσα στους ζωντανούς».
Μετά τον πρόωρο θάνατο της αγαπημένης του Ναταλίας, ο Τάσος Βαρθαλίτης προσπαθεί μαζί με τα δυο του παιδιά να μαζέψει τα κομμάτια της διαλυμένης οικογένειάς του και να ξαναφτιάξει τη ζωή τους.
Θέλοντας να πραγματοποιήσει την επιθυμία της νεκρής πια συζύγου του, αποφασίζει να αγοράσει το παλιό αρχοντικό Καρατζά δίπλα στη λίμνη Βόλβη, το μέρος όπου μια νύχτα δεκαέξι χρόνια πριν της είχε κάνει πρόταση γάμου.
Μια σκιά όμως παραμονεύει στο αρχοντικό, μια οργισμένη ύπαρξη που ο θάνατος και τα χρόνια δεν κατάφεραν να σιγάσουν το μοιρολόι της. Μια σκιά που αποκαλεί το σπίτι τους σπίτι της.
Καθώς τα σημάδια ανείπωτων πράξεων του παρελθόντος αρχίζουν να εμφανίζονται γύρω τους, η ανάγκη του Τάσου και των παιδιών του να ξαναβρούν όσα έχασαν δεν τους αφήνει να δουν την πραγματικότητα. Και αυτό βάζει το παρόν αλλά και το μέλλον τους σε θανάσιμο κίνδυνο.
Μια ιστορία αγάπης και τρόμου, ένα μεταφυσικό θρίλερ που δε θα αφήσετε στιγμή από τα χέρια σας.
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο Κωνσταντίνος Κέλλης γεννήθηκε στην Ξάνθη το 1985 και σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στη Θεσσαλονίκη. Συνέχισε τις σπουδές του στο Εδιμβούργο, όπου έκανε μεταπτυχιακό στη Δημιουργική Γραφή.
Η αγάπη του για τη λογοτεχνία του φανταστικού τον οδήγησε στη συγγραφή ιστοριών τρόμου, μυστηρίου και φαντασίας. Από το 2008 κι έπειτα η δουλειά του διακρίνεται συνεχώς σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, ενώ πολλά διηγήματά του έχουν δημοσιευθεί στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ζει και εργάζεται στη Σουηδία ως καθηγητής αγγλικών. Η Σκιά στο σπίτι είναι το τρίτο του βιβλίο.
Άλλα βιβλία του συγγραφέα: Το φως μέσα μου: δεκατρείς σκοτεινές ιστορίες (διηγήματα, Momentum, 2013), Νεκρή γραμμή (μυθιστόρημα, Κλειδάριθμος, 2014).
konstantinoskellis.com
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
(2016)Η σκιά στο σπίτι, Κέδρος
(2014)Νεκρή γραμμή, Κλειδάριθμος
(2013)Το φως μέσα μου, Momentum
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2017)Στον ίσκιο του βασιλιά, Κλειδάριθμος
(2010)10 ιστορίες του φανταστικού, Αρχέτυπο
Μεταφράσεις
(2016)Toner, Jerry, Εγχειρίδιο διαχείρισης δούλων, Κλειδάριθμος