Η άποψη της Καλλιόπης Γιακουμή-Κουγιώνη για το βιβλίο
Το τέλος του Μεγάλου πολέμου αφήνει λαβωμένους τους κάτοικους της Ευρώπης μα και τους Ρωμιούς της Πόλης. Οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, αναγκάζονται να ζουν στην σκιά του φόβου, που έχει φυτέψει μέσα τους ο απόηχος της Μικρασιατικής καταστροφής και υπό το καθεστώς ελεγχόμενης και δυναστευτικής πολλές φόρες προστασίας από τους Τούρκους, για πολλά χρόνια, μέχρι την στιγμή που ζουν και τον δικό τους βίαιο ξεριζωμό.
Η Αμέλια, είναι μια γυναίκα που γεννήθηκε και έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής της, στην Κωνσταντινούπολη. Με φόντο σημαντικά ιστορικά γεγονότα για τον Ελληνισμό, τον Α΄Παγκόσμιο, την Μικρασιατική καταστροφή, την Συνθήκη των Σεβρών, τα Σεπτεμβριανά η Αμέλια γνωρίζει, ερωτεύεται και στην συνέχεια παντρεύεται, έναν μοιραίο άντρα για εκείνη, τον Ουμπέρτο. Μαζί του περιμένει να ζήσει μια ονειρεμένη ζωή, μα τελικά θα γίνει εύκολα και γρήγορα το θύμα ενός άντρα ματαιόδοξου και ποτισμένου ως το μεδούλι, με την αλαζονεία του πλούτου. Ενός άντρα που από μικρός έμαθε να προσκυνά σαν θεό του οτιδήποτε υλικό και να ξοδεύει όλη του την αγάπη, στην δύναμη που χαρίζει η οικονομική υπεροχή. Ανθρώπους δεν έμαθε να αγαπά, αντιθέτως ισοπέδωνε τους πάντες που θα βρισκόταν ανάμεσα σε αυτόν και τα προσωπικά του συμφέροντα. Η Αμέλια βρέθηκε στην δίνη αυτής της σκληρής, απόλυτης και στείρας συναισθημάτων συμπεριφοράς, που για τον Ουμπέρτο ήταν πια στάση και τρόπος ζωής. Παγιδευμένη στα δίχτυα μια παραμυθένιας ουτοπίας η Αμέλια, ανίκανη να ξεφύγει, παραδίδεται και ζει τις ολέθριες συνέπειες της κοινής τους συμβίωσης. Γαλουχημένη με την αγωγή που πήρε από την οικογένεια και το σχολείο της (εκκλησιαστικό ίδρυμα) και μεγαλωμένη με αδιάσειστες ιδέες και αξίες, αλλά και υπέρμετρα ρομαντική ταυτόχρονα, πιστεύει πως το καλό, το σωστό και το δίκαιο πάντα θριαμβεύουν και πως είναι ανίκητα. Πιστεύει πως οι άνθρωποι είναι πλάσματα αγγελικά και πως τίποτα δεν είναι ικανό, να τους κάνει να χάσουν την ανθρώπινη υπόστασή τους και να τους μετατρέψει σε κτήνη..και αυτό είναι το λάθος της.
Εμπιστεύτηκε και προδόθηκε, πίστεψε και εξαπατήθηκε, αγάπησε και δεν αγαπήθηκε, έδωσε και δεν ζήτησε ποτέ κάτι, μοίρασε χαρές και πήρε πόνο, νόμιζε πως η δύναμη της αγάπης είναι ικανή να τα αλλάξει όλα, να υπερπηδήσει κάθε εμπόδιο, μα απογοητεύτηκε ακόμα και από αυτήν. Τίποτα δεν της χαρίστηκε, με ήθος και αξιοπρέπεια, όταν ήρθε η κατάλληλη στιγμή, διεκδικείσαι μια καλύτερη ζωή. Αντιμετώπισε κάθε δυσκολία με αξιοπρέπεια και ήθος, με στωικότητα και περηφάνια και κατάφερε να μην αλλοιωθεί. Διατήρησε την ευγένεια ψυχής, την ανιδιοτέλεια και τη μεγαθυμία της και αυτές έβαζε μπροστά σε κάθε μάχη. Μπορεί η αγάπη να την πρόδωσε, μα αυτή δεν πρόδωσε ποτέ της αγάπη και τους όρκους που την έδεναν με αυτή, για μια ολόκληρη ζωή.
Αυτή την μυθιστορηματική ζωή εξομολογείτε και μαζί αποκαλύπτει κάθε πτυχή της. Κρυμμένα μυστικά, ανατροπές, συγκλονιστικές εξελίξεις, ψέματα, ίντριγκες και νοσηρά πάθη, όλα λουσμένα από το φως της εξομολόγησης, εξαϋλώνονται.
Κάπως έτσι, σαν παραμύθι, μοιάζει η αφήγηση της ιστορίας της Αμέλιας και ενώ δημιουργεί την εντύπωση πως δίνει αισθηματικό χαρακτήρα στο βιβλίο, στην πραγματικότητα είναι ένα συναρπαστικό, πολύ καλά δομημένο ιστορικοκοινωνικό μυθιστόρημα, στελεχωμένο με πραγματικά κοινωνικά, οικονομικά και ιστορικά στοιχεία, γεμάτο περιπέτειες, απρόοπτα και ανατροπές. Ο έρωτας είναι το όχημα της συγγραφέως. Του δίνει ρόλο καταλύτη και ρυθμιστή, τον κάνει ικανό να επηρεάσει την πορεία της ιστορίας και τις εξελίξεις της, καθώς και τις μεταλλάξεις του χαρακτήρα και τη συμπεριφορά των ηρώων, ανάλογα με τις ανάγκες και τις περιπτώσεις.
Ένα από τα πλεονεκτήματα αυτού του μυθιστορήματος έναντι άλλων αναλόγου είδους, ύφους και θεματολογίας είναι πως η συγγραφέας του, αποτύπωσε στο βιβλίο της κοινωνικά θέματα με προεκτάσεις που φτάνουν στο σήμερα και που δεν μας είναι άγνωστες ή πρωτάκουστες, καθώς -δυστυχώς- δεν απέχουν από την πραγματική ζωή. Τα γεγονότα που ούτως ή άλλως παίζουν σημαντικό ρόλο στην πλοκή και στην εξέλιξη της ιστορίας διαδραματίζονται γύρω μας διαρκώς.
Τον κύριο λόγο στη διαμόρφωσης της ιστορίας έχουν οι ήρωες της, που με τις αποφάσεις, τις επιλογές και τις συμπεριφορές τους, διαμορφώνουν και εξελίσσουν την πλοκή. Μίσος, πάθος για εκδίκηση, προσωπικά ανθρωποφάγα συμφέροντα, ζήλιες, απόρριψη, απόγνωση, οδηγούν κάποιους από τους ήρωες, επηρεάζουν με κάθε τρόπο τις διαθέσεις και τις προθέσεις τους έναντι άλλων προσώπων, αρκεί να εξασφαλίσουν την ποθούμενη ανατροπή προς όφελός τους. Οι θυσίες που απαιτούνται από τους ήρωες μεγάλες. Η αγάπη, η ανθρωπιά και η φιλία είναι τα πρώτα θύματα αυτού του αδηφάγου βωμού.
Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος είναι πολλά και ο ρόλος τους καθοριστικός και σημαίνοντας για την πλοκή και την εξέλιξή του. Ο αναγνώστης θα ζήσει από σελίδα σε σελίδα μαζί με τους ήρωες του βιβλίου, τις ανατροπές γεγονότων και καταστάσεων, θα διεισδύσει στην ψυχολογία τους, θα ανακαλύψει ανθρώπινους χαρακτήρες με όλα τα θετικά και τα αρνητικά τους, θα δώσει άφεση σε κάποιους, θα καταδικάσει τελεσίδικα άλλους και θα διαπιστώσει πως η δύναμη της θέλησης, είτε την χρησιμοποιεί ο άνθρωπος για καλό ή για κακό, μπορεί να υπερπηδήσει και τα πιο ανυπέρβλητα εμπόδια.
Η ιστορία κυλάει με γοργό ρυθμό, χωρίς άσκοπες φλυαρίες, ώστε να μην ατονεί το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Λείπουν εύστοχα οι περιττές περιγραφές, οι οποίες συνήθως στοχεύουν στο γέμισμα σελίδων και όχι στην ουσία του περιεχομένου. Τεχνηέντως η συγγραφέας αποκαλύπτει τις ψυχικές δίνες των ηρώων της, οι οποίες καλά κρυμμένες στο παρελθόν τους, αναζωπυρώνονται και κάνουν στάχτες τις ζωές και τις αντοχές τους. Η ιστορία ρέει ομαλά, χωρίς να κουράζει, πολύ σημαντικό πλεονέκτημα για εκείνον τον αναγνώστη, που αναζητά ένα ανάγνωσμα χωρίς ασύνδετα γεγονότα και πρόσωπα που ξεπροβάλλουν αιφνιδιαστικά και χωρίς λόγο.
Η “Αμέλια” της Γιούλας Γ. Κωνσταντοπούλου, είναι ένα μυθιστόρημα που συγκλονίζει τον αναγνώστη. Η εναλλαγή συναισθημάτων στη ροή του, του προκαλεί έντονες συγκινήσεις, τον εμπλέκει στα γεγονότα κάνοντας τον έναν ακόμα ήρωα, έναν χρονοταξιδιώτη, που συμμετέχει σε κάθε δράση των ηρώων και ενώ ον παρασύρει στη δίνη των εξελίξεων, τον αποζημιώνει, χαρίζοντας του άφθονη τροφή για σκέψη. Γιατί το βιβλίο, το κάθε καλό βιβλίο, αυτό κάνει. Αφήνει το δικό του ίχνος, χαράσσοντας βαθιά στο μυαλό και στην καρδιά του παραλήπτη-αναγνώστη, ηχηρά μηνύματα και ερωτήματα, χάρη στη δυνατή πένα του δημιουργού του.
Το πρώτο μυθιστόρημα της η Γιούλα Κωνσταντοπούλου καταφέρνει να κερδίσει τόσο το αναγνωστικό μας ενδιαφέρον, όσο και τον ενθουσιασμό μας, μέσα από την εξαιρετική καταγραφή και απόδοση ιστορικών στοιχείων, γνωστών και άγνωστων. Πολύ βοηθάει επίσης και το συμπληρωματικό, ιστορικό παράρτημα στο τέλος του βιβλίου, όπου παρουσιάζονται πιο αναλυτικά τα ιστορικά γεγονότα τα οποία έχουν αναφερθεί στην αφήγηση. Εύκολα διακρίνεται και το προσωπικό ύφος της συγγραφέως, καθώς καταφέρνει να στήσει μια περίτεχνη ιστορία με μοναδικό τρόπο, αποφεύγοντας λεπτομέρειες που προκαλούν την δυσαρέσκειά στον αναγνώστη. Με ρεαλιστική και αντικειμενική προσέγγιση στη σκιαγράφηση χαρακτήρων και την αποτύπωση των πραγματικών συνθηκών που επηρεάζουν τα γεγονότα, παρέδωσε στους αναγνώστες της, ένα σωστά δομημένο βιβλίο, το οποίο λόγω της πληρότητας και της αρτιότητάς του, προσφέρει ικανοποίηση, τέρψη και γνώσεις από την αρχή μέχρι το τέλος. Η λογοτεχνική γλώσσα του κειμένου είναι απλή και κατανοητή και διευκολύνει την αποτύπωση και την παρακολούθηση της πλοκής.
Εν κατακλείδι, θα χαρακτήριζα αυτό το βιβλίο, ένα πολυεπίπεδο κοινωνικό μυθιστόρημα, µε φόντο την ιστορία. Η Γιούλα Γ. Κωνσταντοπούλου φωνάζει στον αναγνώστη της πως η κάθε ιστορία γράφεται από ανθρώπους, από τις αποφάσεις τους, τις συμπεριφορές τους και τις επιλογές τους, άλλες φορές συνειδητά και κάποιες όχι.. αλλά πολλές φορές αυτή η άγνοια που εμπεριέχει αυτό το “όχι”, κάνει την ιστορία ακόμα πιο άσχημη, πιο βίαιη και απάνθρωπη. Το μόνο που μπορεί να το αλλάξει όλο αυτό, είναι η πίστη στις αξίες και στα ιδανικά μας. Αν είναι να έχουμε εμμονές, ας τις έχομε με την ανθρώπινη υπόσταση μας και το να μην κάνουμε τίποτα που θα μας απογυμνώνει από αυτήν. Να φερόμαστε στους άλλους με αξιοπρέπεια και ισότιμα και όπως θα θέλαμε να μας φέρονται. Η ειλικρίνεια στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, η ανιδιοτελής αγάπη, ο σεβασμός και η αποδοχή της προσωπικότητας και της διαφορετικότητας των συνανθρώπων μας, πέρα από κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά κίνητρα και νόρμες, να γίνουν συστατικά των μεταξύ μας σχέσεων και αυτά που θα προβάλλουν και θα ανεβάζουν στο πιο ψηλό βάθρο την ανθρώπινη ύπαρξη, χωρίς να την απαξιώνουν και να την υποβαθμίζουν.
Η ηλικιωμένη Αμέλια, διαισθανόμενη το βιολογικό της τέλος, ανακαλεί μνήμες, ενθυμήματα και προσωπικές εμπειρίες αναπολώντας το παρελθόν της. Οι αναμνήσεις της, ενταγμένες στο κοινωνικό πλαίσιο μιας μακρινής εποχής, αποτελούν πτυχές της συλλογικής μνήμης του Ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης και της Ιωνίας.Σημαντικά ιστορικά γεγονότα –όπως ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος, η Μικρασιατική Καταστροφή, διεθνείς συμβάσεις κι ανταλλαγές πληθυσμών, καθώς και τα Σεπτεμβριανά του 1955– συμβαδίζουν με τη ζωή της Αμέλιας. Οι αναμνήσεις και οι προσωπικές της μαρτυρίες καθοδηγούν τον ιστό της εξιστόρησης που συνδέεται με κληρονομημένες μνήμες και αφηγήσεις ενός ολόκληρου έθνους.
Το τέλος του ταξιδιού της ζωής δεν είναι άλλο από την αφετηρία αφύπνισης της μνήμης για τον γενέθλιο τόπο, τους ανθρώπους και τα γεγονότα που τον στιγμάτισαν, όλα όψεις της ύπαρξης που την ξεθωριάζει η λήθη στο πέρασμα του χρόνου. Οι αναμνήσεις φωλεύουν σε παλιές φωτογραφίες, επιστολές και μικροαντικείμενα, σταθμεύουν σε παλιά σπίτια και σταθμούς τρένων, εκεί όπου η παρουσία των ανθρώπων άφησε ανεξίτηλα το στίγμα της γιατί έζησαν, ταξίδεψαν και βίωσαν τον έρωτα, τις ελπίδες, τις απογοητεύσεις, τις διαψεύσεις, τη δικαίωση ή την προδοσία τους.
Ένα καθηλωτικό οδοιπορικό στην ιστορία μιας γυναίκας και στην Ιστορία των προγόνων μας, που ιχνηλατεί μοναδικά τις μνήμες των Ελλήνων της Πόλης.
Λίγα λόγια για την συγγραφέα..
Γιούλα Γ. Κωνσταντοπούλου
Η Γιούλα Γ. Κωνσταντοπούλου γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και υπηρέτησε για χρόνια στη δημόσια Μέση Εκπαίδευση. Είναι κάτοχος MSc του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και PhD της Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας και Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Πατρών.
Έχει συγγράψει διηγήματα. Στην επιστημονική της δραστηριότητα συμπεριλαμβάνονται πάνω από πενήντα άρθρα σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά.
Το έργο της «Αμέλια, Ιχνηλατώντας μνήμες των Ρωμιών της Πόλης» είναι το πρώτο της μυθιστόρημα και βασίζεται σε αληθινά γεγονότα.
Εργογραφία:
«Κερτεζίτες αγωνιστές στην Επανάσταση του 1821», Αθήνα 1996.
«Homère, L’ ILIADE illustré par la céramique grecque», Δημιουργία, 1998.
«Ο Ι. Ν. της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Κέρτεζη Καλαβρύτων», Αθήνα 1999.
«Η Εκπαίδευση στην επαρχία Καλαβρύτων κατά την οθωνική περίοδο (1833-1862)», έκδοση Νομαρχίας Αχαΐας, 2009.
Επιμέλεια και σύνταξη Καλλιόπη Γιακουμή