“Ο ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΟΣ”
Γράφει ο Θεόδωρος Παπαθεοδώρου
Ο Κώστας και ο Νίκος…
Ο Κώστας βρισκόταν εδώ και κάποιους μήνες
έγκλειστος στην ψυχιατρική κλινική στο Δαφνί. Η τελευταία κρίση σχιζοφρένειας
τον είχε μεταβάλλει σε ένα ανήμερο θηρίο το οποίο μόνο με τον ζουρλομανδύα και
τον εγκλεισμό θα μπορούσε να βρει ανακούφιση και γιατρειά. Το αποδέχθηκε, δεν
αισθανόταν ικανός να κάνει κάτι άλλο πέρα από το να αποδεχθεί τελικώς τον
εγκλεισμό του στο Ίδρυμα. Σκεφτόταν πως ήταν μία λύση και αυτή αφού πλέον η
κατάστασή του δεν ήταν δυνατόν να τιθασευτεί από τον ίδιον ή τους δικούς του
ανθρώπους. Μονάχα που ήδη είχαν παρέλθει μήνες και το περιβάλλον του
ψυχιατρείου του φαινόταν πια σαν φυλακή. Ήθελε να βγει έξω, να αναπνεύσει ξανά
τον αέρα της κοινωνικής ζωής, να επανέλθει στην «κανονικότητα». Οι κρίσεις του
είχαν ελαττωθεί σημαντικά, τα φάρμακα που του χορηγούσαν οι γιατροί έδειχναν να
είναι αποτελεσματικά, η «τρέλα» είχε περάσει.. Έτσι έμοιαζε τουλάχιστον.
έγκλειστος στην ψυχιατρική κλινική στο Δαφνί. Η τελευταία κρίση σχιζοφρένειας
τον είχε μεταβάλλει σε ένα ανήμερο θηρίο το οποίο μόνο με τον ζουρλομανδύα και
τον εγκλεισμό θα μπορούσε να βρει ανακούφιση και γιατρειά. Το αποδέχθηκε, δεν
αισθανόταν ικανός να κάνει κάτι άλλο πέρα από το να αποδεχθεί τελικώς τον
εγκλεισμό του στο Ίδρυμα. Σκεφτόταν πως ήταν μία λύση και αυτή αφού πλέον η
κατάστασή του δεν ήταν δυνατόν να τιθασευτεί από τον ίδιον ή τους δικούς του
ανθρώπους. Μονάχα που ήδη είχαν παρέλθει μήνες και το περιβάλλον του
ψυχιατρείου του φαινόταν πια σαν φυλακή. Ήθελε να βγει έξω, να αναπνεύσει ξανά
τον αέρα της κοινωνικής ζωής, να επανέλθει στην «κανονικότητα». Οι κρίσεις του
είχαν ελαττωθεί σημαντικά, τα φάρμακα που του χορηγούσαν οι γιατροί έδειχναν να
είναι αποτελεσματικά, η «τρέλα» είχε περάσει.. Έτσι έμοιαζε τουλάχιστον.
Ο Κώστας συζητούσε συχνά για τα προβλήματα και
τις ενδόμυχες σκέψεις ή επιθυμίες του με τον Νίκο. Ο Νίκος ήταν και εκείνος
τρόφιμος του ιδρύματος, βαριά ψυχασθενής, συνομήλικος και μικρός το δέμας,
κοντός και αδύνατος. Μα πάνω από όλα ο Νίκος ήταν ένας καλός φίλος για τον
Κώστα. Ένας φίλος που τον καταλάβαινε, που τον ένιωθε. Έπιασε λοιπόν μια μέρα
τον Νίκο και του τα είπε όλα. Του είπε πως ήθελε να φύγει, πως δεν άντεχε άλλο
την παραμονή στο ίδρυμα. Αισθανόταν πως ήταν καλά πια, πως μπορούσε να
επιστρέψει στην κοινωνία, στην ζωή! Δεν ήταν σωστό να μένει πλέον στο Δαφνί,
δεν ήταν πρέπον ούτε και φυσιολογικό. Πέρα από αυτά όμως δεν ήταν και κάτι που
ο ίδιος θα ανεχόταν για πολύ ακόμα. Το είχε αποφασίσει, αν δεν τον άφηναν οι
υπεύθυνοι να απολυθεί νομίμως, θα έφευγε μόνος του, θα το έσκαγε.
τις ενδόμυχες σκέψεις ή επιθυμίες του με τον Νίκο. Ο Νίκος ήταν και εκείνος
τρόφιμος του ιδρύματος, βαριά ψυχασθενής, συνομήλικος και μικρός το δέμας,
κοντός και αδύνατος. Μα πάνω από όλα ο Νίκος ήταν ένας καλός φίλος για τον
Κώστα. Ένας φίλος που τον καταλάβαινε, που τον ένιωθε. Έπιασε λοιπόν μια μέρα
τον Νίκο και του τα είπε όλα. Του είπε πως ήθελε να φύγει, πως δεν άντεχε άλλο
την παραμονή στο ίδρυμα. Αισθανόταν πως ήταν καλά πια, πως μπορούσε να
επιστρέψει στην κοινωνία, στην ζωή! Δεν ήταν σωστό να μένει πλέον στο Δαφνί,
δεν ήταν πρέπον ούτε και φυσιολογικό. Πέρα από αυτά όμως δεν ήταν και κάτι που
ο ίδιος θα ανεχόταν για πολύ ακόμα. Το είχε αποφασίσει, αν δεν τον άφηναν οι
υπεύθυνοι να απολυθεί νομίμως, θα έφευγε μόνος του, θα το έσκαγε.
Ο Κώστας ταλαιπωρείτο από εμμονικές σκέψεις.
Συχνά επίσης ένιωθε να τον κατακλύζει μία ανυπέρβλητη νευρικότητα. Κάποιες
φορές έβλεπε και οράματα, οπτασίες, φανταστικά όντα. Παλιότερα οι κρίσεις
σχιζοφρένειας τον οδηγούσαν σε παράξενες αισθήσεις και φοβερές παραισθήσεις, τον
έκαναν να αισθάνεται πως τον καταδιώκουν τα φαντάσματα ή οι υπαρκτοί και
ανύπαρκτοι εχθροί του. Μα πάντοτε αρνιόταν να κάνει κακό στους άλλους. Όλα όσα
τον ταλαιπωρούσαν, μανίες, εμμονές, τάση φυγής από την πραγματικότητα,
υπερδιέγερση, φοβίες, σχιζοφρένεια, τον έκαναν θηρίο που στρεφόταν κατά του
εαυτού του. Ο Κώστας μέσα από την ασθένειά του γινόταν ταύρος εν υαλοπωλείω
αλλά μόνο σε σχέση με τον εαυτό του και το σπίτι του. Ποτέ δεν είχε στραφεί
εναντίον συνανθρώπων του. Τώρα που όλα αυτά τα συμπτώματα είχαν υποχωρήσει ή εν
μέρει θεραπευτεί, ήθελε και εκείνος να ζήσει την ζωή του. Να συνεχίσει δηλαδή να
λαμβάνει την φαρμακευτική θεραπεία του αλλά εκτός του ψυχιατρείου, να ενταχθεί
στο κοινωνικό σύνολο. Άλλωστε δεν είχε γίνει ποτέ Ναπολέων Βοναπάρτης ούτε πίστεψε
ποτέ ότι ήταν ο Ιησούς Χριστός. Όχι, εκείνος δεν ήταν τρελός σαν κάποιους
άλλους εκεί μέσα (στο Δαφνί), ήταν απλώς ένας ταλαιπωρημένος κουρασμένος
ψυχασθενής που είχε πια θεραπευτεί.
Συχνά επίσης ένιωθε να τον κατακλύζει μία ανυπέρβλητη νευρικότητα. Κάποιες
φορές έβλεπε και οράματα, οπτασίες, φανταστικά όντα. Παλιότερα οι κρίσεις
σχιζοφρένειας τον οδηγούσαν σε παράξενες αισθήσεις και φοβερές παραισθήσεις, τον
έκαναν να αισθάνεται πως τον καταδιώκουν τα φαντάσματα ή οι υπαρκτοί και
ανύπαρκτοι εχθροί του. Μα πάντοτε αρνιόταν να κάνει κακό στους άλλους. Όλα όσα
τον ταλαιπωρούσαν, μανίες, εμμονές, τάση φυγής από την πραγματικότητα,
υπερδιέγερση, φοβίες, σχιζοφρένεια, τον έκαναν θηρίο που στρεφόταν κατά του
εαυτού του. Ο Κώστας μέσα από την ασθένειά του γινόταν ταύρος εν υαλοπωλείω
αλλά μόνο σε σχέση με τον εαυτό του και το σπίτι του. Ποτέ δεν είχε στραφεί
εναντίον συνανθρώπων του. Τώρα που όλα αυτά τα συμπτώματα είχαν υποχωρήσει ή εν
μέρει θεραπευτεί, ήθελε και εκείνος να ζήσει την ζωή του. Να συνεχίσει δηλαδή να
λαμβάνει την φαρμακευτική θεραπεία του αλλά εκτός του ψυχιατρείου, να ενταχθεί
στο κοινωνικό σύνολο. Άλλωστε δεν είχε γίνει ποτέ Ναπολέων Βοναπάρτης ούτε πίστεψε
ποτέ ότι ήταν ο Ιησούς Χριστός. Όχι, εκείνος δεν ήταν τρελός σαν κάποιους
άλλους εκεί μέσα (στο Δαφνί), ήταν απλώς ένας ταλαιπωρημένος κουρασμένος
ψυχασθενής που είχε πια θεραπευτεί.
Στην συζήτηση που είχε με τον Νίκο, βρήκε
θετική ανταπόκριση. Ο φίλος του κατανόησε τους προβληματισμούς και τα «θέλω»
του. Του πρότεινε μάλιστα να ζητήσουν από την διεύθυνση να απολυθούν και οι δυό
τους επειδή και εκείνος πίστευε για τον εαυτό του τα ίδια. Και εκείνος είχε
βαρεθεί τον εγκλεισμό, και εκείνος ένιωθε πως ήταν καλά, και εκείνος αδυνατούσε
πλέον να είναι τρόφιμος ενός τέτοιου ιδρύματος. Αν μάλιστα αποφάσιζε ο Κώστας
να το σκάσει, ο Νίκος επέμεινε πως θα έπρεπε να τον ενημερώσει για να
οργανώσουν από κοινού την απόδρασή τους. Κάπως έτσι, οι δύο φίλοι έγιναν πραγματικά
αχώριστοι από εκείνη την ημέρα και έπειτα. Η μοίρα τους θα ήταν δεμένη στο
εξής!
θετική ανταπόκριση. Ο φίλος του κατανόησε τους προβληματισμούς και τα «θέλω»
του. Του πρότεινε μάλιστα να ζητήσουν από την διεύθυνση να απολυθούν και οι δυό
τους επειδή και εκείνος πίστευε για τον εαυτό του τα ίδια. Και εκείνος είχε
βαρεθεί τον εγκλεισμό, και εκείνος ένιωθε πως ήταν καλά, και εκείνος αδυνατούσε
πλέον να είναι τρόφιμος ενός τέτοιου ιδρύματος. Αν μάλιστα αποφάσιζε ο Κώστας
να το σκάσει, ο Νίκος επέμεινε πως θα έπρεπε να τον ενημερώσει για να
οργανώσουν από κοινού την απόδρασή τους. Κάπως έτσι, οι δύο φίλοι έγιναν πραγματικά
αχώριστοι από εκείνη την ημέρα και έπειτα. Η μοίρα τους θα ήταν δεμένη στο
εξής!
Πέρασαν πολλές μέρες από τότε. Η διεύθυνση
τελικώς αρνήθηκε και στους δύο την απόλυση. Σύμφωνα με το πόρισμα της επιτροπής
που εξέτασε το αίτημά τους, έπασχαν από σοβαρές ψυχικές διαταραχές, δεν είχαν
καν συναίσθηση της πραγματικότητας, παρουσίαζαν επικινδυνότητες και θα ήταν
αδύνατον να ενσωματωθούν ρεαλιστικά στην κοινωνία. Ο Κώστας ήταν περίλυπος ενώ
ο Νίκος δεν μιλούσε καθόλου μετά την εξέλιξη αυτή. Καθόταν μονάχα κουλουριασμένος
δίπλα στον φίλο του στο παγκάκι του προαύλιου χώρου και κλαψούριζε διαρκώς. Μην
αντέχοντας άλλο να βλέπει αυτή την κατάντια, ο Κώστας πήρε την απόφαση να βάλει
μπροστά το μεγάλο σχέδιο της απόδρασης. Ένα πρωί σήκωσε με το ζόρι τον
απελπισμένο Νίκο από το παγκάκι δίπλα του και τον αγκάλιασε. «Σώπα φίλε, μην
στενοχωριέσαι!» του είπε ψιθυριστά. «Αφού δεν μας αφήνουν να φύγουμε κανονικά,
θα φύγουμε παράνομα, θα το σκάσουμε μαζί όπως σου είχα υποσχεθεί!»
τελικώς αρνήθηκε και στους δύο την απόλυση. Σύμφωνα με το πόρισμα της επιτροπής
που εξέτασε το αίτημά τους, έπασχαν από σοβαρές ψυχικές διαταραχές, δεν είχαν
καν συναίσθηση της πραγματικότητας, παρουσίαζαν επικινδυνότητες και θα ήταν
αδύνατον να ενσωματωθούν ρεαλιστικά στην κοινωνία. Ο Κώστας ήταν περίλυπος ενώ
ο Νίκος δεν μιλούσε καθόλου μετά την εξέλιξη αυτή. Καθόταν μονάχα κουλουριασμένος
δίπλα στον φίλο του στο παγκάκι του προαύλιου χώρου και κλαψούριζε διαρκώς. Μην
αντέχοντας άλλο να βλέπει αυτή την κατάντια, ο Κώστας πήρε την απόφαση να βάλει
μπροστά το μεγάλο σχέδιο της απόδρασης. Ένα πρωί σήκωσε με το ζόρι τον
απελπισμένο Νίκο από το παγκάκι δίπλα του και τον αγκάλιασε. «Σώπα φίλε, μην
στενοχωριέσαι!» του είπε ψιθυριστά. «Αφού δεν μας αφήνουν να φύγουμε κανονικά,
θα φύγουμε παράνομα, θα το σκάσουμε μαζί όπως σου είχα υποσχεθεί!»
Κυλούσαν οι πρώτες μεταμεσονύκτιες ώρες της
μεθεπόμενης ημέρας όταν η αστυνομία ειδοποιήθηκε ότι ένας τρόφιμος του
ψυχιατρικού ιδρύματος διέφυγε από τον έλεγχο των ιατρών, του νοσηλευτικού
προσωπικού και των υπευθύνων ασφαλείας και αναζητείται εναγωνίως. Προτού ακόμα
ξημερώσει, οι αρμόδιες τοπικές αστυνομικές αρχές εξαπέλυσαν ανθρωποκυνηγητό στο
Δαφνί και στην γύρω περιοχή προκειμένου να βρεθεί ο ψυχασθενής που αγνοείτο και
προφανώς είχε αποδράσει. Σύμφωνα με τις περιγραφές των γιατρών από το
ψυχιατρείο, ο διαφυγών δεν ήταν ιδιαιτέρως επικίνδυνος μα βρισκόταν σίγουρα σε
ψυχολογική σύγχυση. Το όνομά του ήταν Κώστας, Κώστας Παπαδόπουλος. Μετά από
αρκετές ώρες ερευνών, οι αστυνομικοί εντόπισαν τον καταζητούμενο να κάθεται σε
παγκάκι μίας μικρής πλατείας στο Χαιδάρι. Ήταν βέβαιοι ότι επρόκειτο για τον δραπέτη
λόγω της ομοιότητάς του με τις φωτογραφίες που τους είχε στείλει η διεύθυνση
του ιδρύματος.
μεθεπόμενης ημέρας όταν η αστυνομία ειδοποιήθηκε ότι ένας τρόφιμος του
ψυχιατρικού ιδρύματος διέφυγε από τον έλεγχο των ιατρών, του νοσηλευτικού
προσωπικού και των υπευθύνων ασφαλείας και αναζητείται εναγωνίως. Προτού ακόμα
ξημερώσει, οι αρμόδιες τοπικές αστυνομικές αρχές εξαπέλυσαν ανθρωποκυνηγητό στο
Δαφνί και στην γύρω περιοχή προκειμένου να βρεθεί ο ψυχασθενής που αγνοείτο και
προφανώς είχε αποδράσει. Σύμφωνα με τις περιγραφές των γιατρών από το
ψυχιατρείο, ο διαφυγών δεν ήταν ιδιαιτέρως επικίνδυνος μα βρισκόταν σίγουρα σε
ψυχολογική σύγχυση. Το όνομά του ήταν Κώστας, Κώστας Παπαδόπουλος. Μετά από
αρκετές ώρες ερευνών, οι αστυνομικοί εντόπισαν τον καταζητούμενο να κάθεται σε
παγκάκι μίας μικρής πλατείας στο Χαιδάρι. Ήταν βέβαιοι ότι επρόκειτο για τον δραπέτη
λόγω της ομοιότητάς του με τις φωτογραφίες που τους είχε στείλει η διεύθυνση
του ιδρύματος.
Διακριτικά και αθόρυβα, τον περικύκλωσαν
κλείνοντας όλες τις εξόδους ενδεχόμενης διαφυγής του. Ύστερα, τον
παρακολουθούσαν για αρκετή ώρα να κάθεται ήρεμος στο παγκάκι και να χαιδεύει
τρυφερά μία γάτα που την είχε συνεχώς στο πλάι του. Όταν ένας έμπειρος σε
αντίστοιχες περιπτώσεις αστυνομικός τον πλησίασε με ευγένεια και εν συνεχεία
του έβαλε χειροπέδες, ο Κώστας δεν αντέδρασε βίαια. Παρέμεινε ήρεμος. Κάποιοι
αστυνομικοί που εμφανίστηκαν αμέσως για να τον βάλουν στο περιπολικό που
περίμενε κρυμμένο στην γωνία του δρόμου, τον είδαν να χαμογελάει και να μιλάει
με συνωμοτικό ύφος στην γάτα ή καλύτερα στον γάτο, γάτος ήταν τελικά, που
εξακολουθούσε να κάθεται αμέριμνος στο παγκάκι.. Πλησιάζοντας, πρόσεξαν πως τα
μάτια του καταζητούμενου ψυχασθενή Κώστα Παπαδόπουλου ήταν γεμάτα δάκρυα παρόλο
που το χαμόγελο έμενε μόνιμα χαραγμένο στα χείλη του. Ύστερα, τον άκουσαν να
λέει στον γάτο.. «Την γλίτωσες Νίκο. Εμένα έψαχναν. Εσύ την γλίτωσες φίλε μου.
Έτσι.. κάνε τον ανήξερο και όλα θα πάνε καλά. Ένας από τους δυό μας θα τα
καταφέρει! Ένας από τους δυό μας θα τα καταφέρει και ας μην είμαι εγώ αυτός!»
κλείνοντας όλες τις εξόδους ενδεχόμενης διαφυγής του. Ύστερα, τον
παρακολουθούσαν για αρκετή ώρα να κάθεται ήρεμος στο παγκάκι και να χαιδεύει
τρυφερά μία γάτα που την είχε συνεχώς στο πλάι του. Όταν ένας έμπειρος σε
αντίστοιχες περιπτώσεις αστυνομικός τον πλησίασε με ευγένεια και εν συνεχεία
του έβαλε χειροπέδες, ο Κώστας δεν αντέδρασε βίαια. Παρέμεινε ήρεμος. Κάποιοι
αστυνομικοί που εμφανίστηκαν αμέσως για να τον βάλουν στο περιπολικό που
περίμενε κρυμμένο στην γωνία του δρόμου, τον είδαν να χαμογελάει και να μιλάει
με συνωμοτικό ύφος στην γάτα ή καλύτερα στον γάτο, γάτος ήταν τελικά, που
εξακολουθούσε να κάθεται αμέριμνος στο παγκάκι.. Πλησιάζοντας, πρόσεξαν πως τα
μάτια του καταζητούμενου ψυχασθενή Κώστα Παπαδόπουλου ήταν γεμάτα δάκρυα παρόλο
που το χαμόγελο έμενε μόνιμα χαραγμένο στα χείλη του. Ύστερα, τον άκουσαν να
λέει στον γάτο.. «Την γλίτωσες Νίκο. Εμένα έψαχναν. Εσύ την γλίτωσες φίλε μου.
Έτσι.. κάνε τον ανήξερο και όλα θα πάνε καλά. Ένας από τους δυό μας θα τα
καταφέρει! Ένας από τους δυό μας θα τα καταφέρει και ας μην είμαι εγώ αυτός!»
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΕΔΩ:
Please follow and like us: