“Αυτό το ήξερες..?? Πως..Που..Γιατί…”
Ο Κουτσοφλέβαρος: αστοχιάρης κι αποσπόρι του χειμώνα.. (λαογραφικά και αρχαιότερα)
Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια γριά τσοπάνισσα.. Τούτη η γριά είχε απηυδήσει από το κρύο και την παγωνιά του χειμώνα, απ’τις λασπούρες και τις ασταμάτητες βροχές και, μόλις είδε πως επιτέλους ο Μάρτης ο γδάρτης κι ο παλουκοκάφτης έδινε τη θέση του στον ξανθό Απρίλη -μιλάμε για την τελευταία, δηλαδή, μέρα του Μαρτίου- και πως δεν είχε πλέον τίποτα να φοβηθεί από τη βαρυχειμωνιά, του φωνάζει περιχαρής “Πρίτσι, Μάρτη μου, τα ξεχείμασα τα προβατάκια μου!”.
Ο Μάρτης, λοιπόν, προσβλήθηκε βαρύτατα, (του έθιξε -ένα πράγμα- τον εγωισμό), οργίστηκε με την περιφρονητική της φράση κι έτσι δανείσθηκε μια μέρα από τον αδελφό του το Φεβρουάριο κι έριξε τόσο χιόνι κι έκανε τόση παγωνιά που “η γριά, αν και εκρύβη κάτω από το κακκάβι (καζάνι) της, δια να μην ξεπαγιάση, απελιθώθη, ως και το ποίμνιόν της”! Κι έτσι, μας απέμεινε ο Φλεβάρης κουτσός, με μια μέρα λιγότερη…
(την ιστορία καταγράφει και ο Φίλιππος Βρετάκος στο βιβλίο του “Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των”)
Τούτα λέει η λαϊκή παράδοση.. Όμως, η πραγματικότητα θεωρείται η εξής
(διαλέγετε και παίρνετε!!):
Ο πρώτος βασιλιάς της Ρώμης, ο Ρωμύλος, καθόρισε το παλαιότατο ρωμαϊκό ημερολόγιο, το οποίο είχε δέκα μήνες και ξεκινούσε απ’τον Μάρτιο. Το ημερολόγιο ήταν σεληνιακό.
Ο διάδοχός του, ο Νουμάς, μαζί με άλλες μεταρρυθμίσεις, προσέθεσε στο τέλος του έτους τον Ιανουάριο και το Φλεβάρη.
Κατά κάποιες πηγές ο ίδιος ο Νουμάς, κατά άλλες οι άρχοντες της Ρώμης το 153π.Χ. μετέθεσαν τους δυό αυτούς μήνες στην αρχή του έτους κι έτσι ο Φεβρουάριος βρέθηκε δεύτερος μεταξύ Γενάρη και Μάρτη, αλλά το θρησκευτικό έτος εξακολουούσε να ξεκινά την πρώτη Μαρτίου.
Το 46π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρ καθιέρωσε το λεγόμενο “ιουλιανό ημερολόγιο”, έργο του Έλληνα αστρονόμου Σωσιγένη, που προσδιορίζει το ηλιακό έτος σε 365,25 ημέρες. Με το ημερολόγιο αυτό δημιουργήθηκε το δίσεκτο έτος των 366 ημερών. Τότε είναι που αφαιρέθηκε και μια μέρα απ’τον καημένο το Φλεβάρη για να την προσθέσουνε στον Αύγουστο, τιμής ένεκεν, προς χάρην του αυτοκράτορα Οκταβιανού που πήρε τον τίτλο του Αυγούστου και έδωσε και το όνομά του στο μήνα τούτο.(Μιας και δε γινόταν ο Ιούλιος, προς τιμήν του Ιουλίου Καίσαρα, να έχει 31 ημέρες και ο Αύγουστος, προς τιμήν του Οκταβιανού Αυγούστου, λιγότερες!).
Και δεν θα μπορούσε να λείπει η υπεροχή ιστορία του Καρκακαβίτσα
Μια φορά κι έναν καιρό σε μια τεράστια σπηλιά ζούσαν οι δώδεκα μήνες τρώγοντας, πίνοντας και περιμένοντας ώσπου να έρθει η σειρά του καθενός. Μέσα στη σπηλιά είχαν βάλει ένα βαρέλι γεμάτο με κρασί κι όταν ήρθε η ώρα να το πιουν άνοιξε ο καθένας από μια τρύπα κι έβαλε τη βρύση του. Ο Μάρτης έβαλε τη βρύση του όσο πιο χαμηλά μπορούσε. Οι άλλοι μήνες τον κορόιδευαν πως έτσι θα πιει τα κατακάθια, αλλά αυτός χαμογελούσε πονηρά.
Είχε το σκοπό του.
Έτσι περνούσαν οι μέρες και οι νύχτες και οι μήνες διασκέδαζαν πίνοντας από λίγο κρασί τη φορά προσεχτικά για να μην τους τελειώσει γρήγορα. Μια μέρα όμως που έλειπαν οι άλλοι μήνες, ο Μάρτης άνοιξε τη βρύση του και ρούφηξε όλο το κρασί. Όταν επέστρεψαν οι υπόλοιποι μήνες έτρεξαν διψασμένοι προς το βαρέλι.
-Μάρτη, φέρε μας κρασί φώναξε ο Θεριστής που φορούσε ψάθινο καπέλο και στο χέρι του κρατούσε ένα δρεπάνι.
-Ναι, ναι κρασί, φώναξαν και οι άλλοι μήνες.
-Μα δεν τα μάθατε; φώναξε γελώντας ο Νοέμβρης.
-Τι να μάθουμε; ρώτησε ο Αλωνάρης που το κεφάλι του ήταν ξερό και άγονο σαν το αλώνι.
-Ο Μάρτης ξαναπαντρεύτηκε και τώρα έχει δυο γυναίκες, μια όμορφη και φτωχιά και μια άσχημη και πλούσια. Όταν είναι με την όμορφη ο καιρός είναι καλός ,ενώ όταν είναι με την άσχημη βρέχει και χιονίζει…
Ο Απρίλης που ήταν ο πιο όμορφος από όλους τους μήνες γελούσε. Γελούσε γιατί σε λίγες μέρες θα τελείωναν οι μέρες του Μάρτη και θα ερχόταν η σειρά του.
-Κρασί, κρασί ακούστηκε τότε η φωνή του Φλεβάρη. Τι μας νοιάζει εμάς τι κάνει ο Μάρτης με τις γυναίκες του; Κι έτρεξαν όλοι στο βαρέλι.
Εκεί όμως βρήκαν το Μάρτη ξαπλωμένο, με τη μακριά του φουστανέλα μούσκεμα από το κρασί! Οι άλλοι μήνες άρχισαν να γελάνε μόλις όμως άνοιξαν τη βρύση τους να πιουν τίποτα! το στόμα τους γέμισε αέρα. Τότε κατάλαβαν πως ο Μάρτης τους ήπιε όλο το κρασί από το βαρέλι και θυμωμένοι άρχισαν να τον βαράνε με κλοτσιές και μπουνιές. Τον έκαναν μαύρο από το ξύλο. Όμως ο Μάρτης είναι ο πιο δυνατός από όλους τους μήνες και τον φοβούνται ακόμα και οι άνθρωποι, και πιο πολύ η γριά Γαλανή.
-Φύλα ξύλα για το Μάρτη να μην κάψεις τα παλούκια έλεγε.
Η γριά Γαλανή είχε δέκα κατσίκες και έλπιζε να κάνουν κατσικάκια, να τα πουλήσει ώστε να μπορέσει να ζήσει. Έτσι κι έγινε. Οι κατσίκες γέννησαν και τα κατσικάκια χοροπηδούσαν χαρούμενα. Κι ενώ ο Μάρτης έφτανε στο τέλος του, βροντές ηχούσαν στον αέρα κι ένα παγωμένο χαλάζι χτύπησε την καημένη γριούλα στο πρόσωπο την ώρα που έτρεξε να περιμαζέψει τα κατσικάκια στο μαντρί.
-Στα κομμάτια να πας, παλιό- Μάρτη, είπε. Δε σε έχω πια ανάγκη, σε λίγο έρχεται ο καλός και ζεστός Απρίλης, φώναξε η γριά Γαλανή.
Όμως ο Μάρτης την άκουσε, θύμωσε πολύ κι αποφάσισε να την τιμωρήσει. Έτσι όταν τον επισκέφτηκε ο ήρεμος και καλός Φλεβάρης για να του ζητήσει συγνώμη για το ξύλο που του έριξε μαζί με τους άλλους μήνες, ο Μάρτης έκανε πως το είχε ξεχάσει. Είχε το σχέδιό του. Κέρασε με κρασί τον Φλεβάρη κι όταν τον ζάλισε καλά καλά του είπε:
-Ξέρεις Φλεβάρη, σήμερα τελειώνει η σειρά μου και αύριο έρχεται η σειρά του Απρίλη.
Ο Φλεβάρης θύμωσε γιατί δεν συμπαθούσε καθόλου τον Απρίλη που ήταν όμορφος με ξανθά μαλλιά και όλα τα κορίτσια ήταν ερωτευμένα μαζί του.
-Λέω να τον κάνουμε να σκάσει από το κακό του, είπε ο Μάρτης. Να μου δανείσεις δυο μέρες σου, τις χειρότερες με βροχή και χαλάζι.
-Στις δίνω είπε ο Φλεβάρης μουδιασμένος μιας και οι μήνες δε δίνουν εύκολα τις μέρες τους.
Κι έτσι η γριά Γαλανή εκεί που περίμενε να έρθει ο Απρίλης, έπεσε τέτοιο χαλάζι που δεν έμεινε τίποτα όρθιο. Δεν είχε που να κρυφτεί…
Ο Μάρτης, όταν η καταστροφή τελείωσε, γύρισε στη σπηλιά. Τον είδε ο Φλεβάρης και του ζήτησε πίσω τις δύο του μέρες.
-Ποιες μέρες, είπε αυτός. Αυτές είναι οι μέρες της γριάς.
Κι έτσι έμεινε ο Φλεβάρης με εικοσιοχτώ μέρες μόνο, γι’αυτό και τον λένε Κουτσοφλέβαρο.
Το διήγημα αυτό του Ανδρέα Καρκαβίτσα “Ο Κουτσοφλέβαρος”, από το βιβλίο “Τα Ελληνικά”, εκδόσεις Παπαδόπουλος
Διαλέγετε και παίρνετε λοιπόν, κατά προτίμηση!.. Γριά, τον Αυτοκράτορα ή το διήγημα του Καρκαβίτσα 🙂
Τώρα, δεν τού’φτανε του καημένου του Φλεβάρη πού’μεινε κουτσός, αρχίσανε να τον λένε και γκαντέμη.
“Το Φλεβάρη μη φυτέψεις, ούτε να στεφανωθείς!”
Θα μου πεις, δεν είχαν κι άδικο.. Όλοι οι υπόλοιποι μήνες νά’χουν από 30 μέρες κι οι πιο μάγκες νά’χουν αρπάξει και μια τριακοστή πρώτη, και τούτος ο κακόμοιρος να του λείπε όχι μόνο μια, αλλά και την εικοστή ενάτη του να τη χαίρεται μόνο κάθε τέσσερα χρόνια!
Δίσεκτος, λοιπόν, ο Κουτσοφλέβαρος και μονάχα κάθε τέσσερα χρόνια να κατορθώνει να χτυπήσει, έστω, το 29.. αλλά ο λαός, να μην τον αφήσει να χαρεί για αυτή τη μέρα! Όχι, ούτε γάμοι, ούτε χαρές τα δίσεκτα έτη.Κι όχι μόνο τούτο, κατέληξε δίσεκτος να σημαίνει “χρονική περίοδος δυστυχίας”!
“Κι αν έρθουν χρόνια δίσεκτα και μήνες οργισμένοι…” λέει το δημοτικό μας άσμα..
Έχετε αναρωτηθεί γιατί άραγε δόθηκε η ονομασία “δίσεκτος” (δις+έξι); Μας εξηγεί ο Φίλιππος Βρετάκος (“Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των”):
Ο Φεβρουάριος ονομάστηκε έτσι από το λατινικό februo= εξιλεώνω, εξαγνίζωεπειδή, όπως σημειώνει ο Δ.Λουκάτος, “ήταν ο τελευταίος του ρωμαϊκού έτους και επομένως “διαβατήριος” και αποκαθαρτικός” και, όπως καταγράφει ο Φίλιππος Βρετάκος, “ήτο αφιερωμένος εις τον εν τω Άδη θεόν των νεκρών Φέβρον, εγένετο μήνας πένθους (φέβερ) και εώρταζον κατ’αυτόν τα Febroualia, που ήσαν εξιλαστήριος θρησκευτική εορτή υπέρ των νεκρών και επέμποντο δεήσεις υπέρ των ασθενών. Κατά την εορτήν αυτήν, επειδή ο Φεβρουάριος ήτο τότε ο δωδέκατος μήνας του έτους εις το ρωμαϊκόν ημερολόγιον, συνηθίζετο να εξιλεώνονται αι αμαρτίαι των, δια να εισέλθουν καθαροί εις τον νέον έτος, που ήρχιζεν την 1ην Μαρτίου.”
Η Άννα Τζιροπούλου ( “Έλλην Λόγος”) αναφέρει ότι το λατινικό febris προέρχεται, με τη σειρά του, από το αρχαιοελληνικό θιβρός(=θερμός), καθώς “Ετελούντο εορταί και προσέφερον εις τους θεούς “θερμόν άλας”‘ θιβρός (=θερμός)—> λατιν. febris με συνήθη εναλλαγή του θ εις φ.”
Καθώς και στην αρχαία Ελλάδα την αντίστοιχη εποχή (αττικός μήνας Ανθεστηριών) γιόρταζαν τα Ανθεστήρια (πιθοίγια, χοές, χύτροι κι υδροφόρια), διονυσιακή εορτή με θυσίες στο Διόνυσο και τον Χθόνιο Ερμή, γιορτή των άνθεων και του οίνου, αλλά παράλληλα αφιερωμένη και στις ψυχές των νεκρών. (βλέπε και: Ψυχοσάββατα, Αποκριές και Χύτροι..και Καθώς μπαίνει το Τριώδιο, καλόγεροι κι άλλα πανάρχαια έθιμα της αποκριάς..)
Όπως αναφέρει ο λαογράφος μας Γεώργιος Μέγας (“Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας”):
“[…] όταν εμείς γιορτάζουμε την αποκριά με τα Ψυχοσάββατά της οι αρχαίοι Αθηναίοι γιόρταζαν τα Ανθεστήρια, γιορτή που είχε και αυτή διπλή όψη, ήταν δηλαδή απ’τη μια γιορτή των λουλουδιών, του κρασιού και της αχαλίνωτης χαράς κι απ’την άλλη γιορτή των νεκρών και των ψυχών […]”
Ο Φλεβάρης, λοιπόν, κουτσός, ψιλογρουσούζης κι αφιερωμένος στις ψυχές των νεκρών… όμως, ουσιαστικά, και μήνας καθαρτήριος.. Ο λαός μας των παρετυμολόγισε (όχι τυχαία, όπως σημειώνει κι ο Δ.Λουκάτος) “από τις βροχές και τα πολλά νερά του κι είπαμε “λαϊκά” Φλεβάρης, επειδή ανοίγει τις φλέβες του και γεμίζει τον κόσμο νερά.” (“Συμπληρωματικά του Χειμώνα και της Άνοιξης”).
Με το έμπα του Φλεβάρη γιορτάζουμε τα “Σιμόγιορτα” (Ο `Αγιος Τρύφωνας των αμπελιών, Υπαπαντή, “Ο `Αγιος Συμιός, σημειώνει”) , τον Άγιο Βλάσιο (Ο `Αγιος Βλάσιος και τα τσακάλια..) και τον Άγιο Χαράλαμπο και ο Φεβρουάριος είναι ο μήνας που ανοίγει το Τριώδιο ( Καθώς μπαίνει το Τριώδιο… (λαογραφικά και άλλα..) και καλόγεροι κι άλλα πανάρχαια έθιμα της αποκριάς..).
Αυτός είναι, λοιπόν, ο Φεβρουάριος ή Φλεβάρης ή “Χλεβάρης” (Μάνη) ή “Στερεωτής” (Μάνη) (διότι ριζώνουν και στερεώνονται κατ’αυτόν τα σπαρτά) ή “Κλαδευτής” (λόγω του κλαδέματος), “Μικρός”, “Κουτσός”, “Κουτσοφλέβαρος”, “Κούτσουρος”, “Κούτσουλος” (Κύπρος), “Λειψομήνας”, “Μικρομήνας”, “Λησμονιάρης” (διότι αν αρχίσει να βρέχει, αστοχάει να σταματήσει), “Μισερός”, “Κούντουρος”, “Μιτσός Μήνας”, “Χορευτής” (λόγω της Αποκριάς), Μεθυσμένος (λόγω άστατου καιρού) ή “Φλεγάρης” (διότι ανοίγουν οι φλέγες (φλέβες) του νερού), ακόμα και “Αστοχιάρης κι αποσπόρι του Χειμώνα”, όπως άκουσε ο Βασίλης Λαμνάτος (“Οι μήνες στην αγροτική και ποιμενική ζωή του λαού μας”) από έναν γέρο ζευγά απ’τη Μάνδρα της Αιτωλίας, καθώς “Το “Αστοχιάρης βγαίνει απ’ότι αστοχάει να κρατήσει όταν βρέχει, το δε “αποσπόρι” επειδή είναι ο τελευταίος και μικρότερος σε μέρες μήνας του χειμώνα”.
“Σού’πανε Φλεβάρη βρέξε κι αλησμόνησες να πάψεις!”
“Ο Φλεβάρης με νερό, κουτσός μπαίνει στο χορό!”
“Όξω Κουτσοφλέβαρε, νά’ρθει ο Μάρτης με χαρά και με πολλά λουλούδια!”
“Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει!
Κι αν του δώσει και καιώσει, μες στο χιόνι θα μας χώσει!”
και, “Ο Κουτσός έβαλε τη γρα στο χαράκωμα!”, επειδή, όπως μας πληροφορεί ο Μιχάλης Γρηγοράκης (“Κρητικά Λαογραφικά για τους μήνες”)
Υπάρχει σχετικός μύθος που μας λέει πως μια γριά για να αποφύγει τη γερή χιονιά του Φλεβάρη, κουκουλώθηκε με το τέτζερι, με αποτέλεσμα βέβαια να πεθάνει.
Ναι, ναι στην καημένη τη γριά που πήγε να ειρωνευτεί το Μάρτη αναφέρεται…
(πάντως, με τη γριά ξεκινήσαμε, με τη γριά τελειώσαμε…)
(σημ. Οι ονομασίες κι οι παροιμίες, από τα: Φ.Βρετάκου “Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των”, Μ.Γρηγοράκη “Κρητικά λαογραφικά για τους μήνες”, Β.Λαμνάτου “Οι μήνες στην αγροτική και ποιμενική ζωή του λαού μας”.)