9.5 C
Greece
24 Οκτωβρίου, 2024
CRIME-ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ-ΘΡΙΛΕΡ MORE

Διαβάστε μαζί μας το 1ο κεφάλαιο του βιβλίου της Ευφροσύνης Πιτσαλίδου “Σιωπηλά Βήματα” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αέναον

Μυθιστόρημα
Σιωπηλά Βήματα
Ευφροσύνη Πιτσαλίδου
Εκδόσεις Αέναον
ISBN: 978-618-5395-03-2
Σελίδες: 533
Τιμή: 16,00€
Ημ. Κυκλοφορίας: 21/1/19

 

Το μυθιστόρημα έχει βραβευτεί στον 10ο διαγωνισμό μυθιστορήματος Χρυσή Πένα και έχει πάρει το 1ο βραβείο.

Περίληψη

Κίρκη, Ορφέας, Στέφανος, Μάγια, Οδυσσέας, Σωτήρης.

Η πολλά υποσχόμενη ομάδα ΚΟΣΜΟΣ.

Η ιδανική φιλία.

Το Όραμα ενός καλύτερου κόσμου.

Εφτά χρόνια μετά τη διάσπαση της ομάδας, ο θάνατος της αγαπημένης τους καθηγήτριας Ευτέρπης Αλεξάνδρου, θα τους ενώσει σε περιπέτεια αναζήτησης μιας μυστικής κληρονομιάς, που μπορεί να αλλάξει για πάντα τις ζωές τους.

Πόσο εφικτή είναι όμως η ανανέωση της φιλίας τους, όταν ανάμεσά τους βρίσκεται πλέον ένας δολοφόνος;

Στη Γη των Ταξιδευτών, μια πραγματικότητα παράλληλη και αποκρουστικά όμοια με τη δική μας, ο Ανθοφόνος εισβάλλει στον ονειρικό κόσμο των ανθρώπων, σπέρνοντας θάνατο και καταστροφή. Πραγματώνοντας με τον δικό του τρόπο το Όραμα ενός καλύτερου κόσμου.

Σιωπηλά βήματα.

Θα κατορθώσουν να αφήσουν ίχνη στο ορμητικό ρεύμα της ζωής;

 Βιογραφικό

Η Ευφροσύνη Πιτσαλίδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1987. Αποφοίτησε με άριστα από το Τμήμα Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Α.Π.Θ. και έχει εργαστεί ως αναπληρώτρια νηπιαγωγός στις Κυκλάδες. Λογοτεχνικές και εικαστικές δημιουργίες της έχουν διακριθεί σε διαγωνισμούς. Τα «Σιωπηλά Βήματα» αποτελούν το πρώτο της μυθιστόρημα, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΑΕΝΑΟΝ και έχει βραβευτεί στον διαγωνισμό ΧΡΥΣΗ ΠΕΝΑ του εκδοτικού.

 

Κεφάλαιο 1ο

Ασπρόμαυρες φωτογραφίες πτωμάτων σκόρπιες στο πάτωμα, κολλημένες στους τοίχους, κρεμασμένες από το ταβάνι, πληθαίνουν ανεξέλεγκτα, απειλητικά. Κι αυτή στο κέντρο του ιδιόμορφου αυτού νεκροταφείου, να δικάζεται από εκατοντάδες άψυχα βλέμματα. Πώς μπορεί η άδεια ματιά ενός νεκρού να ξεχειλίζει οδύνη; Τα μαραμένα Άνθη στα αιματοβαμμένα χέρια τους, που αναπαύονται σταυρωμένα στο ύψος της κοιλιακής περιοχής, αποπνέουν τη δυσωδία της παρακμής του πολιτισμού τους. Τα άχρωμα χείλη της οκτάχρονης Μιτσούκο, μέσα στην παγωμένη ακινησία τους μοιάζουν να ψιθυρίζουν ξεψυχισμένα «γιατί;» Ποιος θα μπορούσε να κάνει κάτι τόσο αποτρόπαιο; Το αίμα αναβλύζει καυτό μέσα από τις εικόνες, πνίγει το γκρίζο τοπίο σε μια αλιπόρφυρη λίμνη ανατριχιαστικά πηχτή.

Το κεφάλι της ενεργό ηφαίστειο, το σώμα παγωμένο. Πρέπει να τον βρει. Η πρώτη της πραγματική αποστολή στο Σώμα. Μια ομάδα έμπειρων αστυνομικών που αδιαφορούν για τις απόψεις της, θεωρώντας δεδομένη την ανικανότητα μιας πρωτάρας στην πιο σοβαρή υπόθεση δολοφονιών όλων των εποχών. Ο υπερβάλλων ζήλος, οι εντυπωσιακές σπουδές, οι προηγούμενες επιτυχίες της, τίποτα δεν τους εντυπωσιάζει. Εκείνη όμως ξέρει πως θα τον ανακαλύψει.

Ανάμεσα στις αιμορραγούσες εικόνες ξεπροβάλλει μια αδιάκριτη αχτίδα φωτός. Παραμερίζει μερικές φωτογραφίες και το βλέπει. Το Διαμάντι. Στριφογυρίζει αργά, στραφταλίζοντας όλο το φάσμα των χρωμάτων, προκαλώντας την να το αγγίξει. Διαμάντι, το δόλωμα που χρησιμοποιεί ο Ανθοφόνος για να παγιδεύει τα θύματά του.

«Ονειρεύομαι;» ψιθυρίζει, αντιστεκόμενη στον πειρασμό να το αγγίξει.

«Φυσικά, αλλά αυτό δεν σε εμποδίζει να ανακαλύψεις την αλήθειαΑντιθέτως, αυτός είναι ο μόνος τρόποςΆγγιξέ το Έλα στον κόσμο μου, υπαστυνόμε Ιωάννου Αυτό δεν θέλεις;»

Ο ψίθυρος αγκαλιάζει απειλητικά τον λαιμό της, χάδι από τον ίδιο τον θάνατο. Η υπαστυνόμος Ιωάννου φυλακίζει αποφασιστικά το διαμάντι στη γροθιά της με την παράλογη ελπίδα ότι θα το συνθλίψει, και εκείνο και τον άρρωστο δημιουργό του. Φλόγες καταβροχθίζουν τις φωτογραφίες γύρω της. Πίσω από τα αποκαΐδια εμφανίζεται το σκοτεινό σκηνικό που πριν από λίγες μέρες περιέγραψε στην κατάθεσή της η μοναδική επιζήσασα, μια πανέμορφη δασκάλα τένις, ονόματι Τζένιφερ Κάτσερ: «τρόμος… δεν ξέρω πως αλλιώς να το περιγράψω… απόλυτος τρόμος». Σκιές απλώνονται θεόρατες σ’ ένα υγρό λιθόστρωτο μονοπάτι, ξετυλίγονται σε τοίχους διαβρωμένους, κάτω από το ακαθόριστο φως ενός ασθενικού φεγγαριού.

Κινδυνεύει, το νιώθει. Πρέπει να ξεφύγει. Αρχίζει να τρέχει.

Και τότε αισθάνεται το μικροκαμωμένο σώμα της να τραντάζεται, κάτω από την πίεση του δικού του, που την ακινητοποιεί σε έναν παγωμένο τοίχο. Το υγρό που στάζει ρυθμικά από το σκουριασμένο σωλήνα δίπλα της, χαρίζει στην απόκοσμη ησυχία μια παράφωνη νότα πανικού.

«Πώς σου φαίνεται ο κόσμος μου, υπαστυνόμε; Θα μου επιτρέψεις μια μικρή ξενάγηση;»

Η ανάσα του μοσχοβολά κανέλα. Το αγαπημένο της άρωμα. Τα λόγια της Τζένιφερ Κάτσερ αναπαράγονται με φωνογραφική ακρίβεια στο μυαλό της: «Τα πάντα πάνω του ήταν γοητευτικά και απειλητικά συγχρόνως. Το άρωμά του, ο τρόπος που μιλούσε, οι μύες κάτω από τη μαύρη μπλούζα, το ότι με έσωσε από τις σκιές, όλα. Ακόμα και η μάσκα του  το μυστήριο». Ή είναι εμφανώς επηρεασμένη από την πρόσφατη κατάθεση του παραλίγο θύματος και έχει παγιδευτεί σε ένα άσχημο όνειρο ή ζει πράγματι τον απόλυτο εφιάλτη, όντας το επόμενο θύμα του Ανθοφόνου.

«Δεν θα ήταν καλύτερα να γνωρίσω τον ξεναγό μου πρώτα;» ρωτά και με μια απότομη κίνηση αφαιρεί τη μαύρη μάσκα με τις δαιμονικές κίτρινες σχισμές στη θέση των ματιών, ξανά και ξανά, για να αποκαλύψει μια σειρά πανομοιότυπων από κάτω.

«Εδώ παίζεις με τους δικούς μου κανόνες. Απόλαυσέ το, μη βιάζεσαι. Η βιασύνη σκοτώνει. Εσύ ειδικά θα έπρεπε να το έχεις μάθει αυτό».

Το βλέμμα της θολώνει από δυο μαργαριτάρια πόνου, που αρνούνται πεισματικά να ξεχυθούν στα μάγουλά της. Το παρόν αναδεύεται με το παρελθόν.

«Υποσχέθηκες ότι θα είσαι εδώ στην ώρα σου! Τρέχα λίγο παραπάνω λοιπόν και αν πάρεις κλήση, θα φροντίσω να σου τη σβήσω». Ήταν απλώς ένα αστείο, μα η αδελφή της είχε πράγματι βιαστεί να βρεθεί κοντά της τη βροχερή βραδιά των περασμένων Χριστουγέννων. Το είχε πληρώσει με τη ζωή της.

Προσπαθεί να τον χτυπήσει, να του ξεφύγει, να ξεφύγει από τον ίδιο της τον εαυτό.

«Δεν σκότωσα εγώ την αδελφή σου, υπαστυνόμε, ΕΣΥ το έκανες. Δεν είμαστε τόσο διαφορετικοί τελικά, σωστά; Μόνο που εγώ μπορώ να σου τη φέρω πίσω. Δεν με πιστεύεις; Δες και μόνη σου».

Ο Ανθοφόνος παραμερίζει και η παρουσία της αδελφής της μεταμορφώνει το μουχλιασμένο σκηνικό σε παράδεισο.

«Ελένη;» ψελλίζει η υπαστυνόμος, μα δεν προλαβαίνει να πραγματοποιήσει το βήμα που τη χωρίζει από την αγκαλιά του πιο αγαπημένου της προσώπου.

Μια μικροσκοπική αράχνη έχει κρεμαστεί μπροστά της και υφαίνει σε κλάσματα δευτερολέπτου μια λέξη σε έναν αόρατο ιστό: «ΞΥΠΝΑ!»

Η υπαστυνόμος εξαφανίζεται κι εκείνος συνθλίβει την αράχνη ανάμεσα στον δείκτη και τον αντίχειρά του, μονολογώντας νευρικά:

«Καταραμένο υποσυνείδητο. Θα τα ξαναπούμε σύντομα, υπαστυνόμε Ιωάννου».

Ο Ανθοφόνος άνοιξε τα μάτια του και το στοιχειωμένο ονειρικό του βασίλειο αντικαταστάθηκε από τη θέα της κρεβατοκάμαράς του, της οποίας η επίπλωση και η διακόσμηση κινούνταν προσεκτικά στα όρια του φυσιολογικού και του συνηθισμένου. Είχε ξεχάσει την τηλεόραση ανοιχτή για άλλη μια φορά. Τον τελευταίο καιρό παρακολουθούσε ειδήσεις, απολάμβανε τις απανωτές πρωτιές του στα δελτία, την κινδυνολογία, την ηθικολογία, την υπερβολή. Μετά από ένα μήνα αδράνειας βέβαια, δεν διατηρούσε την ψευδή ελπίδα ότι θα του χάριζαν την προσοχή που του άξιζε.

«…η πρωτοποριακή διδακτική της μεθοδολογία συνένωσε μαθητές διαφόρων ηλικιών στα πλαίσια του γνωστικού αντικειμένου «Εισαγωγή στον Κόσμο των Ανυποψίαστων» και υπήρξε αφορμή για την έκδοση του λευκώματος «Ανυποψίαστα Οράματα», μιας συλλογής με τις καλύτερες εργασίες των μαθητών της, που εκδίδεται στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς και εμπνέει εκπαιδευτικούς σε όλο τον κόσμο. Ο επικήδειος θα αναγνωσθεί αύριο, στο Εκπαιδευτικό Κέντρο «Εξέλιξις» στη Νάουσα Ημαθίας, όπου και υπηρέτησε για 5 χρόνια. Κατόπιν επιθυμίας της εκλιπούσας και συγκατάθεσης του Διευθυντή του Κέντρου, κυρίου Κοντόπουλου, κάθε μαθητής καλείται να γράψει στον τοίχο του παλιού γραφείου της ένα στοιχείο της προσωπικότητάς του για το οποίο νιώθει υπερήφανοςΜέσα από αυτό το «κάστρο αυτοπεποίθησης», όπως η ίδια το αποκάλεσε, οι μαθητές θα απευθύνουν το ύστατο αντίο στην αγαπημένη τους κυρία Ευτέρπη Αλεξάνδρου».

Το βλέμμα του στυλώθηκε σε μια από τις φωτογραφίες μαθητών που πλαισίωναν το ρεπορτάζ. Ανατρίχιασε στη θέα, του χρόνια πριν εφηβικού προσώπου του.

Please follow and like us:
error678
fb-share-icon
Tweet 124
fb-share-icon20

Related posts

Το βασανιστικό ρούχο που φορούσαν οι γυναίκες τον 19ο αιώνα…

Καλλιόπη Γιακουμή

«Επανάσταση 1821 – Γένους Θηλυκού» της Γιώτας Αγγελοπούλου, από τις εκδόσεις Αγγελάκη

Καλλιόπη Γιακουμή

Οι πραγματικές εκδοχές λατρεμένων παιδικών ιστοριών

Καλλιόπη Γιακουμή

Αφήστε Ένα Σχόλιο