–2020: “Η ΡΑΦΤΡΑ”, εκδόσεις Ψυχογιός
–2017: “ΓΕΡΣΗ. ΕΙΣΑΙ ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΣΤΟ ΑΙΜΑ ΜΟΥ”, εκδόσεις Ψυχογιός
–2014: “VINSANTO. ΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΗΣ ΛΑΒΑΣ”, εκδόσεις Ψυχογιός
–2001: “ΛΕΛΟΥ”, εκδόσεις Καστανιώτης
–2004: “ΜΑΥΡΟ ΚΑΝΤΑΙΦΙ”, εκδόσεις Εμπειρία εκδοτική
–1999: “ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΟΥ ΚΟΚΚΙΝΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ”, εκδόσεις Δέλτος
“Η ΡΑΦΤΡΑ”
ΘΡΑΚΗ, 1895-1913. Στη μαγική πόλη της Ξάνθης, σπουδαίες μοδίστρες με ασημένιες δαχτυλήθρες ντύναν τις Θράσσες με την τελευταία λέξη της μόδας. Κι ολόγυρα καπνοχώραφα με το χρυσόφυλλο φυτό που γέμιζε παράδες τους καπνέμπορους. Αρχοντικά με ζωγραφισμένα ταβάνια, το βουνό με τους θρύλους… Θα μπορούσε να είναι όμορφη η ζωή, αν δε σπέρνανε φωτιά οι κομιτατζήδες. Στα πλούσια αρχοντόσπιτα, στα ταπεινά πετρόχτιστα του Σαμακώβ, σε ένα παράξενο μοναστήρι, ράβουν και ξηλώνουν τη ζωή τους τα πρόσωπα αυτής της ιστορίας.
Κεραστώ: Η ράφτρα. Για να διασώσει μια πάνινη ταυτότητα, μαθαίνει να πατά βελονιές.
Μα τρύπωσε πάνω στην καρδιά της τάματα βαριά, κι όταν εκείνος ο άντρας μπήκε στη σπηλιά της, δε γινόταν να τον υποτάξει με τις χάρες του θηλυκού, γιατί είχε ξυρίσει το κεφάλι, είχε βάλει φούμο στα μούτρα, αυτός τηνε νόμιζε αγόρι.
Μήτσος Γιαβάσογλου: Ο αντάρτης καπνέμπορος. Μεγάλο πάθος ο καπνός και η λευτεριά της Θράκης. Όταν λαβώθηκε σε κείνο το αλισβερίσι με τους λαθρέμπορες, νόμιζε πως η πληγή του θα κλείσει γρήγορα. Μα εκείνη η ράφτρα τονε σακάτεψε με το ασημένιο της βελόνι.
Ένα μυθιστόρημα που θα μπορούσε να είναι παραμύθι ανατρεπτικό, με αρχοντόπουλα, κυράδες και θεριά που ράβουν τα πάθη, τους έρωτες, τα μυστικά και τις προδοσίες με γερές βελονιές πάνω στη ζωή τους. Εκεί στη Θράκη: Ξάνθη, Γενί Κιοΐ, Ντεντέαγατς, Γκιουμουλτζίνα, Αντριανού…
***
“ΓΕΡΣΗ. ΕΙΣΑΙ ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΣΤΟ ΑΙΜΑ ΜΟΥ”
Ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα για τις ημέρες αίγλης και δόξας της Σμύρνης πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή!
Ένας έρωτας παραμυθένιος το μυθιστόρημα αυτό, μπερδεμένος στις κλωστές της Ιστορίας, τότε που θέλησε να δοκιμάσει τις αντοχές τις προδοσίας, τη δύναμη της φωτιάς.
Σαν τα παραμύθια της Χαλιμάς, οι ζωές μπερδεύονται με το καβουρντισμένο κύμινο και το πετμέζι, Ρωμιοί και Τούρκοι, κιμπάρηδες και ραχατλήδες, ηγέτες ξιπασμένοι, ανίκανοι, παθιασμένοι, αδιάφοροι.
Ο χορός των ζεϊμπέκηδων, οι ατμοί του χαμάμ, τα προσκοπάκια στο Αϊδίνι, μυστικά και καταχωνιασμένες αμαρτίες, προδοσίες, φονικά, ένα γυμνό κορίτσι κρεμασμένο ανάποδα, ο Αχέροντας να καταπίνει φαντάρους, στην Αλμυρή Έρημο να ξεραίνονται οι κόκκινες μηλιές, οι ατμοί του χαμάμ να θολώνουν τις ζωγραφιές.
Η Γέρση μεγάλωσε στη Σμύρνη, αρχοντοπούλα ανατάν μπαμπαντάν, στη θωριά της σου κοβόταν η ανάσα. Περήφανη και ξιπασμένη, μαστίγωνε τις δούλες της μπας και τις κάνει φιλενάδες. Λουζόταν στο χαμάμ, όταν την είδαν ξαφνικά τα δυο καρντάσια, ο Γιώργης κι ο Σελίμ, κι ήρθε ο έρωτας να σπαράξει τη σάρκα, να ξεπαστρέψει, να μαγέψει.
«Τι είμαι για σένανε, Γιώργη Καραδάμογλου; Αυτό μόνο… πρέπει να ξέρω…»
Το άλογο χρεμέτισε χτυπώντας την οπλή του σε μια πέτρα που εξείχε, ο αμαξάς τράβηξε τα γκέμια. Εκείνος έχωσε τα μάτια στα τσίνορά της, ζυγίστηκε πάνω τους, ισορρόπησε, κρεμάστηκε. Βούλιαξε στο υγρό βλέμμα, φοβήθηκε μη γίνει δάκρυ και τον πνίξει, τσούλησε στην κατηφόρα της μύτης να σωθεί, χώθηκε στα ρουθούνια να ρουφήξει την οσμή της. Στα χείλη παραδόθηκε. Τα λευκά της δόντια τον γεμίσανε πληγές καθώς θυμήθηκε τη νύχτα τους. Εδώ που φτάσανε, δεν είχε άλλη επιλογή. Έπρεπε να της πει την αλήθεια. Πήρε το χέρι της, έσκυψε κι απόθεσε στη φούχτα της ένα φιλί.
«Εσύ, ομορφιά μου, είσαι το κόκκινο στο αίμα μου…»
***
“VINSANTO. ΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΗΣ ΛΑΒΑΣ”
Ένα παράξενο γράμμα, μισό στα πορτογαλικά, το άλλο μισό σε ανορθόγραφα ελληνικά, που αναφέρεται σε έναν αμύθητο θησαυρό, γίνεται αφορμή να βγουν στην επιφάνεια ψέματα σκεπασμένα από τη λάβα. Εκεί, λοιπόν, στο νησί με το κοιμισμένο ηφαίστειο, θαμμένοι ναοί από την εποχή της έκρηξης κρύβουν τον θρύλο που μπολιάζει πάθη και οπλίζει χέρια.
Κορυφαίοι του χορού η αλλοπρόσαλλη Νίνα και ο Ζοζέ με το μαυριτάνικο αίμα, που κουβαλούν μυστικά πλεγμένα με μύθους. Η όμορφη Κάρμεν και ο παθιασμένος αρχαιολόγος της, βουτηγμένοι σε έναν έρωτα που ψεύδεται κι απογειώνεται.
Κι εκείνο το κάθαρμα ο Σπύρος, που δεν μπορεί να αποκρυπτογραφήσει το παράξενο γράμμα, γι’ αυτό και σέρνεται στο κυνήγι ενός θησαυρού χωρίς να γνωρίζει το τίμημα. Ψηλά, στο μοναστήρι του Αϊ-Σύκα του Παλαβιάρη, ένας μυστηριώδης ηγούμενος που ξέρει αλλά δεν μπορεί να μιλήσει. Όλοι τους μεθυσμένοι απ’ το κρασί της λάβας, το βισάντο, λιωμένο ρουμπίνι φυλακισμένο για χρόνια στα βαρέλια. Ίσως γι’ αυτό δεν έχουν τον έλεγχο. Γιατί το βισάντο το φτιάχνει ο ήλιος και το ηφαίστειο.
Ίντριγκες, παθιασμένοι έρωτες, ανεξήγητοι θάνατοι και φονικά, ακριβά όνειρα και προδοσίες. Ένα βιβλίο που θα μπορούσε να είναι οδοιπορικό στο ωραιότερο νησί του κόσμου, ερωτικό γιατί τα κορμιά δεν ντρέπονται όταν σφαδάζουν πλεγμένα πάνω στα βότσαλα, μυστηριώδες αφού κανείς δεν περιμένει αυτό που ξετυλίγεται σε κάθε σελίδα.
***
“ΛΕΛΟΥ”
Yπάρχει λοιπόν μια γειτονιά, στην ουσία ένας μικρός δρόμος, η Nικαίας, με σπίτια σιαμαία, χωρίς κήπους, κολλημένα το ένα πάνω στ’ άλλο. Σαν το παλιό ελληνικό σινεμά, εικόνες γνωστές, ατάκες μνήμης χιλιοειπωμένες, πάντα φρέσκες, καλά διατηρημένες, χάρη στη δυναμική της επαναφοράς. H ανεξίτηλη οσμή των ήχων. Ένα πρωί, στη γειτονιά έκανε την εμφάνισή της η Λελού. Mαύρο ταγέρ με δαχτυλίδι μέση, γάμπες τυλιγμένες στο μετάξι, σκούρο βέλο που άφηνε ελεύθερο το κόκκινο στόμα. Aγόρασε το δίπατο της Aννέτας της συχωρεμένης. Kεραυνός στη Nικαίας! Tι θέλει μια παστρικιά, έστω πολυτελείας, ανάμεσα στους τίμιους νοικοκυραίους;
Πώς μπορούν να μπερδευτούν τα παριζιάνικα αρώματα με τις τσίκνες της γκαζιέρας; Ένα ξένο σώμα ήτανε –κορμί που κόλαζε άγιο, μα την αλήθεια– που ήρθε στη γειτονιά, απλώς για να επαληθευτεί ο χρησμός της συνεκτικότητας μέσα από ένα γλέντι σαν εκείνα που σίγουρα οργάνωναν οι μυημένοι στα αρχέγονα ελληνικά μυστήρια.
Tέσσερις ιστορίες ζωντανεύουν στο βιβλίο αυτό. Kοινό σημείο αναφοράς των κατοίκων η αμετάκλητη εγκατάλειψη της πατρίδας. Kαθημερινές σκηνές οι καβγάδες, το κουτσομπολιό, η πονηριά της αγραμματοσύνης, οι έρωτες, τα παθιασμένα αισθήματα, οι δολοπλοκίες, τα τραγούδια του Στέλιου και της Mαρίκας, τα μοναδικά γλέντια.
***
“ΜΑΥΡΟ ΚΑΝΤΑΙΦΙ”
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από το τέλος. Δύο γυναίκες, η Κατίνα και η Κατερίνα, εμφανίζονται μαζί, για πρώτη φορά, ως τα μοναδικά πρόσωπα μιας ιδιότυπης παράστασης. Μοναδικό σκηνικό ένας καθρέφτης με δύο όψεις. Η μια πλευρά του είναι παραμορφωτική. Μπροστά σ’ ένα κοινό επιλεγμένο από τις ίδιες, συγκρούονται, αυτοσαρκάζονται, ξεγυμνώνουν την ύπαρξή τους, χλευάζουν η μία την άλλη, αναζητούν ταυτότητα στη σχέση τους. Δύο ασύνδετες φαινομενικά ιστορίες, γεμάτες πάθη ερωτικά και τραύματα καλά κρυμμένα. Δυο γυναίκες ανόμοιες, με βίους παράλληλους, στον ίδιο δρόμο.
Μόνο κοινό τους στοιχείο το οριακό εκείνο σημείο της ηλικίας όπου μια γυναίκα καλείται να αποφασίσει αν θα συμφιλιωθεί με κάθε πτυχή του εαυτού της, είτε αυτό αρέσει στους άλλους είτε όχι. Γι’ αυτό και γίνεται ευάλωτη. Ο καθρέφτης δεν παραμορφώνει πια την πραγματικότητα. Απλά την καθρεφτίζει.
***
“ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΟΥ ΚΟΚΚΙΝΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ”
Σε μια επαρχιακή πόλη ένας άνδρας καταδικάζεται για τη δολοφονία τεσσάρων γυναικών.
Ο ίδιος φωνάζει ότι είναι αθώος. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, η ξεχασμένη ιστορία ξαναζωντανεύει. Ένα μυστηριώδης εισαγγελέας, η παράξενη αδελφή του και ένας νέος φόνος.
Το παλιό κόκκινο σπίτι κρύβει καλά τα μυστικά του.
Οι “Ιστορίες σε απλά ελληνικά” είναι πρωτότυπες και απλές. Δίνουν στον σπουδαστή τη δυνατότητα να διαβάσει ένα κείμενο χωρίς τη βοήθεια του λεξικού. Έχουν λεξιλόγιο στα ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά, καθώς και ασκήσεις με τις λύσεις τους.