Στην πΈνα”
“Η ΨΥΧΗ ΚΑΙ Ο ΕΡΩΤΑΣ”
Γράφει η Ευδοκία Σταυρίδου
.
Η Ψυχή και ο Έρωτας…
Η Ψυχή έκλαιγε μερόνυχτα, φυλακισμένη της Αφροδίτης και με δεσμοφύλακες την Μελαγχολία και την Θλίψη. Αναζητούσε τον Έρωτα. Της έλειπε απεγνωσμένα και αναρωτιόταν διαρκώς γιατί έπρεπε να υποστεί όλες αυτές τις δοκιμασίες για ό,τι πιο όμορφο είχε νιώσει στη ζωή της. Αξίζει τιμωρίας και πόνου η ευτυχία; Τις ελάχιστες στιγμές που σταματούσαν τα βασανιστήρια η Μελαγχολία και η Θλίψη έκλεινε τα μάτια και αναγεννούσε μέσα της κάθε στιγμή που μοιράστηκε με τον Έρωτα. Ένιωθε το άγγιγμά του στο κορμί της, τα χείλη του στα χείλη της, το σμίξιμό τους που τόσο ακριβά πλήρωναν και οι δύο. Κι ακόμα περισσότερο ποτάμια έτρεχαν από τα μάτια της, μέχρι που κύλησαν κάτω από την πόρτα της φυλακής της κι έφτασαν ως το δωμάτιο του τραυματισμένου Έρωτα, που κι αυτόν κρατούσε δέσμιο η Αφροδίτη. Κι εκείνος αμέσως τα αναγνώρισε γιατί είχαν το άρωμά της. Κι εκείνη τη στιγμή ορκίστηκε πως θα έβρισκε τρόπο να ενωθούν και πάλι. Δεν θα λογάριαζε τίποτα. Τον κόσμο ολόκληρο θα έφερνε ανάποδα μα θα την έσφιγγε στην αγκαλιά του. Αισθανόμενος καλύτερα, τώρα που η πληγή του είχε γιατρευθεί, και μην αντέχοντας άλλο την απουσία της αγαπημένης του Ψυχής πέταξε από το παράθυρο του δωματίου στο οποίο ήταν έγκλειστος. Με τα φτερά του να ανακτούν τις δυνάμεις τους από την μακρά ακινησία, φτερούγιζε ολοένα και πιο γρήγορα ανέβηκε εύκολα στα μεγάλα ύψη του ουρανού, γονάτισε μπροστά στον παντοδύναμο Δία και τον παρακάλεσε. Ο Δίας συγκινημένος από την αγάπη του Έρωτα έστειλε τον Ερμή να φέρει την Ψυχή. Με το που έφτασαν, της προσέφερε μια κούπα γεμάτη αμβροσία λέγοντας: «Πιες απ᾽ αυτό Ψυχή και γίνε αθάνατη. Ο Έρωτας ποτέ δεν θα προδώσει τα δεσμά κι ο γάμος θα κρατήσει για πάντα». Κι αμέσως στήθηκε μεγαλοπρεπής γαμήλια τελετή. Ο Έρωτας με το κεφάλι γερμένο κρατούσε την Ψυχή σφιχτά στην αγκαλιά του. Ο Δίας και η Ήρα κάθισαν πλάι τους κι όλες οι θεότητες παρατάχθηκαν μπροστά τους. Ο Γανυμήδης, ο οινοχόος νεαρός βοσκός, σέρβιρε στον Δία νέκταρ, το κρασί των θεών κι ο Διόνυσος κέρασε τους υπολοίπους, ενώ ο Ήφαιστος ετοίμαζε το δείπνο στην φωτιά. Τώρα οι Ώρες στόλιζαν τους πάντες με τριαντάφυλλα και πλήθος άλλων λουλουδιών· οι Χάριτες σκόρπιζαν βάλσαμο· η χορωδία των Μουσών ηχούσε· ο Απόλλων τραγουδούσε συνοδεύοντας την λύρα του και η Αφροδίτη χόρευε σαγηνευτικά στους ρυθμούς της υπέροχης διάχυτης μουσικής, διευθετώντας την σκηνή ώστε οι Μούσες ν’ ακούγονται σε αρμονία με το μακρινό φλάουτο ενός Σάτυρου κι ένα από τα ξωτικά του Πάνα που φυσούσε τα καλάμια του. Αθάνατοι πια και οι δύο, ο Έρως και η Ψυχή έζησαν μαζί για πάντα, αγαπώντας με πάθος ο ένας τον άλλον.
Όσα εμπόδια κι αν υπάρξουν, όσες απαγορεύσεις, όσες φυλακές και τιμωρίες, η Ψυχή πάντα θα αναζητά τον Έρωτα και ο Έρωτας την Ψυχή. Μας το φανερώνει ο μύθος που απαντάται στους περισσότερους αρχαίους πολιτισμούς, μα πάνω απ’ όλα μας το επιβεβαιώνει η ίδια η ζωή. Η μοναξιά οδηγεί στην περιπλάνηση για την αναζήτηση της ισορροπίας μέχρι την επίτευξη του στόχου. Την απόλυτη ένωση του αρσενικού με το θηλυκό ψυχή τε και σώματι.
Είναι ελάχιστες οι φορές που ένα άγαλμα, ένα άψυχο και κρύο υλικό όπως το μάρμαρο, μπορεί να εκπέμψει τέτοια δύναμη αποτυπώνοντας το αιώνιο φιλί, το φιλί της αγάπης, το φιλί της ζωής. Και συνάμα να μεταφέρει τόσο δυνατό συναίσθημα πλημμυρίζοντας κάθε σου κύτταρο. Να διεγείρει τις αισθήσεις σου, προκαλώντας ακόμα και ζήλια για το ιδανικό, το ζητούμενο, το όνειρο.
.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΕΔΩ:
.…………………..
Γίνετε μέλος της ομάδας μας “Βιβλίων Ορίζοντες” στο facebook πατώντας το παρακάτω σύνδεσμο
Επιμέλεια άρθρου : Καλλιόπη Γιακουμή