11.1 C
Greece
29 Απριλίου, 2024
ΟΙ ΣΤΗΛΕΣ ΜΑΣ

“Σκοτεινά μονοπάτια”: Μικρές ιστορίες τρόμου από την Κατερίνα Κοφίνα – “ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ ΦΕΥΓΩ”

ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ ΦΕΥΓΩ

-Αγάπη μου φεύγω.- Έσκυψε και την φίλησε απαλά στο στόμα. Έφερνε στο μυαλό της συνέχεια ετούτη την εικόνα. Ξανά και ξανά. Όλα ήταν μέσα στο σχέδιο. Στάχτη στα μάτια.

Το δωμάτιο ήταν σκοτεινό και αφόρητα κρύο , η μήπως ήταν η πνοή του θανάτου που πλανιόταν γύρω; Το μάγουλο της ακουμπούσε στο παγωμένο πάτωμα της κουζίνας. Τα μάτια της ήταν σφαλισμένα αλλά ακόμα ανάσαινε. Μπορούσε να ακούσει το θόρυβο των αυτοκινήτων στη λεωφόρο , να μυρίζει το άρωμα των λουλουδιών πάνω στο τραπέζι της κουζίνας , το ψυγείο καθώς σταματούσε και ξεκινούσε την λειτουργία του. Ο  πόνος στην πλάτη δεν την ενοχλούσε πια ούτε η γεύση του ξεραμένου αίματος στα χείλη της.

-Αγάπη μου φεύγω.- Αυτές οι λέξεις είχαν χωθεί στα βάθη του μυαλού της. Χρόνια άκουγε κάθε πρωί τα ίδια , και είχαν γίνει για αυτήν μια γλυκιά συνήθεια. Ο Μάρκος ποτέ δε ξεχνούσε να την φιλήσει πριν φύγει για την δουλειά και να την αποκαλέσει αγάπη του. δεκαπέντε χρόνια γάμου περνούσαν τώρα μπροστά από τα μάτια της. τα βλέφαρα πετάρισαν για δευτερόλεπτα στα περασμένα και ξανάπεσαν βαριά στη σιωπή. Ο Μάρκος ο άντρας της  που ήταν ο τέλειος σύντροφος. Γλυκός , ρομαντικός , ήρεμος , φυσιολάτρης , αστείος. Αυτός που δεν μπορούσε ούτε μύγα να λιώσει. Ο άμεμπτος οικογενειάρχης. Και όλα αυτά γιατί; Σκεφτόταν η Άννα , ενώ το ρολόι του τοίχου μετρούσε τα δευτερόλεπτα με την ησυχία του. Δε μπορούσε να το δει. Ήταν ψηλά στον τοίχο. Το άκουγε όμως.

 

Ποτέ δεν πέρασε από το μυαλό της Άννας πως ο Μάρκος διατηρούσε παράνομο δεσμό. Ποτέ του δεν της είχε δώσει αφορμή  να σκεφτεί  έστω και το παραμικρό. Μετά το γάμο τους η ζωή είχε κυλήσει  αρκετά ομαλά. Σηκωνόταν πάντα στις εφτά το πρωί. Έπαιρνε τον καφέ του με μια φρυγανιά και λίγη μαρμελάδα. Λίγο πριν φύγει την φιλούσε απαλά και της έλεγε.

-Αγάπη μου φεύγω.- Και αυτή ξαπλωμένη στο κρεβάτι χαμογελούσε και του απαντούσε.

-Θα τα πούμε το μεσημέρι.

Έτσι γλυκά και ήσυχα πέρασαν αυτά τα δεκαπέντε χρόνια , χωρίς ποτέ να έρθουν σε ουσιαστική ρήξη. Βέβαια οι καβγάδες υπήρχαν , αλλά πέρα από αυτό τίποτα το σοβαρό. Το στόμα της Άννας άνοιξε και μια μεγάλη ποσότητα αίματος κύλισε στο λευκό πλακάκι. Η τύχη. Ναι αυτή τα έφερε έτσι ώστε κάποια μέρα που χτύπησε το κινητό του και εκείνος βρισκόταν  στο μπάνιο , να κάνει το λάθος και να ακούσει τα μηνύματα του τηλεφωνητή. Και τότε την άκουσε. Αυτή η βραχνή αισθησιακή φωνή να του λέει.

-Μάρκο η Βιβή είμαι. Σήμερα το απόγευμα δε μπορώ. Τι λες για αύριο την ίδια ώρα στο σπίτι μου; Σε περιμένω αγάπη μου.-

Ήταν τότε που τα πάντα ήρθαν ανάποδα. Όλα γύριζαν σαν την δίνη του νερού κάνοντας την να δει την πραγματικότητα πίσω από την μάσκα του αφοσιωμένου συζύγου. Ο Μάρκος ήταν με άλλη γυναίκα. Ο Μάρκος την απατούσε. Τα γεγονότα ήταν εκεί. μπροστά της. Τώρα ήξερε πως την επόμενη είχαν ραντεβού. Αλλά που έπεφτε το σπίτι της; Σίγουρα θα το έβρισκε. Έκλεισε το κινητό και όλο το βράδυ προσπάθησε να κοιμηθεί. Άδικος κόπος. Η Άννα δεν κοιμήθηκε. Έπρεπε να τα μάθει όλα. Όταν ήρθε το επόμενο απόγευμα , πήρε από πίσω το αυτοκίνητο του άντρα της με το δικό της το μικρό. Μετά από λίγη  ώρα εκείνος πάρκαρε έξω από μια  μονοκατοικία με  μεγάλο κήπο και αρκετά δέντρα. Δε χτύπησε κουδούνι. Είχε δικά του κλειδιά.

 

 

Χωρισμός: Πώς να τον ξεπεράσετε

 

-Α! Τον παλιά … πήγε να φωνάξει αλλά γρήγορα  έβαλε την παλάμη  μπροστά από το στόμα της.  Εκείνος άνοιξε γρήγορα κοιτάζοντας συνέχεια πίσω του και μπήκε μέσα. Μετά από πέντε λεπτά η Άννα βγήκε από το αυτοκίνητο και κινήθηκε προς το σπίτι. Έκανε ένα γύρω και σταμάτησε έξω από ένα αμυδρά φωτισμένο παράθυρο. Πήγε από κάτω και άκουσε ομιλίες. Έψαξε στον κήπο και βρήκε μια σκάλα. Ανέβηκε επάνω της και κόλλησε το πρόσωπο της στο περβάζι. Η κουρτίνα ήταν τραβηγμένη. Το δωμάτιο ήταν γεμάτο από βαριά έπιπλα παλιάς εποχής και μόνο μια λάμπα που υπήρχε σε ένα γραφείο έριχνε ένα κίτρινο φως. Αυτό έδωσε στην Άννα τη δυνατότητα να παρατηρεί χωρίς να την αντιληφθούν. Ο Μάρκος ήταν πεσμένος σε ένα καναπέ και έβγαζε μικρά βογκητά απόλαυσης. Τα λιγοστά μαλλιά του ήταν ανακατωμένα και τα ρούχα του πεσμένα κάτω. Από πάνω του μια γυναίκα με μακριά μαύρα μαλλιά χάιδευε το στέρνο του. Ήταν καλοφτιαγμένη με πλούσιο στήθος. Το πρόσωπο της δε φαινόταν γιατί το κάλυπταν τα μαλλιά της. κουνούσε ρυθμικά τους γοφούς της και έκαναν μαζί ένα απόλυτα συγχρονισμένο κυματισμό. Η Άννα  ένιωσε σκουπίδι. Ποτέ με τον Μάρκο δεν το είχαν κάνει σε άβολο καναπέ. Πάντα στο κρεβάτι και συνήθως εκείνος τελείωνε τόσο γρήγορα που δεν της άφηνε περιθώρια για να κουνήσει τόσο ρυθμικά τη λεκάνη της , όσο η γυναίκα που έβλεπε. Ίσως να έφταιγε το γεγονός ότι ποτέ δεν είχε στήθος η ίδια , ώστε να προκαλεί τις αισθήσεις του πιστού Μάρκου.  Όταν μετά από λίγο η ερωτική συνουσία είχε τελειώσει και τα τσιγάρα είχαν ανάψει , άκουσε τη βραχνή φωνή της άγνωστης γυναίκας να κατακερματίζει τη σιωπή της ατμόσφαιρας που είχε γεμίσει με σύννεφα καπνού.

-Πρέπει να πάρεις μια απόφαση Μάρκο. Η την χωρίζεις και ζούμε μαζί ή τραβάς το δρόμο σου και εγώ το δικό μου. Δυο χρόνια σε αυτή την κατάσταση είναι πολλά δε νομίζεις;-

-Αγάπη μου και θέλω και δεν μπορώ να το κάνω. Η Άννα δεν υποψιάζεται τίποτα. Πως ξαφνικά να της φανερώσω ένα δεσμό από το πουθενά; Δε θέλω να πληγωθεί. Κάνε υπομονή. Κάτι θα σκεφτώ, της απάντησε εκείνος.

Η  γυναίκα έσβησε στο τασάκι το λεπτό της τσιγάρο και έπεσε γυμνή στο πάτωμα . Ο Μάρκος την ακολούθησε σα πιστό σκυλάκι. Ένας δεύτερος κύκλος άρχιζε και η Άννα αποφάσισε να αποχωρήσει. Απλά δεν ήθελε να δει τον  κοκαλιάρικο πισινό του Μάρκου να ταλαντεύεται στο σκοτάδι. Κατέβηκε από την σκάλα , την έβαλε προσεχτικά στη θέση της και με απαλά βήματα βγήκε από τον κήπο και πήγε στο αυτοκίνητο της. Δυο χρόνια ο Μάρκος ξάπλωνε με μια άλλη γυναίκα και αυτή δεν είχε πάρει χαμπάρι. Το αγάπη μου φεύγω είχε γίνει φαίνεται τρόπος ζωής που είχε καλύψει τα πάντα με μια αραχνοΰφαντη μεμβράνη σιγουριάς.

Το ρολόι συνέχιζε να προσπερνά με τους δείκτες του τα δευτερόλεπτα και τα λεπτά, ενώ το μάγουλο της Άννας στο πάτωμα είχε πια μουδιάσει. Περίμενε από στιγμή σε στιγμή ο Μάρκος να της μιλήσει για τον παράνομο δεσμό του , αλλά εκείνος συνέχιζε να φεύγει το πρωί, μέσα στην καλή χαρά έχοντας πρώτα φιλήσει τα λεπτά της χείλη. Αυτό ήταν που ενοχλούσε την Άννα. Αν είχε κάτι στο μυαλό του αυτό θα έπρεπε να είναι το διαζύγιο. Και αν δεν ήταν; Ο Μάρκος ήταν της παλιάς σχολής. Όταν κάποιος παντρεύεται το κάνει για όλη του τη ζωή. Θα τον βόλευε καλύτερα ένας ξαφνικός θάνατος. Ή ένας φ………Τότε ένιωσε κάτι κοφτερό να χώνεται μέσα στη σάρκα της εκεί πίσω στην πλάτη. Το χτύπημα ήταν δυνατό και σίγουρο .Η λεπίδα μπήκε μέσα της και διαπέρασε τον πνεύμονα. Έπεσε κάτω. Δυο δερμάτινα παπούτσια επιμελώς καθαρισμένα και γυαλισμένα , ήρθαν και σταμάτησαν μπροστά από τα μάτια της. Η φωνή του Μάρκου ακούστηκε άχρωμη να λέει.

 

Έρωτας είναι η τέχνη του να φεύγεις - Thessaloniki Arts and Culture

 

-Αγάπη μου  φεύγω.  Συγνώμη που δεν θα σε ξαναδώ. Στην υγειά σου. Ήπιε ένα ποτήρι με κονιάκ και το άφησε στον πάγκο της κουζίνας. Άκουσε τα τακούνια από τα παπούτσια του να κροταλίζουν στα καθαρά πλακάκια του δαπέδου και να χάνονται από το οπτικό της πεδίο. Ο καημένος δεν πρόλαβε να βγει από το σπίτι. Σωριάστηκε με αφρούς να βγαίνουν από το στόμα του.

Ένας ρόγχος μέσα από το στόμα της βγήκε στην επιφάνεια. Λίγο πριν η καρδιά της σταματήσει ένα χαμόγελο κόλλησε στα χείλη της. Την τελευταία στιγμή μακάρισε τον εαυτό της που είχε προλάβει να ρίξει ένα ισχυρό φυτοφάρμακο στο αγαπημένο του μπουκάλι με το κονιάκ. Έπινε πάντα τα βράδια στο σπίτι. Η Άννα ήξερε πως ο Μάρκος δε θα της ζητούσε ποτέ διαζύγιο. Ο φόνος τον εξυπηρετούσε καλύτερα. Άλλωστε δε θα ήθελε ποτέ του να την πληγώσει.

Ούτε αυτή, τελικά.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ. Π. ΚΟΦΙΝΑ

____________

 Λίγα λόγια για την συγγραφέα

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΦΙΝΑ

 

Please follow and like us:
error678
fb-share-icon
Tweet 124
fb-share-icon20

Related posts

Ο περήφανος φύλαρχος των Λακότα «Καθιστός Ταύρος»

Καλλιόπη Γιακουμή

Τα «αληθινά» σταφύλια της οργής: Η Αληθινή ιστορία πίσω από το βιβλίο

Καλλιόπη Γιακουμή

Τα πιο όμορφα εκκλησάκια της Ελλάδας..

Καλλιόπη Γιακουμή

Αφήστε Ένα Σχόλιο