“ΚΟΚΚΙΝΟ Ι- ΑΙΜΑ ΑΠΟ ΣΤΑΧΤΗ”
Συγγραφέας: Στάλω Φωτιάδου
Εκδόσεις: Πρότυπες Εκδόσεις Πηγή
……..
«Θα σου πω για τις πεταλούδες που χόρευα γύρω γύρω από το πηγάδι κι έριχναν ασημόσκονη στα λουλούδια φτιάχνοντας μελωδίες με τα φτερά τους». «Δεν είσαι θυμωμένος μαζί μου;» «Γιατί να είμαι θυμωμένος μαζί σου;» «Επειδή μέσα στο πηγάδι πέταξα τη μαμά σου…»
Μια αινιγματική σκηνή από το τέλος επιλέγει η συγγραφέας για να κάνει αρχή στην ιστορία του Σωκράτη. Από την Αθήνα του 2015 μας οδηγεί στην Κύπρο του 1983, παρασέρνοντας μας σε μια φλεγόμενη διαδρομή ανάμεσα σε φωτιά και στάχτη.
Για να φτάσουμε σε ένα τέρμα όπου δεν υπήρξε νικητής για να κόψει το νήμα.’
Είμαι ο Σωκράτης. Πρωταγωνιστές στη ζωή μου όσοι έχασαν τον εαυτό τους για να βρουν εμένα. Αυτοί που μου χάρισαν την αγάπη και τον έρωτα από την ευλογία μέχρι την κατάρα. Δεν ξέρω αν αγάπησα ποτέ κανέναν τους, ούτε για τον εαυτό μου παίρνω όρκο αν ένιωσα αγάπη. Ίσως φοβήθηκα, ίσως δεν ήθελα, ίσως δεν άντεχα, ποιος ξέρει…Άρπαξα όσα μου έδωσαν και τα κατασπάραξα, να μείνει μόνο αίμα. Τους σκότωσα! Όλους! Ποτέ δεν έπαιξα με τη φωτιά, ήμουν, η φωτιά!
Για τα παιδιά, η αγκαλιά της μάνας, είναι η ασφάλεια, η παρηγοριά και η προστασία. Η μητέρα του Σωκράτη, απέτυχε και στα τρία. Από μαμά, έγινε κυρία Κλειώ. Ήταν εκεί, μα ήταν απούσα. Μαζί με τη μητέρα του, εκείνος, εξαφάνισε και το παιδί που έκρυβε μέσα του, υπογράφοντας μυστική συμφωνία με τον διάβολο.
Ορφάνεψε από επιλογή ο Σωκράτης, γιατί δεν την εμπιστευόταν πια ως μάνα. Αυτό το τίμημα πλήρωσε η Κλειώ… Να μην είναι πια μάνα του. Ήταν αόρατη, δεν υπήρχε. Για αυτό δεν κατάφερε ποτέ να τον πλησιάσει. Επειδή, για εκείνον, δεν υπήρχε…
Κι ύστερα… Ύστερα, ήρθε η Κατερίνα… Στην Κύπρο του 1983 την εποχή της ντίσκο κουλτούρας. Δυνατή μουσική, φώτα νέον, ξέφρενος χορός κάτω από ασημένιες ντίσκο-μπάλες. Μια τέτοια ασημένια ντίσκο-μπάλα την αποπλάνησε κι αφέθηκε να στροβιλίζεται παραδίδοντας τις αισθήσεις της, στις μουσικές παραπλανήσεις του Σωκράτη… Εκείνος κλεισμένος στο γυάλινο βασίλειο του dj, στη Disco «PASSION», ξεσήκωνε τους θαμώνες με τα τραγούδια που επέλεγε και ταυτόχρονα εντόπιζε τη λεία του, με τη σιγουριά του θηρευτή. Μαγνήτιζε το θήραμα του με τα μάτια τα φτιαγμένα από στάχτη, περιμένοντας να έρθει εκείνο σε αυτόν. Έτσι παράσυρε την Κατερίνα που κατάπιε το δόλωμα της ηδονής χωρίς να αντιληφθεί το αγκίστρι από πίσω του.
«Αυτή θα είναι η ζωή σου μαζί μου, Κατερίνα. Είμαι και καλός και κακός. Όλοι κουβαλάμε μια διχασμένη προσωπικότητα, οι αντιθέσεις είναι η φύση του ανθρώπου. Σ’ αγαπάω φριχτά, ατελείωτα, καίγομαι για πάρτη σου μα προτιμώ να ζήσω χωρίς εσένα παρά μαζί σου αν δεν αντέχεις την τρέλα του κακού μου εαυτού».
Ο Σωκράτης, ήταν το πεπρωμένο της… Το ήξερε, το ένιωσε από εκείνο το πρώτο βράδυ που το βλέμμα της διασταυρώθηκε με το δικό του, το γκρίζο σαν τη στάχτη. Και τότε, έγινε φύλακας προστάτης στον ίδιο της τον δεσμοφύλακα. Όσες φορές και αν την τρόμαζαν τα σκοτάδια του και σκεφτόταν να τον απαρνηθεί, άλλες τόσες αποφάσιζε να μην σπάσει τους συνδετικούς κρίκους με την άλλη του πλευρά. Αυτήν που τους ήθελε μαζί, ακόμα και αν κατάπινε η άβυσσος τη γη.
«Κι αυτές οι πασπαλισμένες με ψεύτικη ζάχαρη στιγμές έκαναν ζημιά ύπουλα και σιωπηλά άνοιγαν όλο και περισσότερη απόσταση όσο αυτοί άκουγαν τραγούδια που υμνούσαν την αιώνια αγάπη και τη συγχώρεση. Την απόσταση που λέγεται συναισθηματικό χάος και που καμιά αγάπη και κανένας έρωτας και καμιά συγχώρεση δεν μπορεί να γεφυρώσει…»
Μέχρι που μπήκε η Έρρικα στη ζωή τους και άνοιξε η άβυσσος και κατάπιε τα πάντα…
«Γεννήθηκες για να κυριαρχήσεις και θέλω να σε δω να το κάνεις! Δεν είσαι κάτι παροδικό, είσαι επένδυση! Δεν ξέρεις τα προτερήματά σου, τουλάχιστον, όχι όλα! Από την πρώτη μέρα που σε είδα, ήξερα πως μπορείς να κάνεις περισσότερα». «Εξαρτάται τι εννοείς, περισσότερα». «Εξαρτάται τι θες περισσότερο. Ανέλιξη ή βόλεμα;» Ανέλιξη ήθελε! Ας ξεκινούσε από το κρεβάτι της, ε και; Καθένας, παίρνει τον δρόμο που θα τον οδηγήσει εκεί που θέλει! Αυτός, θα έπαιρνε τον δρόμο από το κρεβάτι κι όχι από το Πανεπιστήμιο!
Η δυναμική επιχειρηματίας Έρρικα Κατραμάνου, είχε όλα όσα ήθελε και αν δεν τα είχε, δεν υπολόγιζε τα εμπόδια προκειμένου να τα αποκτήσει. Τον Σωκράτη, τον ήθελε. Η αδιαφορία του, τα δέκα χρόνια που τους χώριζαν ηλικιακά και η οικογενειακή του κατάσταση, είχαν βαθμούς δυσκολίας, όχι όμως εμπόδιο. Δαίμονας προστάτης έγινε, εκτοξεύοντας τον στις υψηλότερες βαθμίδες του επιχειρηματικού κόσμου, όσο έκαιγε κάθε ίχνος ανθρωπιάς που του είχε απομείνει, μετατρέποντας τον στον χειρότερο δυνάστη.
Κι ας καιγόταν και η ίδια από την φωτιά που άναψε.
«Εσύ φταις Έρρικα. Με κρατάς χωρίς να με έχεις. Δεν θέλω να σε ανασαίνω γύρω μου ούτε να σε έχω μέσα μου. Είμαι εδώ γιατί με έδεσες με τις αρρωστημένες σου απειλές. Αυτό σημαίνει ότι μου χρωστάς και θα πληρώνεις μέχρι να πεθάνω ή να πεθάνεις! Όποιος προλάβει κι όσα προλάβει! Είτε φεύγω πρώτος είτε τελευταίος, θα σε τρελάνω! Δεν φεύγω από την ζωή, αν δεν σε δω να παρανοείς και να μην έχεις δύναμη να πάρεις την τελευταία σου ανάσα!»
Πολύ έξυπνα, η συγγραφέας επέλεξε να ντύσει την ιστορία της, με χρώμα κόκκινο. Το κόκκινο είναι το χρώμα με τις μεγαλύτερες αντιθέσεις. Συμβολίζει τον έρωτα, την αγάπη, το πάθος μα και τη δύναμη, την εξουσία, το μίσος, την οργή. Ανακάτεψε στη χρωματική της παλέτα, το κόκκινο της φωτιάς με το χρυσαφί του ήλιου, φτιάχνοντας το πορτοκαλί, το χρώμα της φιλοδοξίας και της ροπής στις απολαύσεις. Ανάμιξε το μπλε της θάλασσας με το κόκκινο της φωτιάς, φτιάχνοντας το μωβ, το χρώμα της θλίψης και του πένθους. Χρησιμοποίησε αυτές τις αντιθέσεις δημιουργώντας ένα ευρύ φάσμα συναισθημάτων και νοημάτων και τις βάφτισε «ΑΙΜΑ ΑΠΟ ΣΤΑΧΤΗ».
.
.
Η συγγραφέας με τη ξεχωριστή της γραφή, καταφέρνει να προκαλέσει, έντονα, ακραία συναισθήματα και βαθιές σκέψεις. Όλα στο κόκκινο, σε ένα παράξενο σμίξιμο υπερβολής, αληθοφάνειας και ρεαλισμού. Ένα καθηλωτικό ψυχογράφημα με περιγραφές σκληρές, ωμές, που δεν απέχουν όμως από την πραγματικότητα. Ένα βιβλίο που η γρήγορη του ροή και οι ανατροπές, σε καλούν όπως τις σειρήνες, να συνεχίσεις να γυρνάς τις σελίδες του και στο διάλειμμα σου από αυτό, ο νους σου να περιπλανιέται ακόμα στις σελίδες του.
Η Στάλω Φωτιάδου, λατρεύει να γράφει, αγαπά τις λέξεις. Αγαπά τις εικόνες που φτιάχνει και τους κόσμους που δημιουργεί. Λατρεύει τους ήρωες που πλάθει και τα συναισθήματα που γεννούν. Αγαπά να τους μιλά και στο Σωκράτη μίλησε, στη μοναδική κόκκινη σελίδα του βιβλίου, μέσα από μια φράση του Σαίξπηρ. Ίσως ήταν και ένας τρόπος για να μας προϊδεάσει για το τέλος του βιβλίου.
“ Να κοιμηθείς και να κοιμηθούν όλοι οι πόνοι που από αυτούς είσαι πλασμένος. Να μη ξυπνήσουν πια ποτέ. Αυτόν τον ύπνο να εύχεσαι για σένα. Να πεθάνεις. Να κοιμηθείς”. Άμλετ- Ουίλιαμ Σαίξπηρ
Λίγα λόγια για το βιβλίο
.
Το πιο βαθύ χρώμα είναι αυτό που δεν καίγεται ποτέ
Για να διαβάσεις αυτή την ιστορία έκοψα ηλιαχτίδες από το στέμμα του ήλιου κι έφτιαξα βέλη να πυρπολήσω τη θάλασσα να μην υπάρχει. Κι όταν ο θάνατος του ωκεανού δεν μου ήταν αρκετός, τόλμησα να κάψω τον ίδιο τον ήλιο κι έγινε στάχτη ο ουρανός και γιόρτασα το ολοκαύτωμα του σύμπαντος. Κι ύστερα, ξύπνησα του κόσμου τα ηφαίστεια κι έγραψε η λάβα τη Βίβλο της Αμαρτίας. Αυτήν, που κρατάς στα χέρια σου…
Είμαι ο Σωκράτης. Πρωταγωνιστές στη ζωή μου, όσοι έχασαν τον εαυτό τους προσπαθώντας να βρουν εμένα. Αυτοί που μου χάρισαν την αγάπη και τον έρωτα από την ευλογία μέχρι την κατάρα. Δεν ξέρω αν αγάπησα ποτέ κανέναν τους, ούτε για τον ίδιο τον εαυτό μου δεν παίρνω όρκο αν ένιωσα αγάπη.
Ίσως φοβήθηκα, ίσως δεν ήθελα, ίσως δεν άντεχα, ποιος ξέρει… Άρπαξα όσα μου έδωσαν και τα κατασπάραξα, να μείνει μόνο το αίμα. Απόλαυσα, απαίτησα, σάρωσα, ρήμαξα. Λεηλάτησα τις ψυχές τους, έσπειρα μέσα νάρκες και χόρεψα τον χορό της τρέλας μέχρι που τις τίναξα στον αέρα. Ίχνος δεν έμεινε από την ύπαρξή τους. Τους σκότωσα. Όλους! Ποτέ δεν έπαιξα με τη φωτιά, ήμουν, η φωτιά! Ήμουν η ίδια η προδοσία, η βία, η απόλυτη παράνοια του νου… Η πύλη της κόλασης, η έκλειψη της σελήνης και του ήλιου, η άμπωτη και η παλίρροια, η συντέλεια του κόσμου. Ήμουν, η Σκύλλα και η Χάρυβδη. Τώρα πια, δεν έχει σημασία. Η ιστορία τελείωσε, όταν από τη στάχτη ανάβλυσε αίμα. Σου την παραδίδω.
.
Λίγα λόγια για τη συγγραφέα
.
Η Στάλω Φωτιάδου γεννήθηκε το 1968 στη Λευκωσία, όπου ζει μέχρι σήμερα. Σπούδασε Δημοσιογραφία στην Αθήνα, στο Εργαστήρι Επαγγελματικής Δημοσιογραφίας. Εργάστηκε σε νεανικό κυπριακό περιοδικό ως υπεύθυνη κοινωνικών και πολιτιστικών θεμάτων και συνεργάστηκε με ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς στη συγγραφή χρονογραφημάτων για καθημερινές ραδιοφωνικές εκπομπές, και σεναρίων σε παιδικές εκπομπές για το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Το γράψιμο ήταν πάντα η δημιουργική της απόδραση, οι ανθρώπινες σχέσεις δε, αγαπημένο θέμα αναφοράς και έρευνας.
Πρώτη της συγγραφική απόδραση η τριλογία «Μπλε» με τίτλο του πρώτου βιβλίου «Κύκλοι από Θρύψαλα» που κυκλοφόρησε το 2018 από τις Εκδόσεις Πηγή. Τον επόμενο χρόνο ακολουθεί το «Μπλε ΙΙ – «Αλήθεια από Ψέματα» και η τριλογία ολοκληρώνεται το 2020 με το «Μπλε ΙΙΙ – «Πιο πολύ κι από Αγάπη». Εξερευνώντας τα χρώματα των συναισθημάτων, συνεχίζει τα συγγραφικά ταξίδια σε πιο σκοτεινά σημεία της ψυχής με τρεις εντελώς ανεξάρτητες μεταξύ τους ιστορίες που τις συνδέει μόνο το χρώμα. Αυτή τη φορά «γράφει», Μαύρο, δίνοντας στο πρώτο βιβλίο της σειράς που κυκλοφόρησε το 2021 τον τίτλο «Δανεικές Ταυτότητες» και συνεχίζοντας τη διαδρομή το 2022 ανοίγοντας τη «Δεύτερη Πόρτα». Τα «Λάθος Κλειδιά», ολοκληρώνουν τη σειρά κλείνοντας τον κύκλο με το Μαύρο χρώμα. Ανεξάντλητη πηγή η παλέτα που δονεί τις αρτηρίες της ψυχής. Η νέα ιστορία κλέβει Κόκκινο από την Αμαρτία μέχρι την Εξιλέωση και συστήνεται στον αναγνώστη φτιάχνοντας «Αίμα από Στάχτη».
Σύνταξη και επιμέλεια: Δέσποινα Ανθοπούλου