Δεν υπάρχει γειτονιά στην Ελλάδα που να μην έχει το δικό της σπίτι-έμβλημα. Αυτό με την ιδιαιτερότητα που θα ξεχωρίσει και θα γίνει σημείο αναφοράς ολόκληρης της περιοχής.
Σε κάποιες γειτονιές, τα σπίτια αυτά είναι πραγματικά διαμάντια.
Όπως το σπίτι με τις Καρυάτιδες στου Ψυρρή, στο αριθμό 45 της οδού Ασωμάτων.
Αθήνα, οδός Ασωμάτων 45. Στέκει επιβλητικό ένα καλοσυντηρημένο λαϊκό νεοκλασικό σπίτι, όπου δύο Καρυάτιδες στηρίζουν την οροφή.
Είναι πολύ νεότερες από τις «ξαδέλφες» στο Ερέχθειο και έχουν τα χέρια τους σταυρωμένα.
Το περιβάλλον δεν έχει σχέση με την κλασική εποχή της Ακρόπολης, αλλά με τη λαϊκή γειτονιά στου Ψυρρή.
Οι κόρες όμως, παραμένουν το ίδιο όμορφες και αγέρωχες, κρατώντας με το κεφάλι τους το βάρος του χρόνου. Ο αστικός μύθος που συνοδεύει την ιστορία τους δημιουργήθηκε από έναν ευφάνταστο κουρέα που διατηρούσε για χρόνια κατάστημα του στο ισόγειο.
Ο Παναγιώτης Κρητικάκος διηγούνταν στους πελάτες του – ενδεχομένως για λόγους φήμης και προβολής της περιοχής – ότι ο ιδιοκτήτης του κτηρίου είχε δυο κόρες, που πέθαναν. Στη συνέχεια ο δύστυχος πατέρας για να απαλύνει τον πόνο του παρήγγειλε να του κατασκευάσουν δύο Καρυάτιδες για να θυμάται για πάντα τα κορίτσια του!
Οι εκδοχές που έδινε κατά καιρούς ο κουρέας ήταν διάφορες. Μια από αυτές ήθελε τις κόρες του ιδιοκτήτη να έχουν δηλητηριαστεί από την δήθεν κακιά μητριά τους, δηλαδή, την υποτιθέμενη δεύτερη σύζυγο του ιδιοκτήτη, που τις ζήλευε και τις μισούσε!
Η ιστορία του κουρέα ήταν εντυπωσιακή, αλλά καθόλου αληθινή. Και αυτό γιατί οι απόγονοι του ιδιοκτήτη όχι μόνο διαψεύδουν την ιστορία, αλλά μας έστειλαν φωτογραφίες και άλλα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι όλοι τους έζησαν πολλά χρόνια και ευτυχισμένα.
Οι κόρες χάρηκαν την ζωή τους και ο κουρέας μάλλον άφησε μεγάλο … μούσι.
Η ιστορία είναι γοητευτική, αλλά χωρίς ξαφνικούς θανάτους, όπως μας τη διηγείται η Ρένα Καρακατσάνη, μια από τις εγγονές του ιδιοκτήτη, ο οποίος υπήρξε και ο γλύπτης των Καρυάτιδων!
Ο Ιωάννης Καρακατσάνης ήταν σπουδαίος Αιγινίτης καλλιτέχνης που θήτευσε δίπλα στον Λεωνίδα Δρόση. Διακρινόταν για τις προτομές που είχε φιλοτεχνήσει, όπως αυτήν στην κεντρική πλατεία της Λαμίας, όπου δημιούργησε τον γνωστό ανδριάντα του Αθανάσιου Διάκου.
Μετά τον θάνατο του Καρακατσάνη το 1906, η οικογένειά του αποφάσισε να πουλήσει το σπίτι και τα έξι παιδιά του συνέχισαν τη ζωή τους διαψεύδοντας τον μυθομανή κουρέα που στο μεταξύ είχε εγκατασταθεί στο ισόγειο.
Τα περίφημα μοντέλα που έγιναν Καρυάτιδες δεν ήταν κάποιες από τις κόρες του, αλλά η γυναίκα του Ξανθή και η αδελφή της Ευδοξία, οι οποίες πέθαναν πολλές δεκαετίες αργότερα, το 1949 και το 1950 αντίστοιχα αφού χάρηκαν παιδιά και εγγόνια.
Η διάσημη φωτογραφία του Μπρεσόν…
Μια μέρα του ’50 πέρασαν έξω από το σπίτι δύο μαυροντυμένες γυναίκες.
Εκεί έτυχε να στέκεται ο κορυφαίος Γάλλος φωτογράφος Ανρί Καρτιέ- Μπρεσόν και τις απαθανάτισε με τη φωτογραφική του μηχανή.
Με το ιστορικό κλικ κατέγραψε όλες τις συμβολικές αντιθέσεις της ζωής: Τις μαυροφορεμένες γυναίκες κόντρα στο λευκό της ομορφιάς, τα γηρατειά απέναντι στη νιότη, τη φθορά μπροστά στην αθανασία, το τώρα και το χθες.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα Δημοσθένη Κούρτοβικ, που ανέλυσε την φωτογραφία στο βιβλίο του «Τετέλεσται», υπάρχουν δύο διαφορετικοί συμβολισμοί: η πρώτη έχει την ευχάριστη εκδοχή ότι «το παρελθόν δεν πέθανε, ότι η λιτή αυστηρότητα, η υποβλητική αρχετυπικότητα των μορφών στην κλασική τέχνη της αρχαιότητας επαναλαμβάνεται στη μορφή και την κίνηση των δύο σύγχρονων Ελληνίδων.
Η παράδοση συνεχίζεται».
Εκτός από την εκδοχή της αθανασίας όμως, υπάρχει και η δυσάρεστη ερμηνεία, ότι «το παρόν είναι ένας θλιβερός απόηχος του παρελθόντος, ότι η ομορφιά κατέληξε στην ασχήμια, όπως τα νιάτα καταλήγουν στα γερατειά. Η σημερινή Ελλάδα είναι το παρακμασμένο πρόσωπο της αρχαίας».
Ο ιστορικός πίνακας του Τσαρούχη..
Την ίδια εποχή (δεκαετία 1950) ο Γιάννης Τσαρούχης εμπνέεται από την νεοκλασική αρχιτεκτονική της Αθήνας και επιστρέφει στο σημείο για να ζωγραφίσει το σπίτι με τις Καρυάτιδες της οδού Αγίων Ασωμάτων.
Στον πίνακα είναι διάχυτη η έντονη νοσταλγία για την παλιά πόλη, που κατάφερε να ταιριάξει το κλασικό παρελθόν με το λαϊκό στοιχείο, που προσδίδουν οι άνθρωποι και οι ασχολίες τους.
Η μάνα με το βρέφος στην αγκαλιά, ο έφηβος με την φανέλα, ο ναύτης, η γιαγιά με την εγγονή και φυσικά το παραδοσιακό κουρείο του Παναγιώτη Κρητικάκου στο ισόγειο του διώροφου κτιρίου, όπου δεσπόζουν οι δύο «καρυάτιδες».
Σήμερα, οι «Καρυάτιδες» έχουν συντηρηθεί και πήραν τον χρόνο που χρειάζονταν για να παραμείνουν όρθιες. Το κτίριο ανακηρύχθηκε διατηρητέο το 1989 και το υπουργείο Πολιτισμού το έσωσε από κατάρρευση.
Δέκα χρόνια αργότερα ανακαινίστηκε με την επίβλεψη του αρχιτεκτονικού γραφείου του Στέφανου Πάντου-Κίκκου και φιλοξενεί τον Σύλλογο Ελλήνων Ολυμπιονικών.
Ο Κώστας Ταχτσής χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της μεταπολεμικής γενιάς της ελληνικής πεζογραφίας, ενσωμάτωσε στοιχεία επηρεασμένα από το «Σπίτι με τις Καρυάτιδες» στη μυθοπλασία του έργου του «Τρίτο Στεφάνι» που εκδόθηκε το 1962.
Για λόγους αισιοδοξίας, ας διαλέξουμε λοιπόν την ευχάριστη εκδοχή ότι η ζωή συνεχίζεται.
Ας πιστέψουμε ότι οι πορσελάνινες Καρυάτιδες αντέχουν μέσα στο χρόνο, όχι μόνο από πείσμα, αλλά επειδή είναι ωραίες, όπως οι ζωές των ανθρώπων γύρω τους. Ακόμα κι αν φορούν μαύρα.
Βάζω στοίχημα ότι αν σταθώ με την φωτογραφική μου μηχανή απέναντι από το σπίτι μπορώ να πετύχω δύο ωραίες κοπέλες να περνούν και σε πείσμα των καιρών να χαμογελούν.
Αυτό το κλικ μπορεί να μην βραβευτεί, αλλά σίγουρα θα βολέψει το κλείσιμο αυτού του άρθρου.
Πηγή: Χρίστος Βασιλόπουλος, mixanitouxronou.gr
Γίνετε μέλος της ομάδας μας “Βιβλίων Ορίζοντες” στο facebook πατώντας το παρακάτω σύνδεσμο
Επιμέλεια κειμένου: Καλλιόπη Γιακουμη