Δικό μας και το αναγνωστικό γούστο που μας οδήγησε στην επιλογή τους.. Δικό μας λοιπόν και το δικαίωμα να ψηφίσουμε ως καλύτερα κάποια από αυτά..
Αυτό ζητήσαμε από τα μέλη της ομάδας μας και αυτό έκαναν με μεγάλη χαρά. Πρότειναν και ανέδειξαν τα 20+ 1, καλύτερα βιβλία του 1ου εξαμήνου του 2021!!
Στην περιπέτεια της ζωής του μια γυναίκα μπαίνει στην καρδιά του, μέχρι που ο πόλεμος, αδυσώπητος κι απάνθρωπος, τους δοκιμάζει. Όμως τα γραμμένα της ζωής δύσκολα τα ξεγελάς.
Η εργατικότητά του γίνεται πάθος και το πάθος του όραμα.
Χρόνια μετά, όταν ο Ακάκιος βρίσκεται σε κάθε ελληνικό σπίτι, κοιτάζει με δέος το παρελθόν και όσα κατάφερε να δημιουργήσει. Χωρίς να ξεχνά από πού ξεκίνησε, χωρίς να ξεχνά τον τόπο που τον γέννησε. Γιατί ξέρει ότι οι ρίζες είναι που κάνουν τα πιο δυνατά δέντρα.
Διαβάζοντας το βιβλίο αυτό, θα κρατήσετε στη μνήμη σας χρυσούς σιτοβολώνες του Θεσσαλικού κάμπου, μυρωδιές από παλιά εδωδιμοπωλεία και ήχους από ηπειρώτικα μοιρολόγια.
Μια ιστορία εμπνευσμένη από τη ζωή του Λευτέρη Μαντζίκα που έρχεται να συγκινήσει και να θυμίσει στον καθένα από εμάς πως η ουσία στη ζωή είναι να παραμένεις Άνθρωπος.
Η εταιρία παραγωγής ταινιών και τηλεοπτικών σειρών «Αργοναύτες» απέκτησε τα δικαιώματα του βιβλίου με σκοπό τη μεταφορά του στον κινηματογράφο. Είναι μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής οπτικοακουστικών έργων στην Ελλάδα που ιδρύθηκε το 2003 από τον παραγωγό Πάνο Παπαχατζή. Η εταιρεία από την ίδρυσή της έως σήμερα έχει συνεργαστεί με τις σημαντικότερες εταιρίες διανομής στην Ελλάδα (Προοπτική, Audiovisual, Feelgood). Στόχος της ομάδας των Αργοναυτών είναι να παράγει ταινίες που αγαπά και έχει στη φιλμογραφία της 16 μεγάλου μήκους ταινίες και διεθνείς συμπαραγωγές. Την καλλιτεχνική επιμέλεια του project έχει αναλάβει ο Σταύρος Στάγκος


Τις σπουδαιότερες διαδρομές τις έχεις ήδη κάνει ψάχνοντας να βρεις τον χάρτη σου.8/12/1966, Φαλκονέρα, ώρα 02:06.
SOS από Ηράκλειον.
Στίγμα μας: 36° 52´ B., 24° 08´ A. Βυθιζόμαστε!
Ο ασύρματος του πλοίου σιγεί, όπως και οι φωνές των επιβατών. Η Ειρήνη με τον Απόστολο, που ξεκίνησαν για το ταξίδι της ζωής τους, τώρα παλεύουν να τη σώσουν. Η μάχη με τον ασύμμετρο εχθρό είναι μεγάλη και άνιση. Ποιος θα σωθεί; Ποιος θα χαθεί;
Σύγχρονη εποχή.
Η Άρτεμις, τρεις μέρες μετά τον θάνατο της γιαγιάς της, ανακαλύπτει μερικές ξεθωριασμένες εφημερίδες μιας άλλης εποχής. Σε πρώτο πλάνο βρίσκεται το ναυάγιο του «Ηράκλειον». Η γυναίκα που αντικρίζει στην κυκλωμένη φωτογραφία τής θυμίζει τη γιαγιά της. Ίδιο όνομα, ίδιο πρόσωπο, μα διαφορετικό επώνυμο. Δίχως να το γνωρίζει, κρατά ένα κουβάρι με αγκαθωτά νήματα, που, καθώς ξετυλίγεται, τα αγκάθια του χώνονται βαθιά στην καρδιά της.
Κύθηρα, Αθήνα, Παρίσι. Ένα μυστηριώδες τρίγωνο, ένα ταξίδι που δεν τέλειωσε ποτέ.
Δεν είναι κακό να ονειρεύεσαι την κορυφή. Αρκεί να θυμάσαι ότι ανήκει πάντα σε έναν. Όταν ο Μέντορας ερωτεύεται τη μαθητευόμενή του, το όνειρο βγαίνει αληθινό. Ένας κερδίζει την κορυφή, ένας πρέπει να πέσει στον γκρεμό. Φήμες λένε… ότι ήταν το ίδιο πρόσωπο.
Ήταν ο μέντοράς της. Ήταν η μαθητευόμενή του. Ήταν μια συγκλονιστικά υπέροχη και αφανιστική αγάπη. Έγιναν το πρωτοσέλιδο και η πιο πολυσυζητημένη εξαφάνιση. Για να κατανοήσει κάποιος το έγκλημα της λίμνης, πρέπει πρώτα να σκύψει στον πυρήνα αυτής της ολέθριας σχέσης.
Τα όσα ακολουθούν είναι ένα επικίνδυνο παιχνίδι. Ένας βασανιστικός γρίφος. Πολύτιμος σύμμαχος σε αυτό είναι μονάχα η ευφυΐα, μέχρι να διαπιστώσεις ότι αντίπαλός σου δεν ήταν άλλος από την ίδια την αλήθεια.
Εάν επιθυμείτε υπογεγραμμένο αντίτυπο (με γενική αφιέρωση) από τη συγγραφέα, παρακαλώ σημειώστε το στα σχόλια της παραγγελίας σας.

Όταν γνωρίστηκαν για πρώτη φορά, οι δύο άντρες κατάλαβαν ότι οι ζωές τους έμελλε να βαδίσουν στα ίδια μονοπάτια. Μια μεγάλη φιλία γεννιόταν, προς απορία όσων τους έβλεπαν.
Ο ένας Έλληνας κι ο άλλος Τούρκος. Φίλοι καρδιακοί. Σαν αδέρφια. Καρντάσια, που έλεγαν και οι Εβρίτες. Ο Άγγελος κι ο Μπαρίς. Συνοριοφύλακες και οι δυο. Ο ένας στη μία κι ο άλλος στην άλλη όχθη του ποταμού.
Σε λίγα χρόνια, μπήκε κι ο Δημήτρης στην παρέα. Ο Κοινοτάρχης του ελληνικού χωριού.
Οι τρεις φίλοι αχώριστοι, ορκίστηκαν να πράξουν τα πάντα για το καλό του τόπου…
Τα παιδιά τους άρχισαν από μικρά ν’ ακολουθούν τα ίχνη των πατεράδων τους και να χτίζουν τη δική τους συντροφιά. Οι πρώτοι έρωτες έκαναν την εμφάνισή τους, αλλά και τα πρώτα πάθη και οι αμφιβολίες…
Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν, η Μοίρα μεταμορφωμένη σε μαυροφορεμένο στοιχειό, όπως περιγράφεται από τα παραμύθια της παράδοσης, θα παίξει τον ρόλο της. Τη μία ως Μοίρα, την άλλη ως Κισμέτ, θα παίξει δραματικό ρόλο στην ζωή των ηρώων.
Σ’ ένα περιβάλλον έντονο και πολύπαθο, οι εμμονές, ο φανατισμός και τα παλιά μίση μεταξύ των λαών, θα κάνουν τη δραματική εμφάνισή τους.
Θα μπορέσει η αγάπη να ενώσει τους δυο λαούς; Πόσο δυνατή είναι μια φιλία απέναντι στον φανατισμό; Θα επικρατήσει το φως στη μάχη με τις σκοτεινές δυνάμεις;


Μικρούλα ήταν η Ολίβια όταν οι αστυνομικοί συνέλαβαν τον πατέρα της και τον έκλεισαν στη φυλακή. Ένας απ’ αυτούς τη λυπήθηκε. Και την υιοθέτησε. Για χάρη του μεταμορφώθηκε σε άγγελο δικαιοσύνης, έγινε κι εκείνη αστυνομικός.
Στα μάτια του Αντώνη συνάντησε τον έρωτα. Τον δυνατό, τον σαρωτικό.
Ώσπου ήρθε αντιμέτωπη με τα κρυμμένα μυστικά της ζωής της, αλλά και με την Ελεάννα και την εκδικητική της μανία. Και τότε ήταν που την κατηγόρησαν για ανθρωποκτονία!
Υπάρχουν αλήθειες αμείλικτες, που δεν πρέπει να λέγονται; Μήπως είναι προτιμότερα τα ψέματα; Κι είναι άραγε η αγάπη το μόνο αληθινό μας ταξίδι;
Ένα μυθιστόρημα που πλημμυρίζει τη λέξη «έρωτα» με φως.


Ο άντρας σηκώνει το χέρι του και σημαδεύει. Οι επτά πυροβολισμοί που ακούγονται ωχριούν μπροστά στην κραυγή του παιδιού: «Πατέρα…».
Αλήθεια ή πλάνη; Τυχαίο γεγονός ή βεντέτα; Οι καταστάσεις περιπλέκονται και παίρνουν ανεξέλεγκτη τροπή. Ακολουθεί δεύτερος θάνατος – αυτήν τη φορά μια γυναίκα. «Τις γυναίκες και τα κοπέλια δεν τα σκοτώνουν. Αλλού να ψάξετε για τον φονιά. Όχι στη βεντέτα…»
Τα λόγια των μυστών ακούγονται ουτοπικά.
«Πάρε την κοπελιά μας και αλαργέψετε αμέσως από την Κρήτη. Δεν θα αργήσει να γίνει κι άλλο κακό. Φύγετε…»
Μια μάνα μαζί με την κόρη της, εν μία νυκτί, εξαφανίζονται από προσώπου γης.
Ένα κλειδί μένει κρεμασμένο στην πρόκα του τοίχου και μια μαντινάδα στέκει ατελείωτη. Όρη και θάλασσες, τραγούδια και κατάρες, οργή και χάδι. Μέσα στις αντιθέσεις της φωτιάς, οι άνθρωποι χτίζουν τα όνειρά τους. Ωστόσο, η θέληση και το πάθος δεν αρκούν. Τα πάντα μπορούν να ανατραπούν ακαριαία. Ένας ατέρμονος κύκλος αίματος συνεχίζεται και η παλιά βεντέτα, σαν εφιάλτης, σκορπά τον τρόμο ανάμεσα σε δυο χωριά της Κρήτης. Οι λέξεις ποτέ δεν είχαν αρκετή δύναμη για να περιγράψουν τόσο ακραία συναισθήματα. Τι θα μπορούσε να επιφέρει τη συμφιλίωση, τον πολυπόθητο Σασμό;

Έπειτα από μια συνταρακτική ανακάλυψη ο καθηγητής αρχαιολογίας Νικηφόρος Έξαρχος δολοφονείται από έναν αόρατο εχθρό που θέλει να σφετεριστεί το πολύτιμο εύρημά του.
Συγκλονισμένες αλλά αποφασισμένες ως το μεδούλι οι δύο κόρες του, η Νίκη και η Ηλέκτρα, συμφωνούν να ξεπεράσουν την μεταξύ τους αντιπάθεια και να συνεργαστούν, προκειμένου να μάθουν την αλήθεια για τον θάνατο του πατέρα τους.
Σε έναν άνισο αγώνα με τον χρόνο παλεύουν να βρουν το κρυμμένο άγαλμα και να το παραδώσουν στα σωστά χέρια.
Σύμμαχοί τους σε αυτό το επικίνδυνο ταξίδι ο αινιγματικός Μάρκος, ο γοητευτικός Τζον και ο τρελός φτερωτός θεός Έρωτας που φέρνει τα πάνω κάτω στη ζωή των τεσσάρων. Κυνηγημένοι από φανατικούς συλλέκτες, αντιμέτωποι με αδίστακτους αρχαιοκάπηλους και έχοντας απέναντί τους τη διαβόητη οργάνωση των Πενήντα Πέντε που φαίνεται να έχει μάτια παντού, προσπαθούν απεγνωσμένα να λύσουν γρίφους για να οδηγηθούν στην αλήθεια που στοίχισε τη ζωή του καθηγητή.
Ένα αρχαιολογικό θρίλερ που κόβει την ανάσα!
Ένα αγωνιώδες κυνηγητό όπου κάθε δευτερόλεπτο είναι πολύτιμο!
Ένας ασφυκτικός κλοιός από θανάσιμους εχθρούς.
Δύο παθιασμένες ιστορίες αγάπης που ανθίζουν μέσα στην καταιγίδα!

«Σαντέ ήταν το πρώτο τσιγάρο μου και λικέρ τριαντάφυλλο το πρώτο πιοτί μου. Και όνομα και φίλους και άντρες και τόπους και μυαλά και γνώμη τα άλλαξα και τα παράλλαξα. Τσιγάρο και λικέρ ποτές», μου ’πε η Ζαχαρώ, σφίγγοντας το κόκκινο φουστάνι της νιότης της στα γέρικα μπράτσα της και ύστερα άρχισε να μου εξηγεί τι σήμαινε να είσαι το ’33 κορίτσι στο Γκουλέμα Ρέκα, στα ριζά του Βερμίου.
Κι έτσι γνώρισα τους χίλιους εαυτούς της. Τη Ζαχαρώ με τα κόκκινα, που βγήκε αφύλαχτη στη ζωή και την κατασπαράξανε λύκοι και κυνηγοί. Την Τρελοζαχαρώ, που τίναξε στον αέρα τη ζωή της σαν τη στάχτη του Σαντέ της για έναν έρωτα.
Τη Ζαχαρώ την κόρη, που πικραινόταν όταν ξέχασε η μητέρα της το όνομά της. Τη Ζαχαρώ τη μάνα, που μύριζε το ζιπουνάκι της κόρης της για να μπορεί να αντέχει την απουσία της. Τη Ζαχαρώ τη δανεική σ’ όποιον άντρα τής έδινε το αντίτιμο του κορμιού της. Τη Ζαχαρώ την τρομαγμένη κάθε φορά που κατέβαινε η πετούγια της κάμαράς της στο μισοσκόταδο.
Τη Ζαχαρώ τη γυναίκα, εντέλει, που έκανε όνειρα αιρετικά για το φύλο της και κατάφερε να γίνει πεταλούδα, έστω και με φτερούγες τσακισμένες, σε έναν κόσμο που οι γυναίκες ήτανε καταδικασμένες να μείνουν για πάντα κάμπιες…
Μια ζωή σκληρή όσο οι προκαταλήψεις…
Πικρή σαν το άφιλτρο Σαντέ…
Φλογερή σαν το λικέρ τριαντάφυλλο…

Όπως το πλοίο γέρνει όλο και περισσότερο, σπάνε και οι τελευταίες πόρτες και τα παράθυρα του σαλονιού, και η θάλασσα μπαίνει με τεράστια ορμή στο εσωτερικό. Παρασύρει με μεγάλη σφοδρότητα στο πέρασμά της ό,τι συναντάει. Όχι μόνο καθίσματα και έπιπλα, αλλά και ανθρώπους! Ανθρώπους που παλεύουν με όσο κουράγιο έχουν. Μερικοί απ’ αυτούς έχουν δύναμη αρκετή, μα δεν μπορούν να τα βάλουν με την ίδια την Κόλαση.
Βλέπω κάποιους να προσπαθούν να γαντζωθούν από το πάτωμα, άλλους να πιάνουν κάτι σταθερό και να προσπαθούν να σκαρφαλώσουν μέχρι την έξοδο αυτού του πηγαδιού, μα πάλι γλιστράνε και πέφτουν ξανά στα νερά. Καταχτυπιούνται με τα διάφορα έπιπλα που έχει παρασύρει η δύναμη του νερού, τραυματίζονται και τελικά είναι αδύνατον να σκαρφαλώσουν τόσο ψηλά και να διαφύγουν. Η κλίση του καραβιού και η δύναμη των χειμάρρων που έχουν δημιουργηθεί τους γυρίζει πίσω και χάνονται ένας ένας, αφήνοντας μόνο κραυγές απελπισίας και τρόμου.
Μια άνιση μάχη με τα θεριά της Κόλασης. Και στο τέλος, όταν τα κορμιά βυθίζονται, εκείνα τα χέρια τους, Χριστέ μου, εκείνα τα υψωμένα χέρια που ζητάνε βοήθεια, με ανοιχτές παλάμες, δάχτυλα τεντωμένα, κοκαλωμένα, που ψάχνουν από κάπου να πιαστούν, έστω αυτή τη στερνή ώρα, και εντέλει χάνονται για πάντα στα φονικά νερά.
H συγκλονιστική μαρτυρία του τελευταίου διασωθέντος του πλοίου «Ηράκλειον» στη Φαλκονέρα, πλαισιωμένη από τη μετέπειτα έρευνα της κόρης του.

Ένας τοξικοεξαρτημένος βρίσκεται σταυρωμένος σε ένα δάσος.
Ένας εισοδηματίας δολοφονείται βίαια στο διαμέρισμά του.
Άγνωστοι πυροβολούν έναν Ολλανδό σε μια γειτονιά της Αθήνας.
Ένα κοριτσάκι εξαφανίζεται από το σπίτι του.
Μια φωτιά σε ένα δώμα αποκαλύπτει ένα πτώμα δεμένο στο κρεβάτι.
Πέντε εγκλήματα και πέντε αξιωματικοί της αστυνομίας με έναν και μοναδικό στόχο: Να τα εξιχνιάσουν.
Ο Βαγγέλης Γιαννίσης γίνεται ο πρώτος Έλληνας συγγραφέας που συνεργάζεται στενά με τους αξιωματικούς του Τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ζωής και Προσωπικής Ελευθερίας για να παρουσιάσει πέντε αληθινές ιστορίες βγαλμένες από τα αρχεία του Ανθρωποκτονιών. Ειδεχθή εγκλήματα ζωντανεύουν στα μάτια του αναγνώστη, σε ένα ταξίδι στα άδυτα πέντε υποθέσεων που συγκλόνισαν τη χώρα.

Το βλέμμα του Βαρδή στάθηκε πάνω της. Η Αλεξία αναρίγησε κι έστρεψε αλαφιασμένη το κεφάλι. Και τότε τον είδε. Τα μάτια του την κάρφωναν.Ψηλός, επιβλητικός, με αγέρωχη θωριά και βήμα που πονούσε τις πέτρες, καθώς πατούσε πάνω τους. Ήταν ο αγαπημένος της, ήταν ο Βαρδής!
Ένας μεγάλος έρωτας γεννιέται στην πιο ταραγμένη περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.Διασχίζοντας υπόγειους διαδρόμους, μυστικά περάσματα και αψιδωτές στοές που δημιουργούν οφθαλμαπάτες, η Αλεξία θα συναντήσει το πεπρωμένο της.
Το μυστικό του βάλτου, ο περιπλανώμενος θίασος, οι νάνοι, το τσάι της λησμονιάς κλέβουν την αθωότητα και την ευτυχία της.
Εκστρατείες, αποχωρισμοί, δολοπλοκίες, εκτοπισμοί απομακρύνουν από κοντά της τον άντρα της ζωής της.
Αλλά καμιά υπέρβαση δεν είναι θυσία. Είναι λύτρωση. Είναι απαίτηση ψυχής.

Στις 14 Ιουνίου 1987, ο θρίαμβος της κατάκτησης του Ευρωμπάσκετ από την Εθνική Ελλάδος ξεσηκώνει τους Έλληνες να ασχοληθούν με το άθλημα. Ο Νικήτας Φωτιάδης, ένας νεαρός ταλαντούχος παίχτης μιας μικρής ομάδας μπάσκετ, τραβά την προσοχή ενός Ιταλού προπονητή ως εξαιρετικό ταλέντο. Από τη μια στιγμή στην άλλη η ζωή του αλλάζει, μαζί και της φτωχής οικογένειάς του.
Η χαρά δε θα κρατήσει πολύ. Όσα του έδωσε η ζωή τόσο γενναιόδωρα τα ζήτησε όλα πίσω.
Κι ακόμη περισσότερα.
Είκοσι ένα χρόνια αργότερα, παραμονές Χριστουγέννων του 2008, μια σειρά ιδιαίτερα άγριων δολοφονιών στην Αθήνα αναστατώνει τις αστυνομικές Αρχές. Οι πρώτες έρευνες δείχνουν πως τα θύματα δεν έχουν σχέση μεταξύ τους, είναι διαφορετικού φύλου, διαμένουν σε άλλες περιοχές, έχουν διαφορετικές προσωπικές ζωές, ανόμοιες κοινωνικές θέσεις και επαγγέλματα. Το πιο περίεργο όμως είναι πως τα σώματα όλων είναι τοποθετημένα σε θέση Εσταυρωμένου και δίπλα από καθένα υπάρχει ένα διαφορετικό πλαστικό ομοίωμα νάνου, από το γνωστό παραμύθι «Η Χιονάτη και οι επτά νάνοι».
Ο Νικήτας παρακολουθεί τα γεγονότα σοκαρισμένος. Στο μακρινό παρελθόν, όλα τα θύματα είχαν μαζί του και μεταξύ τους σχέσεις που η Αστυνομία αγνοεί. Όμως δεν τολμά να μιλήσει, φοβάται. Εν τω μεταξύ, ο αστυνόμος Α΄ Σοφοκλής Καραμάνος, ο επικεφαλής των ερευνών, προσπαθεί να αποτρέψει την επόμενη δολοφονία. Οι νάνοι του παραμυθιού είναι επτά κι εκείνος κρατά στα χέρια τους τέσσερις.
Ποιος είναι ο επόμενος νάνος που θα βρουν;
Ποιος και γιατί κρύβεται από πίσω;
Γιατί αφήνει σε θέση Εσταυρωμένου τα θύματά του;
Είναι ένας ο δολοφόνος ή περισσότεροι;
Μήπως έχει θέση και η Χιονάτη σ’ αυτό το παιχνίδι;

Ποιο είναι το χειρότερο παιχνίδι που μπορεί να παίξει το μυαλό σου;
Το μόνο που θυμάμαι είναι θολές εικόνες, ανθρώπους σαν σκιές να περιφέρονται βιαστικά γύρω μου ψάχνοντας τη θέση τους στο χωροχρόνο, και ήχους να μπερδεύονται ανάμεσά μας, να μας τυλίγουν, μέχρις ότου ένα πελώριο κόκκινο, σαν κύμα που γιγαντώνεται, ορμάει επάνω μας και μας σκεπάζει. Σιγή για λίγο, κι έπειτα ο ήχος έρχεται υπόκωφος.
1-8-7, επαναλαμβάνω, 1-8-7, καλώ ενισχύσεις.
Νεκρό παιδί στο Καθολικό Δημοτικό Σχολείο Η Ιωάννα της Λωρραίνης.
Στο σημείο η ύποπτη. Η διευθύντρια Άγκα Ρέμικ.
ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ Η ΑΓΚΑ ΡΕΜΙΚ. Το παιδί της τραγωδίας του Σαν Αντόνιο του Τέξας τα Χριστούγεννα του 1989. Ο πατριός μου πυροβόλησε τη μητέρα μου κι έπειτα έδωσε τέλος στη ζωή του. Η μικρή μας Μάργκο από την τρομάρα της το έσκασε και δεν είναι πλέον παρά ένας φάκελος που έκλεισε, ενός παιδιού που δε βρέθηκε ποτέ.
ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ Η ΑΓΚΑ ΡΕΜΙΚ. Η κατάρα πίσω από κάθε τραγωδία.
Η γυναίκα που απελπισμένα προσπαθεί να σας μοιάσει. Έχω μια όμορφη γάτα, τη Ζόι, και μια έξυπνη κούκλα, τη Ζακλίν.
Έχω μια γειτόνισσα που πουλάει τη ζωή μου στον Τύπο. Έχω ένα βασανιστικό ερώτημα που με στοιχειώνει.
Ποια είμαι; Τι είμαι;
Απεγνωσμένα, πλέον, σας ζητάω να με βοηθήσετε να το ανακαλύψω.

Ανάμεσα στο πεπρωμένο, στη ζωή και στον θάνατο υπάρχει μια μεγαλειώδης λησμονημένη αλήθεια.
Ένα κειμήλιο αποκάλυψη, προστατευμένο για χιλιετίες από μια μυστική αδελφότητα.
Η νεαρή ζωγράφος Δάφνη Μελίτη ετοιμάζει τη νέα της έκθεση με θέμα πορτρέτα σε μαύρο φόντο, όλα δημιουργήματα της φαντασίας της. Όσο όμως τα ζωγραφίζει, κάτι ανεξήγητο την ωθεί να φτιάξει μια δεύτερη εκδοχή τους και να εντάξει στα έργα και τον εαυτό της.
Μετά την έκθεση, περίεργες συμπτώσεις της αποκαλύπτουν πως οι άνθρωποι στους πίνακες είναι ολόιδιοι με υπαρκτά πρόσωπα. Προσπαθώντας να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει, έρχεται άλλη μία συγκλονιστική διαπίστωση:
Ο ένας μετά τον άλλο αρχίζουν να πεθαίνουν.
Η Μοίρα, πιο αληθινή από ποτέ, ξεδιπλώνει τα σημάδια της, όμως η Δάφνη ζει για πρώτη φορά τον απόλυτο έρωτα με τον Νικόλα και δυσκολεύεται να τα δει. Οι δυο τους νιώθουν σαν γνώριμες ψυχές που επιτέλους συναντήθηκαν. Κι ύστερα…
Κάιρο, Πράγα, Παρίσι, Αμοργός, ένα ταξίδι φυγής και εσωτερικής αναζήτησης που αλλάζει εντελώς τη ζωή της. Πλησιάζοντας στη λύση του μυστηρίου, την περιμένει η πιο συγκλονιστική αλήθεια…
Τίποτε από όσα πίστευε ως τώρα δεν θα είναι πια ίδιο.
Ένα μυθιστόρημα σταθμός για το θαύμα της ζωής και της αιώνιας αγάπης.

Καπράγια, Τοσκανικό αρχιπέλαγος, Φεβρουάριος 1914
Μου είπαν πως η Οφέλια δεν υπάρχει. Το είπε κι ο γιατρός. Πρώτη φορά ερχόταν γιατρός στο σπίτι, πρώτη φορά έβλεπα από κοντά κάποιον ξένο. Του άρπαξα το χέρι και του έδειξα την Οφέλια. «Κοίτα! Τη βλέπεις;»
Κοίταξε εκεί που έδειχνα και στράφηκε προς το μέρος μου. Έβαλε το χέρι στο μέτωπό μου. «Έχεις πυρετό» μου είπε μόνο. «Τη βλέπω, σε κοιτάζει» επέμεινα.
«Είναι ο πυρετός. Όταν περάσει, θα φύγει κι αυτή μαζί του».
Θέλησα να του πω πως υπήρχε και πριν από την αρρώστια, μα η νόνα Γκρατσιέλα μου έκανε νόημα να μη μιλήσω. Έτσι, έκλεισα τα μάτια για να μη βλέπω. Κι από κείνη τη μέρα όλα άλλαξαν. Η Οφέλια ερχόταν στα όνειρά μου κι έμενε όταν ξυπνούσα – ένας εφιάλτης που μόνο ο Αγκοστίνο μου μπόρεσε να σπάσει.
Γεννήθηκα με το σημάδι του διαβόλου που φέρουν όλα τα θηλυκά της γενιάς της Γκρατσιέλας, κι όπου πάμε, σπέρνουμε κακοτυχία, φονικά, κι ο τόπος ερημώνει. Είμαι η Ρομίνα και σήμερα είναι η τελευταία μέρα που ζω.
Μια σειρά από φονικά συνταράσσει τη μικρή κοινωνία της Καπράγιας. Σ’ αυτά προστίθεται μια επιδημία ευλογιάς, και οι μέρες γίνονται όλο και πιο σκοτεινές. Η παράνοια, ο φόβος και ο θρησκευτικός φανατισμός παίρνουν τα ηνία, και όλοι ψάχνουν για το εξιλαστήριο θύμα.
Οι ήρωες, παγιδευμένοι στα στενά πνευματικά και γεωγραφικά όρια του νησιού, πασχίζουν να περισώσουν ό,τι μπορούν από τις επιθυμίες τους, ερχόμενοι σε ευθεία σύγκρουση με τις κοινωνικές επιταγές. Το τέλος έρχεται με το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Μνήμες ανασύρονται, και η τραγική αλήθεια ρίχνει άπλετο φως στο σκοτάδι.

Στην ελληνική επαρχία των τελών της δεκαετίας του ’50, γεννιέται η Κατερίνα σηματοδοτώντας ταυτόχρονα την απώλεια της μάνας της εξαιτίας της δύσκολης γέννας.
Το άτυχο κορίτσι, έχοντας νιώσει μονάχα μια φορά τη θαλπωρή του μητρικού κόρφου, θα μεγαλώσει μέσα στην απόρριψη, την επίρριψη δυσανάλογων ευθυνών και τον εκφοβισμό όχι μόνο από τον κοινωνικό περίγυρο, αλλά και από την ίδια της την οικογένεια με εξαίρεση τον πατέρα της.
Στα χρόνια της δικτατορίας, σε μια καθεστωτική, μεγαλοαστική οικογένεια μεγαλώνει ο Παύλος, ένας έφηβος στερημένος από τη γονική στοργή, βυθισμένος στις αντιφάσεις και τα ξεσπάσματα του διπολικού χαρακτήρα του, περιορισμένος μέσα σ’ ένα σπίτι γεμάτο κλειδαριές, μακριά από τα αδιάκριτα βλέμματα.
Όμως η ζωή που χαμογελάει μόνο στις φωτεινές ψυχές, θα οδηγήσει τις μοίρες των δύο εφήβων, ενώνοντάς τους με τρόπο απρόβλεπτο και ενάντια σε όλες τις πιθανότητες, ωθώντας τους να ερωτευτούν με απόλυτη σφοδρότητα, μέσα σε ένα απειλητικό περιβάλλον όπου ελλοχεύουν απρόβλεπτοι κίνδυνοι. Οι δυο τους θα χρειαστεί να παλέψουν με τα φαντάσματα του παρελθόντος για να δημιουργήσουν την κοινή ζωή που ονειρεύονται. Θα κατορθώσουν να λειάνουν τις παλιές προσωπικές τους πληγές και ν’ αφεθούν στο μέλλον που η καλή Μοίρα έχει ορίσει γι’ αυτούς;
Ένα καθηλωτικό μυθιστόρημα από τον Γιάννη Φιλιππίδη με εκρηκτικούς χαρακτήρες, καταιγιστική πλοκή, άφθονο σασπένς και καυστικό χιούμορ, που μένει αλησμόνητο.


Όσο τα πράγματα δυσκόλευαν, οι μέρες που είχαμε περάσει όμορφα έμοιαζαν σαν πολύτιμοι λίθοι στο περιδέραιο που μας είχε χαρίσει ο χρόνος. Η αισιοδοξία είχε ντυθεί καρναβάλι και δεν έλεγε να βγάλει τα αποκριάτικα. Είναι μια βιωματική ιστορία. Όλα είναι αληθινά. Πώς η ζωή ενός ανθρώπου που δεν ξέρεις φωτίζει τη ζωή ενός ανθρώπου που νομίζεις ότι ξέρεις.
Πόσα δάκρυα είναι κρυμμένα πίσω από ένα γέλιο. Βραδιές, ταξίδια, παραστάσεις, χειροκροτήματα, γέλια, ανάσες, απιστίες, γιατροί- σωτήρες που εμφανίζονται από το πουθενά σε μια διαδρομή που σου κόβει την ανάσα. Ακριβώς όπως μια μελωδία λίγο πριν γίνει το μουσικό μοτίβο της πιο σκληρής σκηνής!
Ακριβώς όπως ένα σκοινί γίνεται απότομα θηλιά. Όλα ήταν αλήθεια και ψέματα μαζί.
Ένα σχιζοφρενικό ασανσέρ συναισθημάτων.
Μέχρι εκείνο το καλοκαίρι που έμεινε μόνο η αλήθεια να σε κοιτάει κατάματα. Και εκείνη είχε πια φύγει.
Έμειναν μόνο τα γράμματά της να μιλούν για όλα τα ανείπωτα μιας ζωής.
Και τα φουστάνια της, που άλλες γυναίκες πια θα φοράνε.
Η πάλη με τον καρκίνο είναι μια πάλη με ένα θηρίο που δεν μπορείς να του κάνεις τον μάγκα. Μία ελπίδα έχεις μόνο. Να σε λυπηθεί το θηρίο και να σε αφήσει.
Μια αφήγηση στην οποία η φωνή του αντηχεί σε κάθε γραμμή. Μια ιστορία που δίνει το σκληρότερο μάθημα ζωής. Η στιγμή που όλοι φοβόμαστε.
Πώς θα είναι αυτή η στιγμή; σκέφτηκα. Άναψε πράσινο, σκούπισα τα δάκρυα βιαστικά, όπως συνήθιζα να κάνω τον τελευταίο πολύ καιρό, και έβαλα το χαμόγελο επάνω μου, σαν ξένο ρούχο.
Καιρός πολύς που ένιωθα ότι είμαι κάτι σαν άγαλμα, που επειδή οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει να με βλέπουν χαμογελαστό, δεν θα έπρεπε εγώ σε καμία περίπτωση να πειράξω τη σχεδόν μαρμάρινη όψη μου, χαραγμένη από μια άλλη συναισθηματική μου πλευρά. Τα δάκρυα δεν υπάκουσαν παρ’ όλα αυτά και έκαναν μια ανθρώπινη βόλτα στο πρόσωπό μου, με χίλιες δυο προφυλάξεις, ώστε να μη με δουν από τα διπλανά αυτοκίνητα.
Ο Λάκης Λαζόπουλος γίνεται διάφανος, μοιράζεται τις αναμνήσεις μιας ολόκληρης ζωής με έναν άνθρωπο που αγάπησε βαθιά και μαζί μας αναψηλαφεί το χρονικό της καταραμένης ασθένειας. Με τα χέρια του σκάβει στην ψυχή του για όλα όσα δεν είπε. Για την παραδοχή και την εξομολόγηση για αυτά που έκανε και κανείς δεν έμαθε. Για τη ζωή που συνέχεια ξεφεύγει από το άγγιγμά μας. Για τα παιχνίδια του μυαλού. Για τον έρωτα.
Τι είναι έρωτας;
Έρωτας είναι δυο άλογα που σέρνουν ένα κάρο μαζί και έτσι τρέχει γρήγορα το κάρο.
Κι αγάπη τι είναι;
Αγάπη είναι όταν φύγουν τα άλογα και πρέπει να κουβαλήσετε το κάρο οι δυο σας, μόνοι σας.
Λοιπόν, το κουβαλήσαμε μαζί το κάρο. Ίσως η ίδια κουράστηκε, αλλά τώρα με βλέπει να κουβαλάω μόνος μου το κάρο της αγάπης μας.
Ένα καλοκαιρινό πρωινό του 1871, ο νεαρός βασιλιάς της Ελλάδας Γεώργιος Α΄ καταφθάνει κρυφά από την Αθήνα στην Κοπεγχάγη, όπου η μικρή του αδελφή, η δεκαεφτάχρονη πριγκίπισσα Τάρα, έχει προκαλέσει ένα αδιανόητο σκάνδαλο. Η νεοσύστατη βασιλική δυναστεία απειλείται με καταστροφή.
Το τρομερό μυστικό πρέπει πάση θυσία να περιοριστεί μέσα στους τοίχους του παλατιού και ο νεαρός βασιλιάς παίρνει την κατάσταση στα χέρια του, παραμερίζοντας αισθήματα και δισταγμούς.
Ποιες θα είναι οι συνέπειες;
Μπορεί κανείς να ξεγελάσει τη μοίρα, αλυσοδένοντας μια καρδιά που διεκδικεί την αγάπη;
Οι τύχες των ηρώων μπερδεύονται δραματικά, παρασύροντάς τους στην αρχοντική Ζάκυνθο του 19ου αιώνα, στα καντούνια της που αντηχούν τους νυχτερινούς στεναγμούς της καντάδας, στα περιβόλια της που μοσχοβολούν γιούλια κι ολάνθιστα φιορ ντ’ αμόρε. Σε μια κοινωνία με σινικά τείχη ανάμεσα σε αριστοκράτες και ποπολάρους, ο σιορ Παυλάκης, ο κόντε Μάρκος, η Γκιοβάννα, η Μαρία παραβιάζουν τις διαχωριστικές γραμμές, ματώνουν και ελπίζουν, ενώ γύρω τους οι κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις σηματοδοτούν τη νέα εποχή και την αφύπνιση της γυναικείας συνείδησης.
Μια αληθινή ιστορία αγάπης, βίας και εξουσίας.
Η ιστορία που αφηγούμαι εδώ εκτυλίσσεται σε μια μακρινή εποχή, στην Κοπεγχάγη και στα Επτάνησα του δέκατου ένατου αιώνα. Μια εποχή πατριαρχίας, διαστρωματικού πουριτανισμού και καταπίεσης, ο απόηχος της οποίας φτάνει ως τις μέρες μας. Με τον ρομαντισμό εκείνης της εποχής, και χωρίς αυτό να αποτελεί το κεντρικό θέμα του βιβλίου μου, διαφαίνεται η βαθιά ριζωμένη νοοτροπία πως ο πατέρας, ο σύζυγος, ο εραστής, ο αδελφός δικαιούται να εξουσιάζει τη ζωή μιας γυναίκας. Και αισθάνομαι την ανάγκη να το αφιερώσω στον μακρόχρονο αγώνα της γυναίκας για την αυτονομία της. Γιατί, ακόμα και στην Ελλάδα του σήμερα, χάνει τη ζωή της κατά μέσο όρο μία γυναίκα τον μήνα από τον σύντροφο ή κάποιον στενό συγγενή της. Μια αληθινή ιστορία αγάπης, βίας και εξουσίας.
-Γ. Γ.



Λάθος νύφες σε λάθος γάμο. «Σκισμένα τούλια» τις αποκαλούσε η Νένα, το πρώτο πιστολάκι του συνοικιακού κομμωτηρίου, τις γυναίκες αυτές. «Πάει, σκίστηκε κι αυτηνής το τούλι», σκεφτόταν όταν έβλεπε στον λουτήρα πελάτισσα να ξεφυλλίζει περιοδικά σιγοκλαίγοντας τον άντρα που της βγήκε σκάρτος.
Στην Αθήνα του σήμερα, πέντε γυναίκες ενώνουν τις τεθλασμένες γραμμές τους και σχηματίζουν μια ραγισμένη καρδιά. Η Νένα θα γνωρίσει τον άντρα της ζωής της τη μέρα που παντρεύεται έναν άλλον.Ο βιασμός της Μάρως οδηγεί σε μια πολύκροτη δικαστική διαμάχη που θ’ αφήσει εποχή.
Η Σολφέζ και η Μιράντα θα περάσουν από φωτιά και σίδερο μέχρι να βγουν στο φως. Η Ιοκάστη στα χρόνια της δύσης της θα ζήσει έναν εφηβικά παράφορο έρωτα. Πέντε γυναίκες προχωρούν πιασμένες χέρι χέρι αδιαφορώντας για ηλικίες, τάξεις και γενιές. Πέντε γυναίκες πετάνε τα σκισμένα τούλια από πάνω τους και διεκδικούν τη ζωή τους από την αρχή. Πέντε γυναίκες μέσα από την αγάπη, τη βία, το γέλιο και το δάκρυ αγωνίζονται για το δικό τους «μαζί».
Σε μια εποχή που τα ανθρώπινα δικαιώματα πνίγονται στις κραυγές των αρνητών τους, η Έλενα Ακρίτα με χιούμορ και συγκίνηση αφηγείται μια δυνατή ιστορία, ενώ η πένα της γίνεται αγωγός για να ακουστεί η κρυφή φωνή που ξεκινάει από μέσα μας.


Κρήτη 1937.
Στον μυστηριακό αρχαιολογικό χώρο της Κνωσού δύο νέα παιδιά, μια Κρητικοπούλα μαθήτρια κι ένας Γερμανός φοιτητής της αρχαιολογίας, ερωτεύονται. Οι ζωές τους θα περάσουν μέσα από τον λαβύρινθο των γεγονότων και των συνεπειών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σε μια Ελλάδα που φλέγεται μέσα στις σελίδες της Ιστορίας. Μπορεί να επιβιώσει ο έρωτας σε καιρό πολέμου;
Μπορούν να αναγεννηθούν η ζωή και η ελπίδα μέσα από τις στάχτες του θανάτου; Αρκεί η αγάπη για να βρει ο άνθρωπος το μονοπάτι προς το φως; Ένα ασπρόμαυρο πάζλ, με εικόνες από την γερμανική αεροπορική απόβαση στην Κρήτη, την αντίσταση στο ηρωικό νησί, τον λιμό της Αθήνας, τον βομβαρδισμό της Δρέσδης, τη μεταπολεμική Ελλάδα μέχρι και τη σύγχρονη οικονομική κρίση, θα μας ταξιδέψει, όσο ενώνουμε τα κομμάτια του, σε εποχές ζοφερές, από εκείνες που δεν θα θέλαμε να βιώσουμε ξανά..


Τι θα σκεφτόσουν αν διαπίστωνες ότι έχεις πέσει θύμα απαγωγής ενός παρανοϊκού ο οποίος συστήνεται ως ο Εξαγνιστής;
Πώς θα αντιδρούσες όταν θα μάθαινες ότι ο άνθρωπος αυτός γνωρίζει τα πάντα για σένα; Ότι κάθε φαινομενικά φιλήσυχο πρόσωπο τριγύρω σου κρύβει κι από ένα ανατριχιαστικό μυστικό σαν το δικό σου;
Κι αν ο Εξαγνιστής σάς έβαζε σε ένα ανελέητο παιχνίδι επιβίωσης από το οποίο θα γλίτωνε μόνο ένας, εσύ πώς θα έπαιζες;
Κάθε σου αλήθεια θα σε έφερνε κοντύτερα στο θάνατο ή στην κάθαρση;
Κάθε σου ψέμα θα σε οδηγούσε στην απελευθέρωση ή στην Κόλαση;
Οι έξι απαχθέντες πιστεύουν ότι είναι αβοήθητοι, έρμαια των αιματοβαμμένων ορέξεων του Εξαγνιστή. Όμως ο ιδιωτικός ερευνητής Τζορτζ Ντόρμερ βρίσκεται στην περιοχή έχοντας αναλάβει να ερευνήσει μια παράξενη υπόθεση εκβιασμού. Και είναι στιγμές που απέχει μόλις μια ανάσα από το υπόγειο του τρόμου…
Το “Κάθε μυστικό σου” είναι ένα καθηλωτικό αστυνομικό θρίλερ που οδηγεί τους Ευγενείς Άγριους σε άλλα, σκοτεινά, περίεργα και άκρως επικίνδυνα μονοπάτια.


Έχει σαστίσει. Σκοτάδι και πόνος.
Αρνείται να αποδεχτεί τη νέα πραγματικότητα.
Ή μήπως όχι;


Στο πίσω κάθισμα ένα τρομοκρατημένο κορίτσι κρατάει κολλημένο στο τζάμι ένα σημείωμα.ΒΟΗΘΕΙΑ
ΑΥΤΟΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΜΟΥΜια κραυγή για βοήθεια;
Ο Μίλαν δεν έχει ιδέα. Είναι αναλφάβητος. Όμως, το ένστικτό του φωνάζει ότι το κορίτσι βρίσκεται σε θανάσιμο κίνδυνο.
Στα μάτια της είναι ζωγραφισμένος ο φόβος κι αυτό είναι ένα μήνυμα που μπορεί να «διαβάσει».
Κάποιες φορές η αλήθεια είναι υπερβολικά φριχτή για να την αντέξεις…
Κάποιες φορές η άγνοια είναι το μεγαλύτερο δώρο του κόσμου…


“Ό,τι μεγαλώνει στο σκοτάδι γίνεται αγρίμι”.
Κάθε έργο τέχνης απαρτίζεται από δύο ιστορίες που το χαρακτηρίζουν και το κάνουν μοναδικό: του καλλιτέχνη και της πραγματικότητας μέσα στην οποία δημιουργήθηκε.
Μοιάζει με σιαμαία ένωση μεταξύ φαντασίας και ρεαλισμού· ένα πρωτόγνωρο πέρασμα από την ανθρώπινη παιδικότητα στη σκληρή βιαιότητα της ανθρώπινης φύσης.
Αυτή είναι η ζωή του Δημιουργού, ενός νεαρού γλύπτη που μεγάλωσε και εξελίχθηκε ως καλλιτέχνης έγκλειστος σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον. Το κύριο καλλιτεχνικό του γνώρισμα ήταν η τελειότητα των έργων του. Η μόνη του διέξοδος, η ευχή να δίνει ζωή στα αγάλματά του. Κάθε τέτοιο “αμάρτημα” όμως έχει τις συνέπειές του…
Γίνετε μέλος της ομάδας μας “Βιβλίων Ορίζοντες” στο facebook πατώντας το παρακάτω σύνδεσμο
Επιμέλεια κειμένου: Καλλιόπη Γιακουμή