10.5 C
Greece
26 Οκτωβρίου, 2024
ΟΙ ΣΤΗΛΕΣ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΝΑ

“Στην πΈνα”: “Το μεγαλόπρεπο νυφικό” γράφει η Άνα Ζάχαρη

Στην πΈνα”  ✒️✒️

“Το μεγαλόπρεπο νυφικό”

Γράφει η Άνα Ζάχαρη

***

Ήτανε όμορφη, ήταν δροσερή σα δυόσμος και… χοντρή. Πολύ, απίθανα και απίστευτα χοντρή. Αυτό έλεγε κάθε πρωί στον εαυτό της, κοιτάζοντας τον ολόσωμο καθρέφτη, καθώς ετοιμαζόταν να πάει στην τράπεζα, όπου δούλευε ταμίας, ελπίζοντας πως στη διάρκεια της νύχτας κάποιο θαύμα θα είχε γίνει και θα ξημερωνόταν λεπτή, χωρίς τα <σωσίβια> που την έκαναν να θυμίζει το ανθρωπάκι της Μισελέν.

Αναστενάζοντας, αφού το θαύμα ούτε τούτη τη νύχτα δεν είχε γίνει, άνοιξε την ντουλάπα της, που έσφυζε από τα μαύρα ρούχα, να διαλέξει ένα, που θα μείωνε την εντύπωση πίσω από το γκισέ.

Μόνο μαύρα. Όμορφα, κομψά ρούχα, αλλά μαύρα. Από μικρή είχε να φορέσει χρωματιστά, από τότε που της έραβε η μητέρα της τα φουστανάκια και τις φουφουλίτσες, που έσφιγγαν γύρω από τα παχουλά μπουτάκια. Ένα όμορφο, τσουπωτό παιδάκι, που, σ’ αυτή τη μικρή ηλικία, όλοι θαύμαζαν. Έτσι γεννήθηκε, κοντά στα πέντε κιλά, να κατεβάζει με λαιμαργία το γάλα και αργότερα τις κρέμες, ζητώντας κι άλλο με υγρά ματάκια, φωνάζοντας ασταμάτητα «μαμ», δείχνοντας με ενωμένα δαχτυλάκια το ανοιχτό στοματάκι. Η όρεξή της δεν είχε όριο, σε σημείο που μια μέρα η μητέρα της την έπιασε, έντρομη, να μαζεύει κάποια ψίχουλα από μπισκότο, που είχαν πέσει στο πεζοδρόμιο και να τα τρώει χαρούμενη για το…εύρημα.

Πάτρα: η θάλασσα ξέβρασε μαύρα ρούχα

Από την εφηβεία και μετά, ξεκίνησαν οι απεγνωσμένες όσο και ανεπιτυχείς προσπάθειες να φύγουν τα κιλά – αφού όσα έχανε τα ξανάπαιρνε – να φύγει το λίπος που την περιτριγύριζε, κάνοντάς την να αισθάνεται εγκλωβισμένη στο ίδιο της το σώμα.

«Είμαι μια αδύνατη στο σώμα μιάς χοντρής!» Συνήθιζε να λέει, με χιουμοριστική διάθεση, αφού το χιούμορ δεν την είχε εγκαταλείψει και μ’ αυτό αντιμετώπιζε τα πάντα, όντας το μόνο της όπλο απέναντι στις αντιξοότητες της ζωής.

«Τι θα κάνω, μωρή φιλενάδα;» Μουρμούρισε με παράπονο στη φίλη της τη Ζωή και μέλλουσα, προεπιλεγμένη από την εποχή της εφηβείας, κουμπάρα.

«Τι θα κάνεις με ποιο πράγμα;» Τη ρώτησε εκείνη, ακούγοντάς την με μισό αυτί, απορροφημένη καθώς ήταν από το περιοδικό που διάβαζε.

«Με το νυφικό, μωρή ηλίθια! Παράτα επιτέλους τη μαλακία που διαβάζεις τόση ώρα και έλα να συζητήσουμε, να μου πεις κι εσύ τι να κάνω.» Της είπε εκνευρισμένη.

Η άλλη έκλεισε το περιοδικό ήρεμα και την ατένισε σοβαρά.

«Βρε, Ριτάκι, αφού τα έχουμε πει και ξαναπεί. Θα βάλεις το ρημάδι το νυφικό για λίγες ώρες και μετά δεν θα το ξαναδείς. Δεν είπες πως τελικά θα το νοικιάσεις;»

«Και τι θες να κάνω; Να πετάξω ένα σωρό λεφτά, μόνο και μόνο για να μοιάζω με τεράστια τούρτα; Κι όλα όσα είναι στο νούμερό μου, όλα έτσι είναι. Τούλια πάνω στα τούλια, πάνω σε άλλα τούλια! Τάχα πως έτσι κρύβονται οι κώλοι και οι περιφέρειες! Να μην είχε πάθει η μάνα μου αυτό το ρημάδι το εγκεφαλικό και εκείνη ήξερε πώς να φτιάξει κάτι που να μη με δείχνει όγκο!»

«Σ’ εκείνη τη μοδίστρα, πήγες;»

«Αμ, δεν πήγα; Πήρα ένα φτηνό ύφασμα δοκιμαστικά, να δω τι ψάρια έπιανε. Όλο αυτό το διάστημα που έλειπες, με δαύτην ταλαιπωριόμουν! Πρόβες και πάλι πρόβες να το φτιάξει, να πέφτει καλά επάνω μου.»

«Και;»

«Ούτε κατά διάνοια! Μετά απ’ αυτό το φιάσκο και τα πεταμένα λεφτά, γιατί εννοείται πως την πλήρωσα για τον κόπο της, καλύτερα τα τούλια! Αχ, Παναγίτσα μου, τι θα κάνω; Να ‘φτιαχνα ένα μαύρο;»

«Α, να χαθείς βλάκα! Άκου μαύρο! Είσαι με τα καλά σου μωρή;»

«Αντί να με βρίζεις, δεν κάθεσαι να σκεφτείς, μπας και σου κατέβει καμιά ιδέα;»

Μοδίστρες Φωτογραφίες Αρχείου, Royalty Free Μοδίστρες Εικόνες |  Depositphotos®

Η Ζωή την κοίταξε κάπως διστακτική.

«Λοιπόν, έχω μια ιδέα, αλλά είμαι σίγουρη πως θ’ αρχίσεις να γκαρίζεις και δεν έχω καμιά όρεξη.»

«Ούτε θα γκαρίσω, ούτε θα χλιμιντρίσω, άντε ξεμπούρδαρε την ιδέα, μπας και φέξει.»

«Εγώ, στη θέση σου, θα πήγαινα σ’ έναν καλό οίκο υψηλής ραπτικής….του Χατζηελευθερίου για παράδειγμα, που ειδικεύεται κιόλας. Ξέρω, ξέρω, που έτοιμη είσαι να μου ορμήξεις! Τα λεφτά είναι πολλά, δε λέω….»

«Ξεράδια ξέρεις! Τα λεφτά, μωρέ, είναι το πρόβλημα ή που θα με δουν και θα κάνουν καινούργιο συκώτι από τα γέλια; Εκεί πηγαίνουν και ράβονται κάτι ψηλόλιγνες, όχι μπαούτσες σαν κι εμένα!»

«Ρε συ Ρίτα, ξέρεις κάτι; Όλο αυτό με το πόσο χοντρή είσαι και τα λοιπά, μπορεί να είναι αστείο ώρες-ώρες, αλλά ακόμα κι εσύ θα το ξέρεις, πως δεν είσαι και κανένα τέρας, ούτε και κρέμονται τα λίπια από πάνω σου. Το σώμα σου, παρ’ όλο το πάχος, είναι σφιχτό-σφιχτό, η κοιλιά σου δεν είναι καμιά κοιλουμπάρα, τα βυζιά σου στη θέση τους και η πλάτη σου ίσια, χωρίς εξογκώματα. Μόνο ο κώλος σου είναι κάπως μεγάλος, αλλά σφιχτός κι αυτός, π’ ανάθεμά τον. Εγώ είμαι αδύνατη κι ο πισινός μου είναι γεμάτος ραγάδες, χωρίς αποχρώντα λόγο και σειέται σα να έχει μέσα του νερό! Οπότε δεν αφήνεις τα χαζά και τη μοιρολατρεία που σ’ έχει πιάσει και να σκεφτείς λίγο σοβαρά;»

Η Ζωή είχε δίκιο σ’ αυτά που έλεγε και η Ρίτα έπιασε τον εαυτό της, πράγματι, να σκέφτεται σοβαρά την πιθανότητα στου Χατζηελευθερίου να μπορούσαν να της φτιάξουν κάτι, ώστε να μη δείχνει γελοία τη μέρα του γάμου της. Τα ίδια άλλωστε, της έλεγε κι ο Παναγιώτης, που τη λάτρευε τη γουρουνίτσα του και του άρεσε όπως ήταν, ενώ τρελαινόταν να της ζουλάει τα στρουμπουλά μπρατσάκια και την κοιλίτσα, που όπως έλεγε έμοιαζε με φουσκωτό μαξιλαράκι. Και η αλήθεια είναι, πως ήταν μια κούκλα, με ένα ονειρεμένο πρόσωπο, αμυγδαλωτά σκούρα καστανά μάτια με τοξωτά φρύδια, μυτάκι ανασηκωτό και χείλια για φίλημα, που αναδεικνυόταν περισσότερο με τα πυκνά μακριά μαύρα μαλλιά πιασμένα σε ψηλή αλογοουρά η σε κοτσίδα, που ξεκινούσε από την κορυφή του καλοσχηματισμένου κεφαλιού. Αν την έβλεπες από το λαιμό και πάνω, άνετα θα μπορούσε να διαφημίζει μεγάλες εταιρίες καλλυντικών και οι φωτογραφίες της πάντα, εκεί εστίαζαν. Το πόσο θα κόστιζε το νυφικό δεν την ένοιαζε, παρ’ όλο που το σκεφτόταν. Πεταμένα λεφτά, να πάρει ο διάολος! Νυφικό θ’ αγοράσω ή…σπίτι; Σκεφτόταν την ώρα που μέτραγε στον πελάτη τα χαρτονομίσματα και του χαμογελούσε ευγενικά καθώς την ευχαριστούσε φεύγοντας. Ούτε αυτή, ούτε ο Παναγιώτης ήταν τίποτα μεγιστάνες του πλούτου, είχανε όμως καλές δουλειές και οι δυό και το διαμέρισμα που θα μένανε, ένα ανετότατο τριάρι γύρω στα εκατό τετραγωνικά, βρισκόταν στην πολυκατοικία που είχε χτίσει ο πατέρας της, όπου εκτός από το διαμέρισμα των γονιών της, υπήρχαν και άλλα δύο από τα οποία παίρνανε τα νοίκια, εξασφαλίζοντας ένα γερό εισόδημα. Το κουβέντιασε με τον Παναγιώτη, που τη φίλησε λέγοντάς της «ό,τι θες εσύ μωρό μου» αρκετά ανακουφισμένος που θα έπαυε να του τρώει τ’ αυτιά και πήρε τη μεγάλη απόφαση.

Married.gr Νυφικά - Νυφικό by Primalicia

Πήρε και τη Ζωή, ώστε να μην υπαναχωρήσει τελευταία στιγμή και το ραντεβού επιτέλους κλείστηκε. Σε μια βδομάδα θα συναντούσε τον ίδιο τον Ιάκωβο Χατζηελευθερίου να συζητήσει μαζί του για το σχέδιο, το ύφασμα κλπ.

«Την είδες;» Έκανε ένα νεύμα με τα μάτια προς την πόρτα που είχε κλείσει πίσω από τη Ρίτα, ο Ιάκωβος στην Τούλα.

«Την είδα. Τέτοια κούκλα και με τόσο πάχος, που νομίζεις πως την έχουνε… τυλίξει μ’ αυτό. Και είναι ευγενέστατη και με απόλυτη αντίληψη της κατάστασής της. Θέλω να πω….»

«Ξέρω τι θέλεις να πεις.» Τη διέκοψε. « Για τις πελάτισσες που νομίζουν πως είναι το λιγότερο…θεές και βλέπουμε και παθαίνουμε να τις κάνουμε να μοιάζουν λίγο σουλουπωμένες.»

«Αλήθεια, θυμάσαι εκείνη την Πόπη; Τι ντεκολτέ ήταν εκείνο Παναγία μου! Αφού η Πίτσα πίστευε πως τα εξαπτέρυγα στην εκκλησία, την ώρα του μυστηρίου, θα εκτοξεύονταν και θα καρφωνόντουσαν στο ταβάνι!»

«Την Πόπη να την αφήσεις ήσυχη!» Της ξέκοψε ξερά. «Πήγαν κι όλα κατά διαόλου με το γάμο της….»

«Ναι, μου τα έχει πει η Πίτσα….Κι αυτή πού να το φανταζόταν.»

«Γιατί το φανταζόταν η Πόπη; Τέλος πάντων, τώρα. Άσ’ την Πόπη και να σκεφτούμε τι θα κάνουμε με τούτη την καινούργια. Δύσκολη περίπτωση, πολύ δύσκολη.»

Κάποια σχέδια που είχανε δει, σαφώς δεν ήταν για τη Ρίτα, όσες αλλαγές κι αν τους κάνανε.

«Δεν θέλω να σκεφθείτε ποια σας κάνουνε και ποια όχι.» Της είχε πει ο Ιάκωβος. «Θέλω μόνο να μου πείτε ποια σας αρέσουν, να δω κατά πού κλίνει το γούστο σας.»

«Κι αν…. δε μου κάνει κανένα από αυτά;» Τον κοίταξε με τα σκούρα αμυγδαλωτά της μάτια, που εξέφραζαν διστακτικότητα, αμφιβολία και κάτι…σαν παράπονο, μαζί με λίγο φόβο.

«Τότε, θα προσπαθήσουμε να βρούμε κάτι που να σας πηγαίνει.»

«Μην ανησυχείτε, δεσποινίς Παπαιωάννου.» Ανέλαβε να την καθησυχάσει η Τούλα. «Από τον οίκο μας δε φεύγει πελάτισσα δυσαρεστημένη.»

Κι εκείνη έφυγε με μια μικρή ελπίδα, πως αυτός ο γάμος, μπορεί τελικά να μην αποδεικνυόταν το πιο τρομακτικό πράγμα στη ζωή της και να απόφευγε το ρεζιλίκι να μοιάζει με…τεράστια τούρτα, όπως είχε πει. Μέχρι και εφιάλτη είχε δει:  να πέφτει σαν φουσκωτός άσπρος όγκος πάνω στον Παναγιώτη και να του κόβει την ανάσα, ενώ τον άκουγε να μουγκρίζει «πάρτε την από πάνω μου» κι εκείνης να της είναι αδύνατο να σηκωθεί, παρά τις προσπάθειες που κατέβαλε. Είχε ξυπνήσει κάθιδρη με την απόφαση να ματαιώσει τούτο το γάμο, μια απόφαση που της ανέτρεψε ο Παναγιώτης, όταν του το είπε.

Υπέροχα νυφικά plus size (μεγάλα μεγέθη) για κάθε σωματότυπο!

«Θα παντρευτούμε, τελεία και παύλα! Όσο για το νυφικό, χέστηκα! Έλα και με τα εσώρουχα, αν θες, ή βάλε καμιά μπούρκα!»

Ο Ιάκωβος έσπαγε το κεφάλι του, πετώντας το ένα σχέδιο μετά το άλλο, όταν του ήρθε μια ιδέα. Οι κοπέλες στην αρχαία Ελλάδα δεν ήταν τίποτα αδύνατες, τα είχαν τα κιλάκια τους. Δεν ήταν βέβαια μπόγοι, αλλά ούτε και στέκες, όπως πάλευαν να δείχνουν οι σημερινές και ο τύπος ομορφιάς ήταν διαφορετικός από τον σημερινό.

Την είχε ρωτήσει για πότε σκόπευαν το γάμο κι εκείνη του είχε απαντήσει αρχές  Σεπτέμβρη, άρα ακόμη καλοκαίρι, άσε που τα μακριά μανίκια θα τόνιζαν πιο πολύ το γέμισμα των μπράτσων. Α, πα,πα! Καλύτερα γυμνά. Εκ πείρας ήξερε, πως το πάχος, όσο περισσότερο προσπαθείς να το κρύψεις, τόσο περισσότερο φαίνεται και τα φαρδιά, που φορούσαν πολλές, για να καλύψουν τα περιττά κιλά, τις έκανε να μοιάζουν με το συχωρεμένο το Ντέμη Ρούσο! Σταδιακά, λοιπόν, έκλινε προς ένα ρούχο, σαν κι αυτά που απεικονίζονταν στα αρχαία αγάλματα και πήρε σβάρνα τα μουσεία, το αρχαιολογικό και της Ακρόπολης. Μπροστά στις Καρυάτιδες κούνησε το κεφάλι με απέραντη ικανοποίηση. Ήξερε πια τι θα έφτιαχνε.

Η Ρίτα δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια της, βλέποντας τη μεγαλόπρεπη μορφή που την ατένιζε από τον καθρέφτη του δοκιμαστηρίου. Το λεπτό σατέν ύφασμα έπεφτε με χάρη επάνω της με το ελαφρύ ντραπάρισμα του στήθους και τις επίσης ελαφρές πτυχώσεις, που αυλάκωναν όλο το φόρεμα, που έκλεινε στους ώμους με δυό αρχαϊκού τύπου μπρούτζινες πόρπες. Μια λεπτή ζώνη από το ίδιο ύφασμα έδενε λίγο πιο κάτω από το στήθος, ώστε το επάνω μέρος του φορέματος να πέφτει πάνω από την κοιλιά και τα οπίσθια δημιουργώντας μια εξαίσια οφθαλμαπάτη, που την έκανε να μοιάζει αρκετά κιλά λιγότερη απ΄ όσο ήταν στην πραγματικότητα.

Το ρούχο προσέδιδε μεγαλοπρέπεια και αρχοντιά και τα σκούρα μάτια της Ρίτας γέμισαν δάκρυα ευγνωμοσύνης.

Τα ίδια δάκρυα γέμισαν και τα μάτια της Ζωής παρατηρώντας τη φίλη της.

«Εικόνισμα πρέπει να τον κάνεις αυτόν τον Χατζηελευθερίου και να τον προσκυνάς μέρα-νύχτα!» Μουρμούρισε στη Ρίτα, που στηριζόταν περήφανα στα ψηλοτάκουνα σανδάλια με τα λεπτά άσπρα λουράκια, κρατώντας στα χέρια της τις λευκές μαργαρίτες, ίδιες μ’ εκείνες που περιτριγύριζαν, στην κορυφή του κεφαλιού, τη βάση της χοντρής μαύρης κοτσίδας, την ώρα που έβγαζαν τις φωτογραφίες του γάμου. Τις πρώτες της Ρίτας που θα ήταν ολόσωμες, μια και επιτέλους είχε συμβιβαστεί με την εικόνα της και είχε καταλάβει πως η ομορφιά του κάθε ανθρώπου δεν έχει καμία σχέση με τα παραπανίσια κιλά, αλλά με την αύρα που εκπέμπει.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΕΔΩΆνα Ζάχαρη

.…………………..

Γίνετε μέλος της ομάδας μας “Βιβλίων Ορίζοντες” στο facebook πατώντας το παρακάτω σύνδεσμο

Βιβλίων Ορίζοντες

Επιμέλεια άρθρου : Καλλιόπη Γιακουμή

Please follow and like us:
error678
fb-share-icon
Tweet 124
fb-share-icon20

Related posts

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 06-02-2020

Καλλιόπη Γιακουμή

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 16-09-2019

Καλλιόπη Γιακουμή

Οδοιπορικό: Συγκλονιστικές φωτογραφίες από τη ζωή στα «χωριά» του Αγίου Όρους

Καλλιόπη Γιακουμή

Αφήστε Ένα Σχόλιο