“Η ιστορία πίσω από το βιβλίο..”
“ΚΑΤΗΓΟΡΩ”
Συγγραφέας Εμίλ Ζολά
H προμελετημένη καταδίκη ενός αθώου, του λοχαγού Nτρέυφους, από το γαλλικό στρατοδικείο, έφερε σε αντιπαράθεση τους οπαδούς της Aλήθειας και τις δυνάμεις του Σκότους. Tις τελευταίες αντιπροσώπευαν στη Γαλλία του περασμένου αιώνα ο υπουργός δικαιοσύνης και οι επικεφαλής του στρατού. Oχυρωμένοι πίσω από τους θώκους τους έμοιαζαν άτρωτοι. Όμως, ο Eμίλ Zολά ρίχτηκε στον αγώνα της Aλήθειας μ’ όλες του τις δυνάμεις. Mε κίνδυνο μάλιστα να θυσιάσει την ήδη φτασμένη καριέρα του εξακόντισε με την πένα του προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας την επιστολή KATHΓOPΩ. Eίχε συγκεντρώσει με τόσο σθένος και τόση επιμονή ατράνταχτα στοιχεία, που παρά τους λιθοβολισμούς του επίσημου κράτους και του όχλου, η Aλήθεια και η Δικαιοσύνη θριάμβευσαν. Δυστυχώς χρειάστηκε καιρός γι’ αυτό. O Eμίλ Zολά είχε πεθάνει, όταν ο λοχαγός Nτρέυφους αποφυλακίστηκε κι αποκαταστάθηκε η τιμή του. Όμως τα ονόματά τους δέθηκαν στους αιώνες με το περίφημο KATHΓOPΩ, αφού χωρίς τον συγγραφέα, ο λοχαγός θα πέθαινε ατιμασμένος.
Γεννήθηκε στις 2 Απριλίου του 1840. Από τα 18 και μετά έζησε στο
Παρίσι. Αρχικά δούλεψε στον εκδοτικό οίκο Hachette τον οποίο εγκατέλειψε γρήγορα, για να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία. Άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα σε εφημερίδες και περιοδικά, ενώ τα πρώτα του βιβλία ήταν τα Παραμύθια στη Νινόν και Η εξομολόγηση του Κλαύδιου.
Ο Εμίλ Ζολά είχε ενεργό συμμετοχή στα κοινωνικά και πολιτικά πράγματα της Γαλλίας. Χαρακτηριστικές υπήρξαν οι θέσεις του κατά του Ναπολέοντα και του ιερατείου.
Μετά το πρώτο σημαντικό μυθιστόρημά του Τερέζ Ρακέν (1867), ξεκίνησε μια σειρά έργων με τον τίτλο «Λε Ρουγκόν Μακάρ – Φυσική και κοινωνική ιστορία μιας οικογένειας υπό την Β΄ Αυτοκρατορία», όπου περιλαμβάνονται περισσότερα από τα μισά μυθιστορήματά του, θέλοντας να αναλύσει με διεισδυτική κριτική ματιά τις πτυχές της τότε γαλλικής κοινωνίας.
Σε αυτή τη σειρά συγκαταλέγεται Η ταβέρνα (1877), ένα αριστούργημα, το οποίο εμβαθύνει στο φαινόμενο του αλκοολισμού και της φτώχειας στην εργατική τάξη. Επίσης, η Νανά (1880), που, με τη συμβολική μορφή μιας πόρνης, η οποία διαφθείρει την παριζιάνικη ελίτ, δηλώνεται η κατάπτωση της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας. Επιπλέον, με το Ζερμινάλ (1885)— το καλύτερο ίσως έργο του —έστρεψε τον προβολέα στις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας των ανθρακωρύχων.
Στη συνέχεια, δημιούργησε δύο τριλογίες, Οι τρεις πόλεις και Τα τέσσερα Ευαγγέλια, με τη δεύτερη να μένει ανολοκλήρωτη. Ωστόσο, τα έργα αυτά τον καθιέρωσαν στο ευρύ κοινό.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του έμελλε να συνταράξει συθέμελα τη γαλλική κοινωνία με την ανοιχτή επιστολή του προς τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η οποία δημοσιεύτηκε στο εξώφυλλο της εφημερίδας L’Aurore υπό τον τίτλο «Κατηγορώ!» (1898), που αφορούσε στην γνωστή υπόθεση Ντρέιφους.
Υπόθεση Ντρέιφους
Πρόκειται για μία υπόθεση που συγκλόνισε τον κόσμο και ιδιαίτερα τη Γαλλία, στα τέλη του 19ου αιώνα. Κεντρικό πρόσωπο της υπόθεσης ήταν ο εβραϊκής καταγωγής Γάλλος λοχαγός του πυροβολικού Άλφρεντ Ντρέιφους ο οποίος κατηγορήθηκε το 1894 για προδοσία, όταν η Κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών της Γαλλίας ανακάλυψε στο καλάθι των αχρήστων του Γερμανού στρατιωτικού ακόλουθου στο Παρίσι ένα ανυπόγραφο απόκομμα μιας επιστολής, η οποία αναφερόταν στην αποστολή μυστικών εγγράφων προς τη Γερμανία και αφορούσαν την άμυνα της χώρας.
Παρά το γεγονός ότι η κατηγορία βασίστηκε σε υποψίες, παρά τις αντιφατικές μαρτυρίες και την έλλειψη στοιχείων, ο Ντρέιφους οδηγήθηκε στο στρατοδικείο και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και πλήρη απομόνωση στην εξορία και συγκεκριμένα στο Νησί του Διαβόλου. Το όνομά του χρησιμοποιήθηκε ως σύμβολο της προδοσίας των Γάλλων Εβραίων.
Όταν η διεύθυνση της Κρατικής Υπηρεσίας Πληροφοριών ανελήφθη από τον ταγματάρχη Ζορζ Πικάρ, αυτός παραδέχτηκε την αθωότητα του Ντρέιφους και κατηγόρησε ως υπεύθυνο της κατασκοπείας τον Ουγγρικής καταγωγής ταγματάρχη Φέρντιναντ Εστερχάζι. Ο τελευταίος είχε γερές πλάτες. Ζήτησε να κριθεί από το Πολεμικό Συμβούλιο επειδή είχε διαβεβαιώσεις για την αθώωσή του. Έτσι κι έγινε. Την ίδια ώρα ο Πικάρ στάλθηκε με δυσμενή μετάθεση στην Τυνησία.
Η αναθεώρηση της δίκης στάθηκε αδύνατη μετά την παραποίηση των αληθινών στοιχείων. Η υπόθεση δίχασε τη χώρα στα δύο. Πνευματικές προσωπικότητες και Γάλλοι διανοούμενοι τάχθηκαν σθεναρά υπέρ του Ντρέιφους, τη στιγμή που οι πολέμιοί του καταφέρθηκαν ακόμη και εναντίον των υποστηρικτών του, κατηγορώντας τους ως εχθρούς του έθνους. Ανάμεσα στους πρώτους ήταν και ο Εμίλ Ζολά…
Ο Εμίλ Ζολά κατηγορεί…
13 Ιανουαρίου 1898 στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας «L’ Aurore» δημοσιεύεται η ανοιχτή επιστολή του Εμίλ Ζολά προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Το περίφημο «κατηγορώ» που έμεινε στην ιστορία ως υπέρτατη πολιτική πράξη υπέρ της δικαιοσύνης.
Ο Ζολά κατηγόρησε το στρατό ότι συγκάλυψε τη λανθασμένη καταδίκη του Ντρέιφους και αθώωσε τον Εστερχάζι με εντολή του Υπουργείου Στρατιωτικών. Το τεύχος τυπώθηκε σε 300.000 αντί των 30.000 αντιτύπων και εξαντλήθηκε.
Το «Κατηγορώ» του Ζολά οδήγησε τη δίκη σε αναψηλάφηση και τον ίδιο στη φυλακή.
Το 1898 κατηγορήθηκε για συκοφαντία και καταδικάστηκε σε έναν χρόνο φυλάκιση. Την ίδια χρονιά προκύπτει ότι ο Ζοζέφ Ανρί, που είχε ανακαλύψει την επιστολή των μυστικών εγγράφων, ήταν στην πραγματικότητα ο συντάκτης της. Λίγο αργότερα παραδέχτηκε την πλαστογράφηση και κατόπιν αυτοκτόνησε. Ο δε Εστερχάζι διέφυγε στο Λονδίνο.
Η υπόθεση οδηγήθηκε στο εφετείο παρά τις αντιδράσεις του Υπουργείου Στρατιωτικών. Ακολούθησαν ταραχές ανάμεσα στους υποστηρικτές και τους πολέμιους του Ντρέιφους που οδήγησαν στην πτώση της κυβέρνησης.
Την αποκάλυψη ακολούθησαν δραματικά γεγονότα, που κατέληξαν όχι απλώς στη δικαίωση του αθώου αλλά και στη μεταρρύθυμιση του συστήματος, συμπεριλαμβανομένου του χωρισμού εκκλησίας και κράτους.
Πριν όμως δει αυτή την τελευταία εξέλιξη, ο Εμίλ Ζολά βρέθηκε νεκρός, στις 29 Σεπτεμβρίου του 1902, στο διαμέρισμά του. Επίσημη αιτία θανάτου ήταν η δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα, ωστόσο υπήρξαν ψίθυροι ότι για το θάνατό του, ευθύνονταν πολιτικοί του αντίπαλοι. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν αποδείχτηκε.
Ο Ντρέιφους θα καταφέρει να σβήσει πλήρως τις αμφιβολίες για την αθωότητα του το 1906 μετά από συνεχείς δικαστικές διαμάχες. Η υπόθεση δεν θα ξεχαστεί. Το «Kατηγορώ» του Εμίλ Ζολά, μία ανιδιοτελής πράξη και παράλληλα ένα σπουδαίο κείμενο την κρατάει ζωντανή…
Κατηγορώ τον αντισυνταγματάρχη Πατύ ντε Κλαμ, γιατί υπήρξε ο σατανικός δράστης της δικαστικής πλάνης…
Κατηγορώ τον στρατηγό Μερσιέ γιατί, το λιγότερο από πνευματική ανεπάρκεια, έγινε συνένοχος του μεγαλύτερου ανομήματος του αιώνα…
Κατηγορώ τον στρατηγό Μπιγιό, γιατί είχε στα χέρια του αναμφισβήτητες αποδείξεις της αθωότητας του Ντρέιφους και τις έπνιξε…
Κατηγορώ τον στρατηγό ντε Μπουαντέφρ και τον στρατηγό Γκονζ, γιατί υπήρξαν συνένοχοι του ίδιου εγκλήματος…
Κατηγορώ τον στρατηγό ντε Πελλιέ και τον ταγματάρχη Ραβαρί, γιατί έκαμαν μια εγκληματική προανάκριση, με την πιο τερατώδη μεροληψία…
Κατηγορώ τους τρεις γραφολόγους Μπελόμ, Βαρινιάρ και Γουάρ, γιατί συντάξανε ψεύτικες εκθέσεις απατεώνων…
Κατηγορώ το υπουργείο Στρατιωτικών και το Επιτελείο, γιατί έκαμαν στις εφημερίδες ιδιαίτερα στην «Αστραπή» και στην «Ηχώ των Παρισίων», μια βδελυρή και απαράδεκτη εκστρατεία για να παραπλανήσουν τη κοινή γνώμη…
Κατηγορώ, τέλος, το πρώτο Στρατοδικείο γιατί παραβίασε το δίκαιο…
Εμίλ Ζολά