27 Αύγουστο του 1988, η συνοικία του Κολωνού, αρχικά, και η υπόλοιπη Αθήνα στη συνέχεια, συγκλονίστηκαν από την αποκάλυψη ενός στυγερού εγκλήματος: ο Κώστας Ταχτσής, ο συγγραφέας του εμβληματικού βιβλίου «Το τρίτο στεφάνι», είχε βρεθεί στραγγαλισμένος στο σπίτι του.
Το πτώμα του αδερφού της Κώστα Ταχτσή βρήκε η αδελφή του Ελπίδα στο σπίτι του στον Κολωνό. Το ιατροδικαστικό πόρισμα μιλούσε για στραγγαλισμό που είχε γίνει πριν από 48 ώρες, νωρίς το βράδυ της Πέμπτης. Ο Ταχτσής ήταν 61 ετών.
Το χρονικό της δολοφονίας του
27 Αύγουστου 1988. Η Ελπίδα Αρτέμη ανησύχησε για τον αδελφό της, τον γνωστό συγγραφέα Κώστα Ταχτσή, καθώς για δύο μέρες δεν σήκωνε το τηλέφωνό του. Ένιωθε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Μπαίνοντας στο σπίτι του στον Κολωνό, οι υποψίες της επιβεβαιώθηκαν με τον χειρότερο τρόπο. Ο συγγραφέας που έγραψε το θρυλικό «Τρίτο στεφάνι», ήταν νεκρός… Η αδελφή του, αμέσως ειδοποίησε την αστυνομία.
Σύμφωνα με τους αστυνομικούς ρεπόρτερ της εποχής, ο Ταχτσής βρέθηκε νεκρός πάνω στο κρεβάτι του σε πλάγια θέση. Ήταν γυμνός και φορούσε ξανθιά γυναικεία περούκα, τα νύχια του ήταν βαμμένα κόκκινα, ενώ δίπλα στο κρεβάτι του ήταν πεταμένα γυναικεία ρούχα. Αιτία θανάτου, ήταν ο στραγγαλισμός.
Οι αστυνομικοί ανέλαβαν ένα πολύ δύσκολο έργο, αφού δεν υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία. Η μαρτυρία ενός γείτονα, δεν βοήθησε τις έρευνες.
«Τον είδα κατά το σούρουπο να έρχεται με το αυτοκίνητό του, ήταν ντυμένος γυναίκα και φορούσε περούκα. Συνοδευόταν από έναν νεαρό. Μετά από ώρα, ο νεαρός έφυγε από το σπίτι. Ο συγγραφέας ξαναβγήκε, γύρισε αργότερα με άλλον νεαρό, που έφυγε και εκείνος. Γύρω στις 3 τα ξημερώματα, ο Ταχτσής ήρθε πάλι με έναν νεαρό με μουστάκι».
Για τη δολοφονία κυκλοφόρησαν, στο πέρασμα του χρόνου, διάφορα σενάρια.
Σενάριο πρώτο. Ληστεία μετά φόνου.
Η απλούστερη εκδοχή ήταν ότι ο δολοφόνος ήταν ένας άπειρος ληστής που έκανε άνω κάτω το σπίτι για να βρει χρήματα. Δεν αναγνώρισε την αξία των έργων τέχνης τα οποία είχε ο συγγραφέας στο σπίτι του και αρκέστηκε στο να αρπάξει ένα βίντεο, που εκείνη την εποχή είχε μεγάλη αξία. Πριν φύγει, σκότωσε τον συγγραφέα.
Η γκάφα της αστυνομίας.
Το βίντεο που έλειπε από τον τόπο του εγκλήματος θα μπορούσε να βοηθήσει στις έρευνες. Ο μοναδικός κωδικός, που υπάρχει σε κάθε συσκευή θα οδηγούσε τις Αρχές στον δράστη. Η αστυνομία όμως έκανε μια μεγάλη γκάφα. Πριν καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα, έδωσε στον Τύπο τον κωδικό. Ο δράστης προφανώς το πληροφορήθηκε και εξαφάνισε οποιοδήποτε στοιχείο θα οδηγούσε σε αυτόν.
Σενάριο δεύτερο. Τυχαίο συμβάν.
Κάποια οικεία πρόσωπα που γνώριζαν τις σεξουαλικές ιδιαιτερότητες του Ταχτσή, υποστήριξαν ότι η δολοφονία του μπορεί να ήταν ατύχημα το οποίο συνέβη κατά τη σεξουαλική πράξη. Στο σαδομαζοχιστικό σεξ, η διαφορά της δολοφονικής ενέργειας από το ατύχημα είναι δυσδιάκριτη. Υπάρχει περίπτωση ο δολοφόνος να στραγγάλισε κατά λάθος τον συγγραφέα, στην προσπάθειά του να τον ερεθίσει κατά την πράξη.
Σενάριο τρίτο. Ο δολοφόνος ήθελε να «κλείσει το στόμα» του Ταχτσή.
Το σενάριο της φίμωσης του συγγραφέα έχει δύο σκέλη. Κάποιοι υπέθεσαν ότι ο δολοφόνος ήταν παλιός του εραστής, που ήθελε να διατηρήσει κρυφή τη σχέση τους. Άλλοι είπαν ότι ήταν κάποιος ο οποίος φοβόταν τις αποκαλύψεις, που ετοιμαζόταν να κάνει ο συγγραφέας στο καινούριο του βιβλίο, για την κρυφή του ζωή και τις επαφές του. Αυτό ήταν το επικρατέστερο σενάριο. Ίσως επειδή ήταν το πιο γαργαλιστικό.
Σε ανύποπτο χρόνο, ο Ταχτσής είχε πει: «Ο σκοπός μου είναι να βρίσω περισσότερο, παρά να παραπονεθώ και κάποια στιγμή αποφάσισα, ότι δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια».
Γείτονας όμως κατέθεσε ότι είδε το γνωστό συγγραφέα και δηλωμένο ομοφυλόφιλο να μπαίνει στο σπίτι του συνοδευόμενος από κάποιους νεαρούς, ξημερώματα Παρασκευής.
Η αστυνομία εξαπέλυσε ανθρωποκυνηγητό σε όλη τη γειτονιά του Κολωνού, τους γύρω δρόμους του Μεταξουργείου μέχρι την Ομόνοια, για την ανακάλυψη του δράστη. Οι πληροφορίες που συγκέντρωσαν μιλούσαν για τρία άτομα που το ίδιο βράδυ είχαν επισκεφθεί το σπίτι του Ταχτσή. Ο τελευταίος ήταν γύρω στα τριάντα, μελαχρινός με μουστάκι και καλοντυμένος.
Γύρω από αυτόν επικεντρώνονται οι έρευνες. Όμως ο δράστης δεν θα βρεθεί ποτέ. Τα δακτυλικά αποτυπώματα που συλλέγονται στο σπίτι αποδεικνύεται ότι ανήκουν σε συγγενικά ή φιλικά με το θύμα πρόσωπα, υπεράνω κάθε υποψίας. Έτσι, η δολοφονία του Κώστα Ταχτσή αρχειοθετείται.
Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, η δολοφονία Ταχτσή παραμένει ακόμα ανεξιχνίαστη, αν και τη διερεύνηση είχε αναλάβει ένας ικανότατος αξιωματικός. Όμως και τα μέσα της εποχής ήταν πενιχρά. Τα αστυνομικά εργαστήρια ήταν υποτυπώδη και δεν υπήρχαν εργαλεία όπως το DNA. Τα διάφορα σενάρια δεν είναι, παρά αυτό που λέει η λέξη: Σενάρια. Και απλά γοητεύουν τους λάτρεις των αστυνομικών …
Ο Κώστας Ταχτσής ποτέ δεν έπαψε ν’ αποτελεί το μαύρο πρόβατο της ελληνικής κοινωνίας. Υπήρξε στόχος όλων, όχι μόνο στην αρχή της συγγραφικής του καριέρας, αλλά κι ώς το τέλος της πολυτάραχης ζωής του. Εκτός του ότι δεν τον κατάλαβε κανείς, δεν αποδέχτηκαν το γεγονός ότι ένας περιθωριακός συγγραφέας (ομοφυλόφιλος-τραβεστί) κατάφερε να γίνει ένας συγγραφέας «θρύλος», κι ώς ένα σημείο χειραγωγός της κοινωνικής και πνευματικής ζωής του τόπου, κινούμενος με την ίδια άνεση στο χώρο του υποκόσμου όσο και στα αριστοκρατικά σαλόνια της «καλής» κοινωνίας. Επρόκειτο για μια πρωτοφανή κατάχρηση των ορίων της ελευθερίας, μια καταστρατήγηση κάποιων άγραφων κανόνων», γράφει ο Γιάννης Βασιλάκος στο βιβλίο του για τον Ταχτσή «Η αθέατη πλευρά της σελήνης», από τις Εκδόσεις ΗΛΕΚΤΡΑ.
Μια διαλυμένη οικογένεια
«Οσο παράξενο κι αν ακούγεται», γράφει ο Βασιλακάκος, «το μεγαλύτερο ενοχικό σύνδρομο απ’ το οποίο υπέφερε ο Ταχτσής ήταν αυτό της ομοφυλοφιλίας του, την οποία απεχθανόταν. Ο λόγος που επιδιδόταν αργότερα και στην περενδυσία ήταν, μεταξύ άλλων, για να εκδικηθεί κατά ένα τρόπο την μάνα του την οποία θεωρούσε αποκλειστικά υπεύθυνη γι’ αυτήν την ερωτική ιδιαιτερότητά του».
Με τη μητέρα και την γιαγιά του, στη Βέροια:
Γιος ενός «ήσυχου ανθρωπάκου, χωρίς προσωπικότητα, πυγμή, πρωτοβουλίες» που «όντας αλκοολικός ούτε να σταθεί στα πόδια του δεν μπορούσε», και μιας μικροπαντρεμένης, κοκέτας καλλονής με ατίθασο χαρακτήρα, ο Ταχτσής βρέθηκε εξ απαλών ονύχων σε μια διαλυμένη ουσιαστικά οικογένεια, και ανατράφηκε από μια σχεδόν ερωτευμένη με τ’ αγόρια γιαγιά, η οποία φύτεψε μέσα του «τους σπόρους ενός ολόκληρου πλέγματος».
Ο Κώστας Ταχτσής γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Ο πατέρας του καταγόταν από την Ανατολική Ρωμυλία. Σε ηλικία επτά ετών μετά από χωρισμό των γονιών του έφυγε για την Αθήνα με τη γιαγιά του. Στην Αθήνα πέρασε τα μαθητικά και εφηβικά του χρόνια και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου φοίτησε για δυο χρόνια.
Είχε προηγηθεί μια αίτησή του στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων χωρίς επιτυχία λόγω ασθένειάς του και αδυναμίας να παραστεί στις εξετάσεις. Το 1947 κατατάχτηκε στο στρατό και έφτασε ως το βαθμό του ανθυπολοχαγού. Στη συνέχεια εργάστηκε ως γραμματέας του αμερικανού επόπτη στο υδροηλεκτρικό έργο του Λούρου.
Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία της ανιψιάς του Ελλης, στο βιβλίο:
«Το σπίτι όπου μεγάλωσα ήταν η ζώνη πυρός ενός εμφυλίου πολέμου μεταξύ του Κώστα, της μάνας του και της αδελφής του, όπου υποχρεωτικά συμμετείχα κι εγώ. Ο Κώστας «χτυπούσε» στη μάνα του την ομοφυλοφιλία του, νομίζοντας πως έτσι την τιμωρούσε. Εκείνη τον έβριζε και τον καταριόταν κι εκείνος ανταπαντούσε: «Ας μη με είχες πετάξει, για να μη γίνω έτσι. Ας με είχες κρατήσει κοντά σου και ας με είχες κάνει μανάβη, να δουλεύω να σας ζω» (…). Με αρχηγό τον θείο μου, η καθημερινότητά μας ήταν η θεατρική συνέχεια του «Το τρίτο στεφάνι». Δεν υπήρχε περίπτωση να περάσει ένα πεντάλεπτο χωρίς να γίνει σφαγή. Απίστευτες, αδιανόητες καταστάσεις. Ακρότητα και υπερβολή ανέκαθεν χαρακτήριζαν την οικογένειά μας…».
Οταν ο Ταχτσής, ως φέρελπις ποιητής πια, άρχισε να συχνάζει στο «Μπραζίλιαν», πλάι σε δημιουργούς όπως ο Ελύτης, ο Σαχτούρης κι ο Καρούζος, δεν ήταν και τόσο ευπρόσδεκτος στην παρέα.
Κι αυτό, επειδή «ήτανε λίγο εριστικός» θυμάται ο Αλέκος Φασιανός: «Επαναστικός, θύμωνε με το παραμικρό, γκρίνιαζε για μικροπράγματα, έπρεπε να πηγαίνεις με τα νερά του… Εμένα μου άρεσε πολύ αυτό το ποίημα «Η συμφωνία του Μπραζίλιαν», ενώ άλλοι το έβρισκαν κάπως γελοιογραφικό, χλευαστικό… Εν τω μεταξύ, δεν μου είχε πει ότι έγραφε μυθιστόρημα. Ισως γι’ αυτό δεν τον παίρνανε και στα σοβαρά οι άλλοι. Παρ’ όλα αυτά, εμένα μου άρεσε, απ’ τις συζητήσεις που κάναμε, όπως και το στύλ του που ήταν καθημερινό, ζωντανό…».
Το 1954 έφυγε για την Αγγλία, όπου έμεινε ως το καλοκαίρι του επόμενου χρόνου. Επέστρεψε στην Αθήνα και ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας. Από την άνοιξη του 1956 ως τον Δεκέμβρη του 1964 έζησε σχεδόν αδιάκοπα στη Δυτική Ευρώπη, Αυστραλία και ΗΠΑ, με ενδιάμεσες επιστροφές στην Ελλάδα. Στην περίοδο αυτή μπάρκαρε σε δανέζικο φορτηγό πλοίο προς τη Γερμανία, συνεργάστηκε στα γυρίσματα της ταινίας «Το παιδί και το δελφίνι» ως βοηθός σκηνοθέτη, τέλεσε χρέη μάνατζερ σε περιοδεία του πιανίστα Τόνι Γεωργίου στην Αφρική, εργάστηκε ως υπάλληλος εμπορικού καταστήματος και σιδηροδρομικός υπάλληλος στην Αυστραλία. Το 1960 ξεκίνησε για το γύρο της Ευρώπης με βέσπα.
Ωστόσο, σύμφωνα με τη φίλη του Νένη Σταμάτη, «πάντα ήθελε να γυρίσει πίσω. Η μετανάστευση, έλεγε, μπορεί να σου φέρει πλούτη, δόξα, αλλά τελικά είσαι ξένος εκεί, ξένος και στην πατρίδα σου». Κι όπως συμπληρώνει η αδελφή του, «ήταν πολύ σοβινιστής. Αν του έλεγα ότι έχω ερωτευτεί έναν ξένο και θέλω να τον παντρευτώ, αντιδρούσε. Δεν του άρεσε γιατί μπασταρδευόταν η ράτσα!».
«Εκείνο τον καιρό», θυμάται η ανιψιά του, «ο πόλεμος που του έκαναν από τον κόσμο της νύχτας ήταν φοβερός. Το να του καταστρέψουν όμως πια και το έργο του, τον εξώθησε στα άκρα. Δεν έπρεπε ποτέ να είχε λάβει θέση όσον αφορά τους τραβεστί και το ΑΚΟΕ. Ο κόσμος της νύχτας είναι ένας άλλος κόσμος, με δικούς του κανόνες. Ο Κώστας κατέβαινε στη νύχτα, χωρίς όμως να ανήκει εκεί. Το έκανε σαν να ήθελε ν’ ανοίξει μια πόρτα και να περάσει σε μια άλλη, μαγική διάσταση, όπου μεταμορφωνόταν σε κάτι άλλο. Ηταν λίγο η Μπλανς Ντιμπουά και ο Δόκτωρ Τζέκιλ με τον Μίστερ Χάιντ».
Τι έγραψε ο Νίκος Σταθούλης
Ο δημοσιογράφος και συλλέκτης έργων τέχνης Νίκος Σταθούλης, φίλος του συγγραφέα Κώστα Ταχτσή, τον θυμάται με αφορμή την επέτειο των 29 χρόνων από την δολοφονία του.
Ο Νίκος Σταθούλης θυμάται σήμερα τον φίλο του και αποκαλύπτει πτυχές και γεγονότα που δεν ξέρουν οι περισσότεροι. Για τη δολοφονία του συγγραφέα αλλά και τη φιλία του με τον Αλέξανδρο Ιόλα ο οποίος ουσιαστικά τον ζούσε…
“Σαν σήμερα δολοφονήθηκε ο Κώστας Ταχτσής. Είχε “διαλέξει” ποιος θα τον δολοφονήσει. Το ξέρουμε δυο τρεις φίλοι του. Εγω, ο Βασίλης Βασιλικός…
Τον είχα γνωρισει στο σπιτι του Αλέξανδρου Ιόλα. Τον ζούσε. Του έδινε μηνιάτικο. Του πλήρωνε πολλές φορές ακόμα και το ενοίκιο στο υπόγειο μπορντέλο του Ψυρρή. Τον αγαπούσε. Και Ιόλας το ίδιο. Δεν ήταν να σε “πιάσει” στο στόμα του. Ούτε ο Νιαγάρας μπορούσε να σε ξεπλύνει.
Μεγάλες ιστορίες. Απο τοτε που ήταν μπάτλερ στο Λονδινο στο σπιτι μιας Λονδρέζας αριστοκράτισσας. Και η οποία τον έδιωξε όταν ενα βράδυ που απουσίαζε έκανε το τραπέζι (με ελληνικά φαγητά τα οποία μαγείρεψε ο ιδιος) στον Τακις και στον Ιόλα. Είχε ψωνίσει ο Ιόλας και τους έπιασε στο τραπέζι, όταν τους βρήκε η Κυρία η οποία του είχε τονίσει :”Δεν θα πατήσει το πόδι του κανένας φίλος σου εδώ μέσα…”
Όταν πέθανε ο Ιόλας στεναχωρήθηκε. “Έφυγε ενα στήριγμα μου.Με φρόντιζε για πάνω απο 20 χρόνια…”, θα μου πει. ” Μου έδωσε και 500.000 δραχμες για να αγοράσει τα δικαιώματα του “Τρίτου Στεφανιού”,προκειμένου να κάνει ταινία ο Κωστας Γαυράς. Δεν ειναι της παρούσης. Θα έρθει η στιγμή να πω περισσότερα”
Γίνετε μέλος της ομάδας μας “Βιβλίων Ορίζοντες” στο facebook πατώντας το παρακάτω σύνδεσμο
Επιμέλεια άρθρου Καλλιόπη Γιακουμή