Το φωτογραφικό λεύκωμα «Big Hearts, Strong Hands» αφηγείται την ιστορία των απομονωμένων νησιών Κίχνου στην Εσθονία και Manija στη Βαλτική.
Συχνά θεωρείται η τελευταία μητριαρχική κοινωνία στην Ευρώπη, καθώς οι ηλικιωμένες γυναίκες εκεί φροντίζουν σχεδόν για τα πάντα στην ξηρά, ενώ οι άντρες τους ταξιδεύουν στη θάλασσα.
Η φωτογράφος Anne Helene Gjelstad από τη Νορβηγία επί 11 χρόνια φωτογράφιζε τις γυναίκες της τελευταίας μητριαρχικής κοινωνίας στην Ευρώπη.
Από το 2008 και για 11 χρόνια, έως και το 2019 που εκδόθηκε το λεύκωμά της «Big Hearts, Strong Hands», η Anne Helene Gjelstad φωτογράφιζε την καθημερινότητα των ηλικιωμένων γυναικών των μικρών εσθονικών νησιών Kihnu και Manja στη Βαλτική θάλασσα, όπου μοιάζει να έχει παγώσει ο χρόνος. Όπως τονίζει η ίδια, τα δύο αυτά μέρη που μοιάζουν αποκομμένα από τον υπόλοιπο κόσμο, ανταποκρίνονται σε μια κουλτούρα, η οποία κινδυνεύει προς εξαφάνιση και κρατιέται σθεναρά από την πιστή ακολουθία των παραδόσεων.
Καταφέρνοντας να «εγκλωβίσει» στα εξαιρετικά κάδρα της, τη γυναικεία φύση και την ανθρώπινη αντοχή, η φωτογράφος ζήτησε από τις ηλικιωμένες γυναίκες των δυο αυτών νησιών να σταθούν μπροστά στον φακό της, προσφέροντας στη συνέχεια στους αναγνώστες της ένα συγκλονιστικό πρότζεκτ, που κανείς μπορεί να χαρακτηρίσει ακόμα και life-changing.
Η κοινωνία του νησιού Kihnu (με 300 μόνιμου κάτοικους, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι γυναίκες) θεωρείται η τελευταία μητριαρχική κοινωνία στην Ευρώπη, αφού οι γυναίκες είναι υπεύθυνες για τα πάντα. Οι άνδρες τους δεν είναι ποτέ στο σπίτι, καθώς οι περισσότεροι είναι ψαράδες και περνούν τον περισσότερο χρόνο τους στη θάλασσα ή δουλεύουν σε πιο κεντρικές περιοχές της ηπειρωτική χώρα.
Αυτές είναι που μεγαλώνουν τα παιδιά τους, ράβουν όλα τα ρούχα που φορούν με τα ίδια τους τα χέρια, οργώνουν τα χωράφια, οδηγούν τα τρακτέρ και φροντίζουν τα ζώα.
Πριν γίνει φωτογράφος, η Anne Helene Gjelstad δούλευε επί 25 χρόνια ως σχεδιάστρια μόδας στο Όσλο. Η ίδια ένιωσε κάποια στιγμή την ανάγκη να προσφέρει στην κοινωνία. Γι’ αυτόν τον λόγο, ίδρυσε την εταιρία Close Knit World με πλεκτά ρούχα, στην οποία απασχολούνταν άνεργες γυναίκες, και είχε ως έδρα το νησί Hiiumaa στην Εσθονία.
Το καλοκαίρι του 2005, λόγω ενός συνεδρίου, πέρασε μερικές μέρες στο απομακρυσμένο νησί Kihnu και δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι το ερωτεύτηκε με την πρώτη ματιά. Λάτρεψε τα χρώματά του, τις παραδόσεις του, αλλά και τις ηλικιωμένες κατοίκους του, οι οποίες ήταν υπεύθυνες για την εύρυθμη λειτουργία του νησιού, καθιστώντας το ως «μητριαρχικό». Φεύγοντας, ήξερε ότι θα επέστρεφε σίγουρα κάποια στιγμή. Έτσι κι έγινε. Μόνο που δεν επέστρεψε ως σχεδιάστρια, αλλά ως φωτογράφος, με στόχο να αποδώσει όσο πιο πιστά μπορούσε την καθημερινότητα και την παράδοση των νησιών Kihnu και Manja, πριν ξεχαστούν από την ιστορία.
Η ίδια αναφέρει ότι από μικρή τη γοήτευαν οι ηλικιωμένες γυναίκες στην οικογένειά της. Ήθελε να μάθει την ιστορία τους, πώς ήταν η ζωή στην εποχή τους. Κατά τη διάρκεια των επισκέψεών της στα νησιά φωτογράφισε 35 γυναίκες στο φυσικό τους περιβάλλον και στα σπίτια τους.
Μάλιστα, οι γυναίκες δε δίστασαν να την καλέσουν και στην κηδεία μιας φίλης τους. Η φωτογράφος λοιπόν, επισκέφτηκε το σπίτι της Koksi Leida, μόλις τρεις ώρες αφού είχε φύγει από τη ζωή. Οι γειτόνισσες έδωσαν στη φωτογράφο να φορέσει την μπλε παραδοσιακή φορεσιά πένθους (το μπλε στην κουλτούρα τους συμβολίζει τη θλίψη) και την άφησαν να παρακολουθήσει την αγρυπνία, όσο οι φίλες της τραγουδούσαν και μοιρολογούσαν. Η ίδια τονίζει ότι το να παρακολουθεί μια τέτοια τελετή ήταν συγκλονιστικό και αποτελούσε απόδειξη για το ισχυρό δέσιμο που έχουν μεταξύ τους οι γυναίκες της περιοχής.
Ύστερα από λίγη ώρα έφτασαν και οι άνδρες, για να αποδώσουν τα σέβη τους στην αποθανούσα. Όταν έκλεισε το φέρετρο και η Koksi Leida αποχώρισε για την τελευταία της κατοικία, οι γυναίκες μαγείρεψαν παραδοσιακά πιάτα και οι άνδρες έμειναν έξω, συζητώντας και πίνοντας βότκα.
Τη γυναίκα που κοσμεί το εξώφυλλο του βιβλίου της την έλεγαν Sauendi Mann και τη φωτογράφισε το 2010. Όπως αναφέρει στο βιβλίο της, την είδε να προσεύχεται στον οικογενειακό της τάφο και χωρίς να τη διακόψει τη φωτογράφισε. «Σύντομα θα βρίσκομαι κι εγώ εδώ» της είπε και η Νορβηγίδα φωτογράφος της ζήτησε να τη φωτογραφίσει στο σπίτι της. Δέχτηκε αμέσως και «τρέχοντας σαν μικρό κορίτσι», όπως λέει η ίδια, μέσα από χωράφια και δάση, έφτασαν στο σπίτι της όπου επικοινωνούσαν περισσότερο με τα χέρια.
Χρόνια αργότερα, η Anne Helene Gjelstad έμαθε ότι η Sauendi Mann είχε δύσκολη ζωή. Όταν ήταν νέα αναγκάστηκε να δουλέψει στο δάσος, όπου έπαιρνε μαζί της τον μικρό της γιο, καθώς δεν είχε που αλλού να τον αφήσει, ο οποίος έχασε τη ζωή του όταν ένα δέντρο έπεσε επάνω του. «Από τότε, κάθε μέρα έως τον θάνατό της εύχεται να μπορούσε να είχε σκοτωθεί εκείνη» λέει η φωτογράφος.
Σύμβολο στάτους της κοινωνίας τους είναι οι γαλάζιες ποδιές, τις οποίες φορούν μόνο οι παντρεμένες γυναίκες, ενώ η κόκκινη κλωστή στο κάτω μέρος της φούστας τους λέγεται ότι τους προσφέρει προστασία. Μέχρι πρόσφατα, οι σύζυγοι και οι μητέρες θεωρούνταν το πιο πολύτιμο μέλος της κοινωνίας τους, με τους γαμήλιους εορτασμούς να διαρκούν τρεις μέρες.
Oia Anni, 2010. Μέσα από τις συνεντεύξεις του Gjelstad με τις γυναίκες για τις ζωές τους, τους αγώνες τους, τις απώλειές τους και τις σκέψεις τους για το μέλλον, μαθαίνουμε για την εξέλιξη αυτής της μοναδικής κοινωνίας, τις σκληρές συνθήκες που ξεπέρασε, ως μέρος της Σοβιετικής Ένωσης για πολλές δεκαετίες, καθώς επίσης και την κουλτούρα τους και τις παραδοσιακές συνήθειες ντυσίματός τους. Είναι οι χαμηλών τόνων φωνές των αγγελιοφόρων μιας κουλτούρας που πρέπει να ακουστούν, επειδή αυτή η μικρή κοινωνία προχωράει γρήγορα προς τα δυτικά πρότυπα και η παραδοσιακή κουλτούρα και ταυτότητα αναπόφευκτα σιγά σιγά εξαφανίζονται. ©Anne Helene Gjelstad
Πηγή: www.lifo.gr , bovary.gr
Γίνετε μέλος της ομάδας μας “Βιβλίων Ορίζοντες” στο facebook πατώντας το παρακάτω σύνδεσμο
Επιμέλεια κειμένου: Καλλιόπη Γιακουμή