“Ό,τι λάμπει..”
.
Όλοι έχουμε συναντήσει στη ζωή μας “χρυσούς” ανθρώπους. Όσοι το καταλάβαμε εγκαίρως έχει καλώς, μα είναι και κάποιοι από μας που τους άφησαν και έφυγαν, χωρίς καν να προσέξουν ή να αναγνωρίζουν την αξία τους.
Θα μου πεις πως θα τους καταλάβουμε. Η αλήθεια είναι πως τις περισσότερες φορές αυτό φαίνεται, όταν πια δεν τους έχουμε κοντά μας και φαίνεται γιατί μας λείπουν.
Μας λείπει το άγγιγμα τους, η θαλπωρή τους, η αγκαλιά τους. Μας λείπει το δυνατό, αληθινό γέλιο τους που μας γιάτρευε, το δάκρυ τους που κύλισε όταν δεν ήμασταν καλά, η δύναμη που είχαν να αυτοσαρκάζονται ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές τους. Έτσι ξόρκιζαν το κακό, την πίκρα, τον πόνο. Μια δύναμη αξιοζήλευτη, μάθημα και παράδειγμα.
Ήταν εκείνοι οι άνθρωποι, που δεν γέλασαν ακούγοντας τα όνειρα μας ή τους στόχους που είχαμε βάλει. Δεν διακωμώδησαν ακόμα και τις πιο “αφελείς” μας ιδέες και ας το ξέραμε ακόμα και εμείς πως ήταν, ουτοπίες. Μας παρότρυναν να κυνηγήσουμε την πιο τρελή μας επιθυμία, το πιο άπιαστο όνειρο μας.
Μας έμαθαν πως δεν πρέπει να χαιρόμαστε με τη νίκη και την επιτυχία, μα με το ταξίδι και την εμπειρία. Ζεστά χαμόγελα, φωτεινά, ζωγραφίζονταν στα πρόσωπά τους, όταν μας άκουγαν. Έλαμπαν τα μάτια τους γεμάτα από ενθουσιασμό μικρού παιδιού, πίστευαν σε μας, περισσότερο από μας τους ίδιους.
Ήταν δίπλα μας και απολάμβαναν την κάθε στιγμή κοντά μας. Σεβάστηκαν την κάθε στιγμή, την καλή, την άσχημη, τη δύσκολη, τη μελαγχολική, τη σιωπή, την κραυγή, τη χαρά, τη λύπη.
Υπήρχαν στον κόσμο μας ή μπήκαν στην πορεία, μα έφυγαν μόλις τους το ζητήσαμε, όχι γιατί ένιωσαν πως δεν έχουν τίποτα άλλο να δώσουν, όχι γιατί ήταν λίγοι για μας, όχι γιατί δεν μας αγαπούσαν πια, μα γιατί απλά τους το ζητήσαμε. Γύρισαν όποτε τους χρειαστήκαμε, έτοιμοι για ακόμα μια τρελή πορεία μαζί μας. Έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν είχαν φύγει. Εμείς το πιστέψαμε, γιατί εμείς είμαστε οι εγωιστές και οι αυτάρεσκοι. Γιατί εμάς βόλευε.
Ήταν δίπλα μας πάντα σαν διακριτικές φωτεινές σκιές, στο κατόπι μας ήταν, σε κάθε μας βήμα, ήταν εκεί!
Μας αγάπησαν, μας φρόντισαν, μας πίστεψαν, μας έδωσαν, μας άκουσαν, μας ένιωσαν, θυσιάστηκαν για μας.
Εκείνοι οι άνθρωποι χάθηκαν κάπου στην πορεία γιατί εμείς τους παραπετάξαμε κάπου.
Φωτεινοί άνθρωποι που δεν επιδείκνυαν τη λάμψη τους. Ίσως γιατί ακόμα και αυτοί δεν ήξεραν πως την έχουν, είτε γιατί δεν τους ένοιαζε να το κάνουν, δεν το είχαν ανάγκη. Ίσως πάλι γιατί φταίμε εμείς, γιατί έτσι όπως ήταν παραπεταμένοι στη λάσπη και στα απόνερα μας, δεν την είδαμε.
Άνθρωποι που δεν είχαν ανάγκη την αναγνώριση για να είναι κοντά μας, την ανταπόδοση, μα το χαμόγελο στα χείλη μας.
“Χρυσοί” άνθρωποι, περίτεχνα, σπάνια κοσμήματα, που δεν εκτιμήσαμε, γιατί πάντα μας ήταν αρκετό το “φο” και το κάλπικο, ίσως γιατί μας ήταν πιο οικείο, ίσως γιατί μας έμοιαζε περισσότερο..
Μάθαμε να μην εκτιμάμε το δεδομένο και χάνεται από δική μας αδιαφορία.
Για παρηγοριά, βαφτίσαμε την αχαριστία και την αγνωμοσύνη μας, καχυποψία. Το “Ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός”, η τέλεια δικαιολογία για τις πράξεις μας, μας βόλεψε.
Μα ξέρετε κάτι…; Είναι κάποιες φορές που τελικά, ό,τι λάμπει ΕΙΝΑΙ χρυσός…
.
Ένα άρθρο της Καλλιόπης Γιακουμή