Είναι από τους πιο αξιόλογους ηθοποιούς της γενιάς του και έμεινε γνωστός για τον ρόλο του στην τριλογία «Matrix».
Ο Κιάνου Ριβς μεγάλωσε χωρίς πατέρα, παράτησε το σχολείο για την υποκριτική και είδε τον φίλο του Ρίβερ Φοίνιξ να πεθαίνει από υπερβολική δόση ναρκωτικών.
Οι συνεχείς μετακομίσεις και οι αποβολές…
Ο Κιάνου Ριβς γεννήθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου 1964 στη Βηρυτό του Λιβάνου με καταγωγή από την Ασία, τη Χαβάη και τη Βρετανία.
Το όνομα του στη γλώσσα της Χαβάης σημαίνει «δροσερό αεράκι που διασχίζει τα βουνά».
Οι γονείς του χώρισαν όταν ο ηθοποιός ήταν τριών ετών με αποτέλεσμα να μετακινείται συνεχώς μαζί με τη μητέρα και τις αδερφές του.
Ήταν ο μόνος που είχε επαφή με τον βιολογικό του πατέρα μέχρι τα 12, όταν ο δεύτερος μπήκε στη φυλακή για διακίνηση ηρωίνης.
Η μητέρα του ήταν σχεδιάστρια κινηματογραφικών κουστουμιών και παντρεύτηκε άλλες τέσσερις φορές. Η οικογένεια για λίγο καιρό εγκαταστάθηκε στο Τορόντο, όπου και απέκτησε καναδική υπηκοότητα.
Ο Κιάνου μεγάλωσε κυρίως με τους παππούδες του και με διάφορες νταντάδες. Σαν έφηβος ήταν πολύ αντιδραστικός και μέτριος μαθητής. Παράλληλα, η δυσλεξία δυσκόλευε πολύ την εκπαίδευσή του. Οι καθηγητές δεν το άντεχαν και αποφάσισαν να τον αποβάλλουν.
Ο Ριβς άλλαξε τέσσερα σχολεία και επικεντρώθηκε στην υποκριτική και το χόκεϊ επί πάγου. Ήταν τόσο καλός που οι συμπαίχτες τον φώναζαν «Τείχος». Ωστόσο, τον κέρδισε η ηθοποιία και στα 17 του παράτησε μια και καλή το σχολείο για να κυνηγήσει το όνειρό του.
Τα πρώτα του κινηματογραφικά βήματα
Στο γυμνάσιο, ο Κιάνου Ριβς είχε συμμετάσχει σε διάφορες θεατρικές παραστάσεις. Η πρώτη του όμως τηλεοπτική εμφάνιση έγινε σε διαφημιστικό σποτ της Κόκα Κόλα κι έπειτα στην ταινία καναδικής παραγωγής «One Step Away». Ακολούθησαν τα «Youngblood» στο πλευρό του Πάτρικ Σουέζι και «River’s Edge». Το 1988 έπαιξε μαζί με την Γκλεν Κλόουζ και τον Τζον Μάλκοβιτς στις «Επικίνδυνες Σχέσεις» και ένα χρόνο αργότερα έγινε παγκοσμίως γνωστός για τον ρόλο του στο «Μπιλ και Τεντ – Τα κακά παιδιά πάνε παντού».
Πειραματίστηκε με πολλούς και αντικρουόμενους ρόλους. Μαζί με τον Ρίβερ Φοίνιξ ενσάρκωσαν τις ζωές δύο νεαρών στο «Το δικό μου Αϊντάχο» και εμφανίστηκε στον «Δράκουλα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα. Πρωταγωνίστησε στο «Speed» μαζί με τη Σάντρα Μπούλοκ και με τον Αλ Πατσίνο και τη Σαρλίζ Θέρον στον «Δικηγόρο του Διαβόλου».
Μάλιστα, για τη συγκεκριμένη ταινία συμφώνησε να γίνει μια μεγάλη περικοπή στην πληρωμή του ώστε η εταιρεία παραγωγής να μπορέσει να πληρώσει το συμβόλαιο του Αλ Πατσίνο και να συμμετάσχει στην ταινία. Το ίδιο έκανε και τρία χρόνια αργότερα, στους «Αντικαταστάτες» με τον Τζιν Χάκμαν, όπου δέχτηκε μείωση στον μισθό του κατά 90%.
Η θλίψη αλλάζει σχήμα, αλλά δεν τελειώνει ποτέ…
Σε συνέντευξή του το 2006 στο περιοδικό «Parade Magazine», ο ηθοποιός μίλησε για τα απανωτά τραγικά γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή του αναφέροντας ότι «η θλίψη αλλάζει σχήμα, αλλά δεν τελειώνει ποτέ».
Το 1993, όταν ο ηθοποιός ήταν 29 ετών γνώρισε την πρώτη του απώλεια.
Ο καλύτερός του φίλος, Ρίβερ Φοίνιξ, πέθανε από υπερβολική δόση ναρκωτικών έξω από το νυχτερινό μαγαζί «Viper» του Τζόνι Ντεπ.
«Ήταν ένας αξιόλογος άνθρωπος και ηθοποιός. Περνούσαμε καλά μαζί πολλές ώρες και μου λείπει. Τον σκέφτομαι συχνά», είχε δηλώσει μετά το θάνατο του νεαρού ηθοποιού.
Έξι χρόνια αργότερα, γνώρισε την Τζένιφερ Σάιμ την οποία ερωτεύτηκε παράφορα.
Η Σάιμ έμεινε έγκυος, αλλά 8 μήνες αργότερα, η κόρη τους γεννήθηκε νεκρή.
Το ζευγάρι δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τον θάνατο του παιδιού τους και λίγο αργότερα χώρισαν.
Στις 2 Απριλίου 2001, η Σάιμ επέστρεφε από βραδινή έξοδο όταν το αμάξι που οδηγούσε έπεσε σε σταθμευμένο όχημα, αναποδογύρισε και εκείνη εκτοξεύτηκε από το αυτοκίνητο. Ο θάνατος της ήταν ακαριαίος.
Μέσα στο αμάξι της βρέθηκαν συνταγογραφούμενα φάρμακα για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης που εμφάνισε μετά τον θάνατο του νεογέννητου παιδιού της.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, την ίδια περίπου περίοδο, η αγαπημένη αδερφή του Κιάνου διαγνώστηκε με καρκίνο στο αίμα.
Ο Ριβς ξόδεψε αμέτρητα ποσά για τη θεραπεία της. Η ασθένεια της βρίσκεται σε ύφεση, χωρίς όμως ποτέ να έχει ξεπεράσει τον κίνδυνο υποτροπής.
Μέχρι σήμερα ο ηθοποιός δωρίζει χιλιάδες δολάρια σε νοσοκομειακά προγράμματα για την καταπολέμηση του καρκίνου.
Η επιτυχία του «Matrix» και η μουσική καριέρα..
Το 1999, ο Ριβς ως προφήτης Νέο που θα ελευθέρωνε την ανθρωπότητα από έναν προσομοιωμένο κόσμο, πρωταγωνίστησε στο φιλμ «Matrix» των αδελφών Γουατσόφσκι.
Η επιτυχία της ταινίας ήταν τεράστια και ακολούθησαν άλλες δύο συνέχειες. Ο Κιάνου από τα 114 εκατομμύρια δολάρια που κέρδισε, έδωσε τα 80 από αυτά στο προσωπικό της ταινίας που ήταν υπεύθυνο για το μακιγιάζ και τα ειδικά εφέ.
Δεν έμεινε στην επιτυχία της τριλογίας και συνέχισε να εργάζεται και να παίζει σε έργα εναλλακτικού περιεχομένου. Παράλληλα, συνεργάστηκε με την Κέιτ Μπλάνσετ στο «Gift» και την Νταϊάν Κίτον στο «Something’s Gotta Give». Χαρακτηριστική είναι και η εμφάνισή του στο «Constantine», όπου ενσάρκωσε έναν κυνηγό δαιμόνων εθισμένο στη νικοτίνη.
Το 2013 σκηνοθέτησε την πρώτη του ταινία «Man of Tai Chi» και δέχτηκε σχετικά καλές κριτικές. Η ενασχόλησή του με τις πολεμικές τέχνες συνεχίστηκε και στο «47 Ronin», αλλά και στο καλογυρισμένο «John Wick».
Πέρα από την μεγάλη οθόνη, ο Κιάνου ασχολήθηκε ενεργά και με τη μουσική.
Με το συγκρότημα «Dogstar» κυκλοφόρησε δύο δίσκους και εμφανίστηκε στο θρυλικό φεστιβάλ «Glastonbury».
Η μπάντα διαλύθηκε το 2002, αλλά ο ηθοποιός εξακολουθεί να παίζει μουσική ερασιτεχνικά.
Το φιλανθρωπικό έργο και η θεωρία συνομωσίας γύρω από την ηλικία του ηθοποιού…
Μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, ο ηθοποιός ζει μια ταπεινή ζωή.
Προτιμά να μετακινείται με το μετρό και είναι ιδιοκτήτης ενός μικρού διαμερίσματος. Περνά την ώρα του συνομιλώντας με άστεγους της Νέας Υόρκης και διαβάζει αμέτρητες ώρες βιβλία, παρά το γεγονός ότι είναι δυσλεκτικός.
Έχει έντονη φιλανθρωπική δραστηριότητα και στηρίζει καμπάνιες φιλοζωικών οργανώσεων.
Μοιράζεται το πάθος για τις μηχανές με τον συνεργάτη του Γκαρντ Χόλινγκερ, μαζί μ τον οποίο έχουν ιδρύσει την εταιρεία σχεδίασης μοτοσυκλετών «Arch Motorcycle Company». Ο ίδιος βέβαια δεν έχει στην κατοχή του μηχανή.
Πολλοί θαυμαστές του υποστηρίζουν ότι ο ηθοποιός είναι αθάνατος..
Παρά το γεγονός ότι έχει περάσει τα 50 φαίνεται πολύ νεότερος. Για τον λόγο αυτό, μια πολύ περίεργη θεωρία συνωμοσίας έχει δημιουργηθεί μεταξύ των θαυμαστών του.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι είναι αθάνατος εξαιτίας της εκπληκτικής ομοιότητάς του με τον Γάλλο ηθοποιό Πολ Μουνέτ, ο οποίος γεννήθηκε το μακρινό 1847.
Το 2010 μια φωτογραφία του Κιάνου Ριβς να κάθεται στενοχωρημένος σε ένα παγκάκι και να τρώει μόνος έκανε τον γύρο του κόσμου και φούντωσε τις φήμες ότι ο ηθοποιός έχει κατάθλιψη.
Το διαδικτυακό φόρουμ «4chan» ανέβασε τη φωτογραφία που έμεινε γνωστή ως «Ο στενοχωρημένος Κιάνου».
Σε συνέντευξή του ο ηθοποιός μίλησε για το στιγμιότυπο που θα προτιμούσε να μην τον είχαν βγάλει φωτογραφία, αλλά «δεν είναι δυνατό να προστατεύει συνέχεια την προσωπική του ζωή»….
Πριν λίγες ημέρες, ο Κιάνου Ριβς εμφανίστηκε κρατώντας τη σύντροφό του από το χέρι και… προκάλεσε πανικό.
Ηφωτογραφία έκανε το γύρο του κόσμου και σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως. Ευθέως ή και όχι τόσο ευθέως, ανάλογα με το βαθμό «κομψότητας» του κάθε σχολιαστή και του κάθε ΜME.
Οι λόγοι είναι προφανείς και καλό θα είναι να τους πούμε με το όνομά τους: Η Αλεξάντρια Γκριν είναι μια γυναίκα που δεν θα περίμενε να δει κανείς στο πλευρό ενός από τους ωραιότερους σταρ του Χόλιγουντ. Και είναι και η διαφορά ηλικίας μεταξύ τους: Μια δεκαετία, όπως πολύ σωστά υπολόγισαν και σχολίασαν κάποιοι.
Μόνο που η δεκαετία αυτή που όντως τους χωρίζει, είναι ανάποδα απ’ ότι πίστεψαν οι περισσότεροι βλέποντας τη φωτογραφία. Και απ’ ό,τι τους βόλεψε στο σχολιασμό τους. Και το τι «θα περίμενε κανείς να δει δίπλα στο πλευρό ενός από τους ωραιότερους σταρ του Χόλιγουντ», είναι μάλλον μια προβολή των γούστων της κοινωνίας, για τα οποία ο Κιάνου Ριβς αδιαφορεί διαχρονικά, χωρίς όμως να αδιαφορεί για την ίδια την κοινωνία. Και μάλλον αυτό είναι που τον έχει κάνει τόσο αγαπητό στο κοινό, πιο πολύ από τις ταινίες του.
Μπορεί ένας σταρ να είναι κανονικός άνθρωπος;
Η 46χρονη Αλεξάντρια Γκριν δεν έχει καμία σχέση με το Χόλιγουντ, γι’ αυτό ενδεχομένως και δεν αισθάνεται την ανάγκη να δείχνει νεότερη απ’ ό,τι είναι. Το πρόσωπό της είναι εμφανώς απείραχτο, το ντύσιμό της άβολα λαμπερό, το χαμόγελό της ειλικρινές και απροβλημάτιστο στο πόσες ρυτίδες θα αποκαλύψει. Ο Κιάνου Ριβς, πάλι, λίγο το Χόλιγουντ, λίγο το γονίδιο, δείχνει πράγματι πολύ νεότερος από τα 55 του χρόνια. Κανένας από τους δύο τους δεν δείχνει να ενδιαφέρεται ούτε για όσα φαίνονται αλλά -κυρίως- για όσα λέγονται. Όπως καταδεικνύεται, από τις μαρτυρίες των λίγων ανθρώπων που γνωρίζουν κάτι για την προσωπική ζωή του σταρ -ο οποίος είναι εξίσου διάσημος για τις ταινίες του όσο και για την εμμονική ιδιωτικότητά του– οι δύο τους είναι ζευγάρι εδώ και κάμποσο καιρό, κοντά μια δεκαετία λένε οι πληροφορίες. Το βέβαιο είναι ότι τόσο διαρκεί η γνωριμία τους, η σχέση τους -η οποία έχει διάφορες μορφές, μεταξύ των οποίων και αυτή της επαγγελματικής συνεργασίας- και ό,τι τέλος πάντων είναι αυτό που οι δύο τους έχουν αποφασίσει να έχουν μεταξύ τους και τους κάνει ευτυχισμένους.
Ο Κιάνου Ριβς, επειδή αυτός είναι το θέμα μας και όχι η σύντροφός του, ακόμα και με αυτή του την επιλογή συνεχίζει τη μαγική ακροβασία του ανάμεσα στο σταριλίκι και το δικαίωμα να είναι ένας κανονικός άνθρωπος. Πράγματα τα οποία συνήθως είναι αμοιβαίως αποκλειόμενα. Κανονικός άνθρωπος, παρεμπιπτόντως, είναι αυτός που καθορίζει εκείνος τη δημόσια εικόνα του και όχι η δημόσια εικόνα του εκείνον.
Και υπ’ αυτή την έννοια, θα μπορούσε να δώσει πολλά χρήσιμα μαθήματα σε όλους μας, την εποχή των social media, στην οποία η υπερέκθεση κάνει τους πάντες να πιστεύουν ότι είναι κάποιου είδους σταρ. Έστω και στο μικρόκοσμό τους.
Πώς το μέτριο ταλέντο μετατρέπεται σε πλεονέκτημα
Ο Ριβς έκανε πάντα αυτό που ήθελε. Βαριά δυσλεξικός, προερχόμενος από μια -εξίσου βαριά- δυσλειτουργική οικογένεια (η μητέρα του έκανε πέντε γάμους και ο πατέρας του μπήκε φυλακή για διακίνηση ηρωίνης), πιθανότατα με σύνδρομο διάσπασης αν όχι κάτι περισσότερο, υπήρξε εξαιρετικά δυσλειτουργικός και δυσπροσάρμοστος και ο ίδιος ως έφηβος. Δεν μπορούσε να σταθεί σε κανένα σχολείο, ήταν θυμωμένος και αντιδραστικός. Και, όπως συμβαίνει συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις, βρήκε καταφύγιο στην σχεδόν εμμονική ενασχόλησή του με κάποιες δραστηριότητες: Χόκεϊ επί πάγου και υποκριτική εν προκειμένω.
Και μάλλον στο πρώτο ήταν καλύτερος, με προοπτική να κάνει τεράστια καριέρα, ιδιαίτερα στο Τορόντο του Καναδά όπου είχε εγκατασταθεί η οικογένειά του.
Εκείνος, όμως, μάλλον και πάλι αντιδραστικά, επέλεξε να γίνει ηθοποιός, παρατώντας σχολείο και χόκεϊ στα 17 του. Σαν ηθοποιός είναι πολύ μέτριος. Ούτε κλαίει, ούτε γελάει. Μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά. Θα μπορούσε να γράψει κανείς πραγματείες ολόκληρες για τον τρόπο που παίζει ο Ρόμπερτ ντε Νίρο, ας πούμε, αλλά για τον Ριβς θα αρκούσε μια λέξη: Άχρωμα. Μόνο που αυτό δεν είχε ποτέ καμία σημασία, καθώς ο Ριβς δεν κατέκτησε τον κινηματογράφο με το υποκριτικό του ταλέντο, αλλά απλώς μπαίνοντας στην οθόνη. Η μείξη της εξωτικής του εμφάνισης (συνέπεια της πολυεθνικής του καταγωγής) και της εκπληκτικής του φωτογένειας είναι μοναδική.
Κατά μια έννοια καλύτερα που δεν παίζει. Αρκεί να μπαίνει στο πλάνο και να στέκεται ακίνητος, φορώντας το μακρύ δερμάτινο παλτό του Matrix. Η ταινία θα ήταν επιτυχία και ο ίδιος σταρ, ακόμα και αν δεν είχε πει σε αυτήν ούτε μισή λέξη. Λέγοντας πολλές λέξεις, μειώνει το εφέ.
Εξάλλου το να είσαι σταρ είναι από μόνο του ένα ταλέντο. Πόσο μάλλον αγαπητός σε όλους σταρ.
Σημασία έχει -πρωτίστως- η ταινία…
Ο ίδιος δεν διεκδίκησε ποτέ τον τίτλο του καλού ηθοποιού. Αντιθέτως, είναι μια πολύ παράδοξη περίπτωση σταρ για τον οποίο φαίνεται ότι έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία η ίδια η ταινία παρά η δική του εμπλοκή και συνεισφορά σε αυτήν. Κάτι που δείχνει και τεράστιο βαθμό αυτογνωσίας και επίγνωσης.
Σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις έχει προσφερθεί να μειώσει (έως και κατά 90%) τη δική του αμοιβή, προκειμένου στην ταινία να συμμετάσχει ένα μεγάλο όνομα. Η πρώτη φορά ήταν στο «Δικηγόρο του Διαβόλου» και το μεγάλο όνομα ήταν φυσικά ο Αλ Πατσίνο. Η δεύτερη ήταν οι «Αντικαταστάτες» με το Τζιν Χάκμαν. Τον προσέξαμε πιο πολύ στην πρώτη, ήταν και blockbuster, «θα ήθελα να έχω κάνει περισσότερα blockbusters στη ζωή μου», έχει παραδεχτεί, αλλά την ίδια στιγμή αν κοιτάξει κανείς το βιογραφικό του είναι γεμάτο από ανεξάρτητες παραγωγές.
«Δεν με νοιάζουν τα χρήματα»
Επειδή μπορεί και επειδή έχει μια πολύ παράξενη σχέση -και- με τα χρήματα. Στα δύο sequel του Matrix, δώρισε επίσης μέρος της αμοιβής του προκειμένου τα χρήματα να δοθούν για τη βελτίωση των ειδικών εφέ της ταινίας. Και στο τρίτο μέρος της ταινίας έκανε δώρο από μια Harley Davidson σε κάθε-ένα μέλος του σετ. «Δεν με νοιάζουν τα χρήματα. Έχω βγάλει αρκετά για να ζήσω τρεις ζωές», είχε πει τότε σε συνέντευξη του και μάλλον έχει δίκιο.
Με το ρυθμό που τα ξοδεύει δε, ίσως οι ζωές αυτές να είναι και πολύ περισσότερες. Πέρα από τις διάφορες φιλανθρωπίες στις οποίες πράγματι ξοδεύει πολλά, η υπόλοιπη ζωή του δεν είναι απλώς λιτή: Είναι ταπεινή.
Ζει σε ένα μικρό διαμέρισμα, μετακινείται με το μετρό και συχνά πιάνει την κουβέντα με τους άστεγους στη Νέα Υόρκη. Επίσης του αρέσει να διαβάζει, αγαπάει τα ζώα και στηρίζει πολλές φιλοζωικές οργανώσεις, ενώ πρωταγωνιστεί και σε ένα ακόμα παράδοξο: Ενώ λατρεύει τις μηχανές και τα αυτοκίνητα και έχει ιδρύσει την εταιρεία σχεδίασης μοτοσυκλετών «Arch Motorcycle Company», ο ίδιος δεν έχει στην ιδιοκτησία του μηχανή.
«Η θλίψη αλλάζει σχήμα, αλλά δεν τελειώνει ποτέ»
Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν είναι τυχαίο. Από νευρικός έφηβος ως «ζεν» ενήλικας ο Ριβς είχε πολύ δρόμο να διανύσει, ο οποίος δρόμος δεν ήταν και πολύ ευχάριστος. Η σχέση του με τον –χρόνια εθισμένο στα ναρκωτικά- πατέρα του ήταν πάντα επιεικώς κακή, η μητέρα του τους έτρεχε για χρόνια από δω κι από κει αναζητώντας το δικό της δρόμο και η αδελφή του διαγνώστηκε πολύ μικρή με καρκίνο στο αίμα. Ο Ριβς ξόδεψε τρομακτικά χρήματα για τη θεραπεία της. Η ασθένεια της βρίσκεται σε ύφεση, χωρίς όμως ποτέ να έχει ξεπεράσει τον κίνδυνο υποτροπής. Μέχρι σήμερα ο ηθοποιός δωρίζει χιλιάδες δολάρια σε νοσοκομειακά προγράμματα για την καταπολέμηση του καρκίνου.
Θα μπορούσε, ίσως ο ίδιος να βρει την ισορροπία στη δική του προσωπική ζωή. Ή σε μια φιλία. Και κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει ότι δεν τα προσπάθησε και τα δύο.
Η πρώτη ταινία στην οποία θα μπορούσαμε να τον έχουμε προσέξει είναι το «My Own Private Idaho», αν δεν είχε την ατυχία -και τύχη– να πρωταγωνιστεί δίπλα στο Ρίβερ Φοίνιξ, αδελφό του Χοακίν. Αναγνωρισιμότητα δεν κέρδισε, κέρδισε όμως έναν αδελφικό φίλο, ο οποίος το 1993 πέθανε από υπερβολική δόση ναρκωτικών.
Έξι χρόνια αργότερα, η ευτυχία τού χτύπησε ξανά την πόρτα. Ή έστω η υπόσχεσή της.
Ο Ριβς γνώρισε τη Τζένιφερ Σάιμ σε ένα πάρτι που έκανε ο ίδιος και η μπάντα του, οι Dog Star. Άρχισαν να βγαίνουν. Η Σάιμ έμεινε έγκυος και γέννησε ένα νεκρό μωρό. Λίγο αργότερα χώρισαν, ανίκανοι να διαχειριστούν αυτό που συνέβη.
Η Σάιμ δεν ήταν άσχετη με τη βιομηχανία του κινηματογράφου. Εργαζόταν ως προσωπική βοηθός του Ντέιβιντ Λιντς και ήταν εκείνη που τον έφερε σε επαφή με το Μέρλιν Μάνσον. Η γνωριμία τους οδήγησε σε μια μακρόχρονη φιλία και τη συνεργασία τους όταν ο Μάνσον έγραψε τη μουσική για την ταινία «Lost Highway», στην οποία έκανε και μια εμφάνιση.
Ο Μάνσον έγινε φίλος και με την Σάιμ. Το 2001 εκείνη ήταν καλεσμένη σε πάρτι στο σπίτι του και ο Μάνσον, όπως είπε αργότερα, παρατήρησε ότι είχε πιεί πολύ γι’ αυτό και έβαλε τον οδηγό του να την πάει στο σπίτι της. Για λόγους που δεν κατάλαβε ποτέ κανείς, η Σάιμ αποφάσισε να ξαναπάει στο πάρτι, μπήκε στο τζιπ της και λίγο αργότερα χτυπούσε πάνω σε τρία παρκαρισμένα αυτοκίνητα και εκσφενδονιζόταν από το παρμπρίζ. Πέθανε ακαριαία. Η μητέρα της μήνυσε τον Μάνσον, λέγοντας ότι της είχε δώσει ναρκωτικά. Οι κατηγορίες καταρρίφθηκαν στο δικαστήριο. Ο Ντέιβιντ Λιντς της αφιέρωσε την ταινία Mulholland Drive, το 2001 και το 2006 ο Ριβς έλεγε σε μια από τις πιο στενάχωρες συνεντεύξεις που έχουν δοθεί ποτέ: «Η θλίψη αλλάζει σχήμα, αλλά δεν τελειώνει ποτέ. Οι άνθρωποι νομίζουν ότι μπορείς να την αντιμετωπίσεις και να πεις ‘πέρασε και είμαι καλύτερα’. Κάνουν λάθος. Όταν φεύγουν οι άνθρωποι που αγαπάς, είσαι μόνος σου».
«Γίνομαι καλύτερος στο να γερνάω»
Ο Ριβς, όπως γίνεται συχνά με όλους μας, αντιμετώπισε την απώλεια με τον τρόπο που είχε μάθει από μικρός. Όπως ακριβώς είχε κάνει η μητέρα του όταν εκείνος ήταν μικρός, έτσι και ίδιος άρχισε να γυρίζει δεξιά και αριστερά, αναζητώντας τον τόπο που θα τον κρατούσε και θα μπορούσε να αποκαλέσει «σπίτι του».
«Προσπαθώ να μην είμαι πολύ μόνος μου, είχε πει το 2006 στο PAPER. «Και είναι ένας πολύ σκληρός αγώνας Θέλω να παντρευτώ, θέλω να κάνω παιδιά, αλλά αυτό είναι στην κορυφή του βουνού. Πρέπει να σκαρφαλώσω πρώτα το βουνό. Θα το κάνω. Απλά δώστε μου λίγο χρόνο». Και μετά έκανε ίσως τη μεγαλύτερη παραδοχή της ζωής του: «Υπάρχει ένας τσιγγάνος μέσα μου. Έτσι μεγάλωσα και έτσι έζησα όλη μου τη ζωή. Κάποτε έκανε νόημα να ζω έτσι. Δεν μπορούσα να μείνω πουθενά. Μετά έγινα 40. Είναι πολύ δύσκολα γενέθλια. Ίσως επειδή πλέον ξέρεις ότι είσαι ενήλικας».
Έντεκα χρόνια αργότερα, το 2017, έλεγε στο Esquire. «Είναι πολύ αργά. Είμαι 52. Δεν θα κάνω παιδιά. Αλλά, γίνομαι όλο και καλύτερος στο να γερνάω. Είναι τόσα αυτά που θέλεις να κάνεις πριν πεθάνεις και μετά λες ‘Θεέ μου, πού πήγε ο χρόνος; Πώς αλλάζουν έτσι τα πράγματα; Πόσο χρόνο έχω ακόμα; Τι δεν έχω προλάβει να κάνω;’»
Όταν ρωτήθηκε για την προσωπική του ζωή, αρκέστηκε να πει: «Είμαι μοναχικός τύπος. Αλλά αν υπάρξει κάποιος άνθρωπος στη ζωή μου θα τον εκτιμώ και θα τον σέβομαι και θα τον αγαπάω. Ελπίζω να μου συμβεί».
Αυτό που στο μεταξύ του συνέβη είναι ότι έχει γίνει ο λατρεμένος του Internet και των γυναικών ιδιαίτερα, για τον πιο απίθανο λόγο. Κάποια στιγμή έγιναν viral οι φωτογραφίες του στις οποίες ποζάρει με πολλές γυναίκες, προσέχοντας να μην ακουμπάει καμία τους.
Έγινε ήρωας. Όλων. Και έμβλημα του #metoo κινήματος.
Ο ίδιος δεν φαίνεται να ταράζεται από αυτό, ούτε θετικά ούτε αρνητικά.
Έχει ταραχτεί πολύ στη ζωή του και μάλλον θα αρκεστεί σε αυτό.
Πηγή: Cnn
_____
Γίνετε μέλος της ομάδας μας “Βιβλίων Ορίζοντες” στο facebook πατώντας το παρακάτω σύνδεσμο
Επιμέλεια άρθρου για τους “Βιβλίων Ορίζοντες” : Καλλιόπη Γιακουμή
1 Σχόλιο